Ιωάν. γ΄ 14

 

                                                           ΚΕΙΜΕΝΟ

  «Καί καθώς Μωϋσῆς ὕψωσε τόν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου»

                                                         ΕΡΜΗΝΕΙΑ

     «Καί διά νά σοῦ ἀποκαλύψω καί ἄλλην ἄγνωστον καί ψυχοσωτήριον ἀλήθειαν, σοῦ λέγω· ὍΠως ἄλλοτε ὁ Μωϋσῆς ἐκρέμασεν ὑψηλά τό χάλκινο φίδι, διά νά σώζωνται δι’ αὐτοῦ οἱ Ἰσραηλῖται ἀπό τά θανατηφόρα δαγκώματα τῶν φιδιῶν τῆς ἐρήμου, ἔτσι σύμφωνα μέ τό μυστηριῶδες σχέδιον τοῦ Θεοῦ πρέπει νά κρεμασθῇ ὑψηλά ἐπί τοῦ σταυροῦ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου προσλαμβάνων τό ὀμοίωμα τῆς ἀμαρτίας, ἀλλά μή ἔχων καμμίαν πραγματικήν σχέσιν μέ αὐτήν» ( Ἀπό τήν «Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).                                                      

                                                         ΣΧΟΛΙΟ   

      «Τό Ἰσραηλιτικὸ ἔθνος ἔχει πιὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ βαδίζει στὴν ἔρημο τῆς Ἀραβίας μὲ προορισμὸ τὴν πολυπόθητη γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Ὁ λαὸς ὅμως ἔχει πολλὴ ἀνάγκη παιδαγωγίας. Οὔτε τὰ ἐκπληκτικὰ θαύματα στὴν Αἴγυπτο τοὺς δίδαξαν, οὔτε οἱ συνεχεῖς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ τοὺς συγκίνησαν. Στὸ παραμικρὸ ἐμπόδιο λιγοψυχοῦσαν, κατηγοροῦσαν τὸν Μωυσῆ καί, τὸ χειρότερο, γόγγυζαν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Σὲ μιὰ τέτοια περίσταση ο Θεός, γιὰ νὰ τοὺς παιδαγωγήσει καὶ συνετίσει, ἐπέτρεψε νὰ παρουσιασθοῦν φίδια δηλητηριώδη, πού, μόλις τοὺς δάγκωναν, ἀμέσως πέθαι­ναν. Πολλὲς χιλιάδες εἶχαν πεθάνει μέχρι ο λαὸς νὰ συναισθανθεῖ τὴν ἁμαρτία του καὶ μετανοημένος νὰ ζητήσει ἀπὸ τὸν Μωυσῆ νὰ παρακαλέσει τὸν Θεὸ νὰ σταματήσει τὴ θανατηφόρο πληγή. Ὁ Μωυσῆς, ποὺ ἀγαποῦσε τὸ λαό του, τὸ ἔκανε. Τότε ὁ Θεὸς εἶπε στὸ Μωυσῆ νὰ κατασκευάσει ἕνα χάλκινο φίδι καὶ νὰ τὸ στή­σει ψηλὰ στὴν κορφὴ ἑνὸς δένδρου. Κάθε Ἰσραηλίτης ποὺ θὰ δεχόταν δάγκωμα φιδιοῦ θὰ ἔπρεπε νὰ κοιτάζει μὲ ἐμπιστοσύνη τὸ χάλκινο φίδι, γιὰ νὰ σωθεῖ. Ναί, τότε μόνο δὲν θὰ πέθαινε. Καὶ ὢ τοῦ θαύματος! Ἀπό τὴν ὥρα ποὺ ὑψώθηκε τὸ χάλκινο φίδι κανένας Ἰσραηλίτης δὲν πέθανε πιὰ ἀπό δάγκωμα φιδιοῦ!        Ἀλλὰ τὸ χάλκινο φίδι ἦταν σύμβολο, ἀδελφέ μου. Ἦταν σύμβολο ὄχι κανενὸς ἄλλου, ἀλλά τοῦ Ἰησοῦ Χρι­στοῦ, ποὺ σταυρώθηκε καὶ πέθανε γιὰ ἐμᾶς. Ἀπό τὴν Π. Διαθήκη ἀκόμη ἀναφέρεται ὅτι ὁ ἐπιστραφεῖς οὐ διὰ τὸ θεωρούμενον ἐσώζετο, ἀλλά διὰ σὲ τὸν πάντων σωτήρα (Σοφία Σολομ. ἰς’ 7). Μὲ τρόπο μυστηριώδη τὸ χάλκινο φίδι προεικόνιζε τὸν Σωτήρα τοῦ κόσμου,τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τὸ λέει καθαρά: Καθὼς Μωυσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τὴ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου. Ἄς προσπαθή­σουμε λοιπὸν νὰ βροῦμε τὰ σημεῖα στὰ ὁποῖα ὑπάρχει ὁμοιότητα καὶ ἀναλογία μεταξὺ τοῦ φιδιοῦ καὶ τοῦ σταυρωθέντος γιὰ ἐμᾶς Κυρίου Ἰησοῦ.

       Καθὼς Μωυσῆς ὕψωσε…!

      Τὰ φίδια ποὺ δάγκωναν τοὺς Ἰσραηλίτες καὶ τοὺς μετέδιδαν τὸ θανατηφόρο δηλητήριο ἦταν πραγματικὰ φίδια. Τὸ χάλκινο ὅμως φίδι ποὺ τοὺς ἔσωζε ἀπό τὸν ὀδυνηρὸ θάνατο μόνο εἰκονικὰ καὶ στὴ μορφὴ ἦταν φίδι. Δὲν εἶχε δηλητήριο· δὲν προκαλοῦσε θάνατο. Ἀντίθετα, ἔσωζε ἀπό τὸ θάνατο καὶ μετέδιδε ζωή. Ἔτσι καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· ἀνυψώθηκε ὡς κακοῦργος πάνω στὸ σταυρό, χωρὶς νὰ φταίει σὲ τίποτε ἀπολύτως. Δὲν ἦταν ἁμαρτωλός. Δὲν ἦταν παραβάτης σὲ καμιὰ ἐντολὴ τοῦ οὐράνιου Πατέρα. Ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ (Α’ Πέτρ. β’ 22), διακηρύττει ο ἀπόστολος Πέτρος. Ἀπό ὑπερβολική ἀγάπη στὸ ἀνθρώπινο γένος καταδέχθηκε νὰ σηκώσει αὐτὸς τὶς ἁμαρτίες τὶς δικές μας καὶ νὰ θεωρηθεῖ ἁμαρ­τωλός, ἐνῶ εἶναι ὁ μόνος Ἅγιος καὶ ἀναμάρτητος. Ὅπως λοιπὸν τὸ χάλκινο φίδι εἶχε μορφὴ φιδιοῦ,χωρὶς ὅμως νὰ εἶναι πραγματικὸ φίδι, ἔτσι καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς θεωρήθηκε ἁμαρτωλός, χωρὶς ὅμως νὰ εἶναι τέτοιος.       Ἔπειτα τὸ χάλκινο φίδι ἔσωζε ἀπὸ τὸν σωματικὸ θά­νατο ἐκείνους ποὺ τὸν κοίταζαν μὲ ἐμπιστοσύνη. Ὁ Κύ­ριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς σώζει ἀπὸ τὸν αἰώνιο πνευ­ματικὸ θάνατο ἐκείνους ποὺ πιστεύουν σ’ Αὐτὸν καὶ καταφεύγουν μὲ πραγματικὴ μετάνοια στὸ ἔλεός Του. Ὁ Ἴδιος τὸ εἶπε καὶ τὸ διακήρυξε πολλὲς φορές. Οὔ­τως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱόν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἂλλ’ ἔχη ζωὴν αἰώνιον (Ἴωαν. γ’ 16). Πόσοι καὶ πόσοι πληγωμένοι ἀπό τὴν ἁμαρτία, τραυματισμένοι ἀπὸ τὰ πεπυρωμένα βέλη τοῦ παμπόνηρου ἐχθροῦ, ἡμιθανεῖς ἀπό τὰ τραύματα τῶν ἀόρατων ληστῶν, ἀπέ­φυγαν τὸν αἰώνιο θάνατο, θεραπεύθηκαν καὶ ζωογονή­θηκαν, γιατί ζήτησαν ἀπό τὸν Ἐσταυρωμένο Λυτρωτὴ τὸ ἔλεος καὶ τὴ συγγνώμη! Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ σὰν τὸ πανδοχεῖο τῆς παραβολῆς τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτου δέχεται καὶ περιθάλπει τὰ θύματα τῆς ἁμαρτίας, τοὺς πληγωμένους ἀπό τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ καὶ τοὺς χαρίζει τὴν πνευματικὴ ὑγεία. Κοντὰ σὲ κάποιον ἔμπειρο πνευ­ματικὸ ὁ ἄνθρωπος ποὺ μετανοεῖ, ἀφοῦ ἀποβάλει μὲ τὴν εἰλικρινῆ ἐξομολόγησή του τὸ δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας ποὺ ὁ ὄφις ὁ μέγας ὁ ἀρχαῖος (Ἀπόκ. ιβ’ 9), ὁ πονη­ρὸς δηλαδὴ διάβολος, ἔχυσε μὲ τὴν ἁμαρτία στὴν ψυχή του, βρίσκει  θεραπεία καὶ γίνεται νέος ἄνθρωπος, περιπατῶν ἐν καινότητι ζωῆς (Ρωμ. ς’ 4). Ὅταν πιὰ καθαρὸς ἀπό τὴν ἐνοχὴ τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ἀξιώνεται νὰ κοινωνήσει τὸ πανάγιο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ θείου Λυ­τρωτῆ, κοινωνεῖ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον.

     

      Θεῖε Λυτρωτή, μὲ τί λόγια νὰ ἐκφράσω τὴν εὐγνωμο­σύνη μου στὴ φιλάνθρωπη Μεγαλοσύνη Σου; Τὰ δηλητηριώδη φίδια τῆς ἁμαρτίας μὲ εἶχαν περιζώσει καὶ ἔχυναν ἄφθονο τὸ θανατηφόρο δηλητήριό τους στὴν ψυχή μου. Κινδύνευα νὰ νεκρωθῶ πνευματικά, νὰ πεθά­νω αἰώνια, νὰ χωρισθῶ ἀπό Σένα, τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἀθανασίας. Ἀλλά, Χριστέ μου, δόξα στὸν σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάστασή Σου! Σὺ θεωρήθηκες ἁμαρτωλὸς ἀντὶ γιὰ ἐμένα. Σὺ πέθανες, γιὰ νὰ ζήσω ἐγώ. Ὁ ζωοποιὸς σταυ­ρὸς πάνω στὸν ὁποῖο ἀνυψώθηκες ὑπῆρξε καὶ εἶναι τὸ μοναδικὸ μέσο τῆς σωτηρίας γιὰ κάθε ἄνθρωπο. Ἕλκυ­σέ τους ὅλους νὰ ἔρθουν κοντά Σου μὲ ἀληθινὴ πίστη καὶ εἰλικρινῆ μετάνοια. Φώτισε αὐτοὺς ποὺ βρίσκονται σὲ πλάνη νὰ γνωρίσουν τὴν ἀλήθεια καὶ αὐτοὺς ποὺ κλονί­ζονται νὰ βροῦν τὴν ὁδό τῆς ἐπιστροφῆς. Ἐνίσχυσε τοὺς ἀγωνιστὲς τοῦ καλοῦ ἀγώνα τῆς ἀρετῆς. Τρέφε τὶς ψυχές μας μὲ τὸ ζωοποιὸ Σῶμα Σου. Θεράπευε τὶς πληγὲς τῆς ψυχῆς μας μὲ τὸ θεουργὸ Αἷμα Σου. Δυνάμεις ἀγγελικὲς χάριζέ μας, γιὰ νὰ προχωροῦμε σταθερὰ στὴν ὁδό της ἀρετῆς. Ὅταν θὰ ἔρθεις καὶ πάλι «κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς», ἀξίωσέ μας νὰ βρεθοῦμε μὲ τοὺς ἐκ δεξιῶν ἐκλεκτούς Σου, νὰ δοξάζουμε ἀσίγητα καὶ νὰ ὑμνοῦμε αἰώνια τὴν ἄπειρη συγκατάβαση καὶ φιλάνθρωπη ἀγάπη Σου. Ἀμήν» (Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ.Χριστοφ.Παπουτσοπούλου,  "Λόγοι Παρακλήσεως", ἔκδιοση "Ο ΣΩΤΗΡ").