Ἀββᾶ Δωροθέου "περί ψεύδους" παράγρ. 7,8, Φιλοκαλία ΕΠΕ τ. 12ος σελ. 445
"’Εκεῖνος πού ψεύδεται μέ τό λόγο εἶναι αὐτός πού ὑποθετικά, βαριέται νά σηκωθεῖ στήν ἀγρυπνία καί δέ λέει, <συγχώρεσέ με, πού βαρέθηκα νά σηκωθῶ>, ἀλλά λέγει, <εἶχα πυρετό, εἶχα σκοτοδίνη, δέν μπόρεσα νά σηκωθῶ, εἶχα ἀτονία> , καί λέγει δέκα λόγους ψευδεῖς, γιά νά μή βάλει μιά μετάνοια καί ταπεινωθεῖ. Ἐάν πάλι τόν κατηγορήσει κανείς γιά κάτι, ἐπιμένει νά ἀλλάσει καί νά τροποποιεῖ τά λόγια του, γιά νά μή βαστάσει τήν κατηγορία. Κατά παρόμοιο τρόπο ἄν συμβεῖ νά ἔχει κάποια δυσαρέσκεια μέ τόν ἀδελφό του, δέν παύει νά διακιολογεῖται καί νά λέγει, <ἀλλά ἐσύ εἶπες, ἀλλά ἐσύ ἔκανες, ἀλλ’ ἐγώ δέν εἶπα, ἀλλ’ ἐκεῖνος εἶπε, ἀλλά τοῦτο, ἀλλ’ ἐκεῖνο, μόνο καί μόνο γιά νά μή ταπεινωθεῖ. Ἐπίσης ἄν ἐπιθυμήσει κάτι, δέν καταδέχεται νά εἰπεῖ ὅτι, <ἐπιθυμῶ τοῦτο> ἀλλά περιστρέφει τά λόγια του λέγοντας, <πάσχω τοῦτο καί χρειάζομαι τοῦτο· ἤ μοῦ ἐδόθηκε συνταγή γιά τοῦτο>, καί λέγει τόσα ψεύδη, ἕως ὅτου ἐκπληρώσει τήν ἐπιθυμία του.
Κάθε ἁμαρτία γίνεται ἤ ἀπό φιληδονία ἤ ἀπό φιλαργυρία ἤ ἀπό φιλοδοξία. Ὁμοίως καί τό ψεῦδος ἀπό αὐτά τά τρία πάθη γίνεται· ψεύδεται κανείς ἤ γιά νά μή κατηγορηθεῖ καί ταπεινωθεῖ ἤ γιά νά ἱκανοποιήσει ἐπιθυμία ἤ γιά νά κερδίσει ἀγαθά. Καί δέν σταματᾶ γυρίζοντας ἐδῶ, γυρίζοντας ἐκεῖ, μηχανευόμενος τί νά εἰπεῖ γιά νά’πετύχει τό σκοπό του. Τέτοιος ἄνθρωπος δέ γίνεται πότέ πιστευτός, ἀλλά κι ἄν εἰπεῖ λόγο ἀληθινό, κανείς δέ μπορεῖ νά τόν πιστέψει, ἀλλά καί ὀ ἀληθινός λόγος του θεωρεῖται ἀμφίβολος. (Συνεχίζεται)