Ἀββᾶ Δωροθέου Περί μνησικακίας κεφ.3 ΕΠΕ Φιλοκαλία τ.12
Ἐκεῖνος πού ἀνάβει φωτιά, στήν ἀρχή ἔχει μιά ἀνθρακιά, κάτι πού σημαίνει τό λόγο τοῦ ἀδελφοῦ πού ἔθλιψε.Εἶναι ὅμως ἀκόμη μικρή θράκα· γιατί τί εἶναι ὁ λόγος τοῦ ἀδελφοῦ σου; Ἄν τόν βαστάσεις, ἔσβησες τήν ἀνθρακιά. Ἄν ὅμως ἐπιμείνεις νά συλλογίαζεσαι <Καί γιατί μοῦ τό εἶπε> καί < ἄν δέν ἤθελε νά μέ θλίψει, δέν θά τὄλεγε> καί <πίστεψε, μπορῶ κι’ ἐγώ νά τόν θλίψω>, νά ἔβαλε μικρά ξθλάκια ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο, σάν ἐκεῖνος πού ἀνάβει φωτιά, κι ἔκανες καπνό, πού εἶναι ἡ ταραχή. Ταραχή πάλι εἶναι αὐτή ἡ κίνηση καί ἡ συρροή τῶν λογισμῶν πού ξεσηκώνει καί θρασύνει τήν καρδιά. Θρασύηττα πάλι εἶναι ἡ ἀνταποδοτική κίνηση ἐναντίον ἐκείνου πού σέ λύπησε… Ἡ κακία καθώς μελετᾶται μέσα στούς λογισμούς θρασύνει τήν καρδιά, ἀλλά ὅταν διθαλυθεῖ μέ προσευχή καί ἐλπίδα τήν συντρίβει.
Διότι ἄν ἐβάσταζες τό μικρό λόγο τοῦ ἀδελφοῦ σου, θά μποροῦσες νά σβήσεις, ὅπως εἶπα καί αὐτή τή μικρή ἀνθρακιά, πρίν δημιουργηθεῖ ἡ ταραχή. Ὅμως καί αὐτή μπορεῖς νά τή σβήσεις ἀπό τήν καρδιά εὔκολα, ἄν θέλεις, μέχρις ὅτου ὑπάρχει καιρός, μέ τή σιωπή, μέ τήν προσευχή, μέ τή μετάνοια. Ἐάν ὅμως συνεχίζεις νά καπνίζεις, δηλ. νά θρσύνεις καί νά διεγείρεις τήν καρδιά σου μέ τή σκέψη, < καί γιατί μοῦ τό εἶπε>, καί < ἔχω νά τοῦ εἰπῶ>, ἀπό τή συνάντηση καί τή σύγκρουση, θά ἔλεγε κανείς, τῶν λογισμῶν, μέ τήν τριβή κατά κάποπιο τρόπο καί τήν περιθέρμανση τῆς καρδιᾶς, γίνεται ἔξαψη τοῦ θυμοῦ.