Μεγάλου Βασιλείου, περί ταπεινοφροσύνης
Θά ἔπρεπε νά εἶχε μείνει ὁ ἄνθρωπος μέ τήν δόξαν πού δίδει ὁ Θεός καί θά εἶχε μεγαλεῖο ὄχι ἐπίπλαστη, ἀλλά ἀληθινό. Θά μεγαλυνόταν μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, θά χαιρόταν μέ τή θεία σοφία, θά εὐφραινόταν μέ τήν αἰώνια ζωή καί τά ἀγαθά της. Ἐπειδή ὅμως μετέθεσε τήν ἐπιθυμία τῆς θείας δόξης καί ἔλπισε ἀνώτερα καί ἔτρεξε πρός ἐκεῖνο πού δέν ἦταν δυνατό νά λάβει, ἔχασε αὐτό πού ἦταν δυνατό νά ἔχει. Γι’ αὐτό εἶναι πολύ μεγάλη τιμωρία γι’ αὐτόν καί θεραπεία τῆς ἀρρώστιας καί συγχρόνως ἐπάνοδος στήν ἀρχική κατάσταση ἡ ταπεινοφροσύνη. Νά μή φαντάζεται ὅτι θά περιβληθεῖ κάποια δόξα μέ τίς δικές του δυνάμεις, ἀλλά νά τήν ζητᾶ ἀπό τό Θεό. Μέ τόν τρόπο αὐτό θά διορθώσει τό σφάλμα, θά θεραπεύσει τήν ἀσθένεια, θά ἐπιστρέψει πρός τήν ἱερή ἐντολή, τήν ὁποία ἐγκατέλειψε… Ἔτσι μέ τρόπο ὀρθό θά βαδίσεις πρός τήν ἀληθινή δόξα, αὐτή πού ἔχουν οἱ Ἄγγελοι, τή δόξα πού χαρίζει ὁ Θεός. Θά σέ ὁμολογήσει δέ ὁ Χριστός ὡς δικό Του μαθητή, ἐνώπιον τῶν Ἀγγέλων καί θά σέ δοξάσει, ἐάν γίνεις μιμητής τῆς ταπεινώσεως αὐτοῦ, ὁ ὁποῖος λέγει· "μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν" (Ματθ. ια΄ 29).