“Ο κατά διάνοιαν ψευδόμενος”

Ἀββᾶ Δωροθέου "Περί ψεύδους, ΕΠΕ  Φιλοκαλία τ. 12ος

   Ἐκεῖνος πού ψεύδεται κατά διάνοια εἶναι ἐκεῖνος πού δέχεται στήν ψυχή του τίς ὑπόνοιες, ὑποψίες εἰς βάρος τῶν ἄλλων…. Ὑπάρχουν περιπτώσεις πού κάποιος ὑποπτεύεται κάτι καί τά γεγονότα τόν ἀποδεικνύουν ἀληθινό, καί γιά τό λόγο αὐτό μέ πρόφαση ὅτι θέλει νά διορθώσει τόν ἑαυτό του, ἐρευνᾶ πάντοτε γύρω του, μέ τή σκέψη  ὅτι <ἐάν μιλᾶ κάποιος ἐναντίον μου, βλέπω ποιό εἶναι τό σφάλμα γιά τό ὁποῖο μέ διαβάλλει καί διορθώνω τόν ἑαυτό μου>.  Πρῶτα λοιπόν αὐτή ἡ ἀρχή διαγωγῆς εἶναι ἀπό τόν πονηρό· διότι αὐτός ἄρχισε μέ τό ψεῦδος, μή γνωρίζοντας ὑπενόησε αὐτό πού δέν ἐγνώριζε. Πῶς λοιπόν μπορεῖ δένδρο πονηρό νά κάμει καλούς καρπούς; Ἐάν πραγματικά θέλει νά διορθωθεῖ, ὅταν τοῦ εἰπεῖ ὁ ἀδελφός <μή κάνεις τοῦτο> ἤ <γιατί ἔκαμες τοῦτο;> δέν πρέπει νά ταραχθεῖ, ἀλλά νά βάλει μετάνοια καί νά τόν εὐχαριστήσει· καί τότε θά διορθωθεῖ. Καί ἄν δεῖ ὁ Θεός ὅτι τέτοια εἶναι ἡ προαίρεσή του, ποτέ δέν θά τόν ἀφήσει νά πλανηθεῖ, ἀλλά στέλλει πάντοτε ἐκεῖνον πού πρέπει νά τόν διορθώσει. Τό νά λέγει ὅτι <πιστεύω στίς ὑποψίες μου γιά νά διορθωθῶ> καί ἔτσι νά κρυφακούει καί νά περιεργάζεται, εἶναι δικαίωμα τοῦ διαβόλου πού θέλει νά ἐπιβουλευθεῖ τούς ἀνθρώπους.

   Κάποτε, ὅταν βρισκόμουνα στό κοινόβιο τοῦ Σερίδου, αἰσθανόμουν τόν πειρασμό νά καταλαβαίνω τήν κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν κίνησή του. Μοῦ συμβαίνει λοιπόν τό ἀκόλουθο. Μιά φορά, ἐνῶ στεκόμουν, πέρασε μιά γυναίκα κρατώντας στάμνα μέ νερό καί δέ γνωρίζω πῶς συναρπάστηκα καί πρόσεξα τά μάτια της· καί μοῦ ὑποβάλλει ἀμέσως τό λογισμό ὅτι εἶναι πόρνη. Μόλις λοιπόν ὑπέβαλε τοῦτο ὁ λογισμός, στενοχωρήθηκα πολύ καί δηλώνω στό Γέροντα, τόν ἀββᾶ Ἰωάννη, ἔτσι <δέσποτα, ἐάν ἰδῶ ἀκουσίως τό κίνημα κάποιου καί μοῦ ὑποβάλει ὁ λογισμός τήν κατάστασή του, τί ὀφείλω νά κάμω;>. Καί μοῦ δηλώνει ὁ Γέρων αὐτός· <Τί λοιπόν; δέν συμβαίνει συχνά νά ἔχει κάποιος ἕνα φυσικό ἐλάττωμα καί ν’ ἀγωνίζεται νά τό διορθώσει; Δέν μπορεῖς ἀπό αὐτό νά μάθεις τήν κατάσταση κάποιου. Ποτέ λοιπόν νά μή πιστεύεις στίς ὑποψίες σου· διότι στραβός κανόνας (χάρακας) καθιστᾶ στραβά καί τά ἴσα. Ψευδεῖς εἶναι οἱ ὑποψίες καί βλάπτουν>.  Ἔκτοτε, ἐάν μοῦ ἔλεγε ὁ λογισμός περί ἡλίου ὅτι εἶναι ἥλιος, ἤ περί τοῦ σκκότους ὅτι εἶναι σκότος, δέν θά τόν πίστευα. Διότι τίποτε δέν εἶναι βαρύτερο ἀπό τίς ὑπόνοιες· τόσο εἶναι ἐπιβλαβεῖς, διότι χρονίζοντας μέσα μας ἀρχίζουν νά μᾶς πείθουν νά νομίζουμε ὅτι βλέπουμε καθαρά πράγματα τά ὁποῖα οὔτε ὑπάρχουν οὔτε ὑπῆρξαν. (Συνεχίζεται)