Μάρκου ιγ΄34

                                                     ΚΕΙΜΕΝΟ

«Ὡς ἄνθρωπος ἀπόδημος, ἀφείς τήν οἰκίαν αὐτοῦ, καί δούς τοῖς δούλοις αὐτοῦ τήν ἐξουσίαν, καί ἐκάστῳ τό ἔργον αὐτοῦ, καί τῷ θυρωρῷ ἐνετείλατο ἵνα γρηγορῇ»

 

                                                  ΕΡΜΗΝΕΙΑ

      «Σάν ἄνθρωπος ξενητευμένος, πού ἀφῆκε τό σπίτι του καί ἔδωκεν εἰς τούς δούλους του τήν ἐξουσίαν ἐπ’ αὐτοῦ, καί εἰς ἕκαστον ὥρισε τό ἔργον πού θά κάνη καί εἰς τόν θυρωρόν ἔδωσεν ἐντολήν νά εἶναι ἄγρυπνος καί νά περιμένῃ, ἔτσι καί ὁ Μεσσίας θά λείπῃ μέχρι τῆς δευτέρας παρουσίας του καί εἰς τόν καθένα ἀπό τούς δούλους του ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἔχει δώσει ἔργον νά ἐπιτελῇ περιμένων τήν ἔλευσιν τοῦ Κυρίου του» ( Ἀπό τήν ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).

                                                        ΣΧΟΛΙΟ

     «Ὅσο πλησίαζε τὸ τέλος τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου, τόσο ἡ ἀγάπη καὶ ἡ στοργή Του γιὰ τοὺς ἁγίους Ἀπο­στόλους ἐκδηλωνόταν θερμότερη. Μετὰ τὸ σταυρικό Του Πάθος, τὴν ἔνδοξη Ἀνάσταση καὶ τὴ θριαμβευτικὴ Ἀνάληψη θὰ λείπει αἰσθητὰ ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμο. Οἱ μαθητές Του δὲν θὰ τὸν βλέπουν πιά, οὔτε θὰ τὸν ἀκοῦν ὅπως τὰ τρία χρόνια ποὺ ἦταν κοντά τους. Τὸ ἴδιο καὶ οἱ διάδοχοι τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, οἱ ποιμένες καὶ διδά­σκαλοι τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ἴδιο καὶ οἱ πιστοὶ ὅλων τῶν αἰώνων. Δὲν θὰ τὸν βλέπουν μὲ τὰ μάτια τοῦ σώματος. Δὲν θὰ ἀκοῦν ἀπὸ τὸ στόμα Του «ρήματα ζωῆς αἰ­ωνίου». Θὰ προχωροῦν μὲ τὴν πίστη. Θὰ τὸν πιστεύουν ὅτι εἶναι ὁ παντοδύναμος ἂλλ’ ἀόρατος κυβερνήτης τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ θὰ κατέβει καὶ πάλι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ, γιὰ νὰ κρίνει ζῶντες καὶ νεκροὺς καὶ νὰ ἀποδώ­σει στὸν καθένα σύμφωνα μὲ τὰ ἔργα του.   Ἐπειδὴ ὑπάρχει κίνδυνος νὰ χαλαρωθεῖ ἡ προθυμία τῶν πιστῶν, νὰ λιγοστεύσει ὁ ζῆλος τους, νὰ ἑλκυσθοῦν ἀπὸ τὰ γήινα, τὰ φθαρτὰ καὶ μάταια τοῦ κόσμου πράγματα καὶ νὰ λησμονήσουν τὴν πραγματικὴ καὶ αἰώνια πατρίδα, τὸν οὐρανό, θέλει ὁ Κύριος νὰ θερμάνει τὸ ζῆλο τους καὶ νὰ προλάβει τὴν καταστρεπτικὴ νάρκη ποὺ ὑπάρχει κίνδυ­νος νὰ τοὺς καταλάβει. Πολὺ παραστατικὴ εἶναι ἡ παραβολικὴ διήγηση ποὺ χρησιμοποιεῖ. Ἡ προσεχής, τοὺς λέει, Ἀνάληψή Μου στὸν οὐρανὸ μοιάζει μὲ ἀναχώρηση οἰκοδεσπότη ἀπὸ τὸ σπίτι του γιὰ ἕνα ὁρισμένο διάστημα. Τί κάνει ὁ ἄν­θρωπος αὐτός; Καλεῖ τοὺς δούλους του καὶ ἀναθέτει στὸν καθένα τὰ καθήκοντά του γιὰ συγκεκριμένη ἐργα­σία. Ἄλλοι ἀπὸ τοὺς δούλους θὰ ἐργασθοῦν σὲ ἐσωτερι­κὲς ἐργασίες, ἄλλοι σὲ ἐξωτερικὲς ἀπασχολήσεις «καὶ τῷ θυρωρῷ ἐνετείλατο ἵνα γρηγορῇ». Στὸ θυρωρὸ τῆς οἰκίας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ εἶναι ἄγρυπνος, προσεκτικὸς καὶ νὰ περιμένει.

«Καὶ τῷ θυρωρῷ ἐνετείλατο ἵνα γρηγορῇ»

       Πολὺ παραστατικὴ ἔκφραση. Ὁ θυρωρὸς παρα­κολουθεῖ καὶ ἐλέγχει ποιὸς βγαίνει ἀπὸ τὸ σπίτι. Ὅταν ἔρθει κάποιος καὶ χτυπήσει, δὲν θὰ τοῦ ἀνοίξει ἀμέσως, παρὰ μόνο ὅταν βεβαιωθεῖ ὅτι εἶναι φίλος τοῦ σπιτιοῦ. Ἂν εἶναι κλέφτης καὶ ληστὴς καὶ κακοποιός, δὲν θὰ τοῦ ἀνοίξει. Ὅπως ὅμως ὁ θυρωρὸς πρέπει νὰ παραμένει ἄγρυπνος στὴ θέση του, γιὰ νὰ ἐκτελεῖ τὸ καθῆκον του, ἔτσι καὶ ὁ Χριστιανὸς εἴτε ἔχει ἀξίωμα ἐκκλησιαστικό, εἴτε εἶναι ἁπλὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ὅ,τι κι ἂν εἶναι ὁ καθένας μας, ὁποιαδήποτε θέση κι ἂν κατέ­χει στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἔχει καθήκοντα καὶ ὑ­ποχρεώσεις περισσότερες ἡ λιγότερες, τὶς ὅποιες πρέπει νὰ ἐκτελεῖ. Αὐτὰ τὰ καθήκοντα δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν πρόθυμη καὶ πιστὴ ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου. Πρέπει νὰ ἔχουμε πάντοτε στὸ μυαλό μας ὅτι γιὰ ὅλη γενικὰ τὴ συμπεριφορά μας θὰ δώσουμε λόγο στὸν Κύριο, ὅταν ἔρθει καὶ πάλι στὴ γῆ κατὰ τὴ δευτέρα παρουσία Του.

«Καὶ τῷ θυρωρῷ ἐνετείλατο ἵνα γρηγορῇ»!

      Ξέρεις, ἀδελφέ μου, τί σημαίνει νὰ γρηγοροῦμε περι­μένοντας νὰ ἔρθει κάποια στιγμὴ ὁ Κύριος μας καὶ πάλι στὴ γῆ; Σημαίνει ὄχι ἁπλά νὰ πιστεύουμε ὅτι θὰ ἔρθει, ἀλλὰ νὰ ποθοῦμε νὰ ἔρθει ὅσο πιὸ σύντομα. Νὰ συντε­λοῦμε στὸ νὰ γνωρίσουν ὅσο πιὸ πολλοὶ ἄνθρωποι τὶς ἀ­λήθειες τοῦ Εὐαγγελίου καὶ νὰ ὁδηγηθοῦν μὲ τὴν εἰ­λικρινὴ τοὺς μετάνοια στὸν Σωτήρα Χριστό. Ἐγρήγορση γιὰ τὸν Χριστιανὸ σημαίνει νὰ σκέπτεται συχνὰ τὴ μεγάλη ἀλήθεια ὅτι θὰ ἔρθει καὶ πάλι ὁ Χριστὸς στὴ γῆ καὶ νὰ εἶναι ἕτοιμος ἀπό στιγμὴ σὲ στιγμὴ νὰ τὸν ὑποδε­χθεῖ. Νὰ βρίσκεται πάντοτε μὲ τέτοια ψυχικὴ προετοι­μασία, ὅπως θὰ ἤθελε νὰ τὸν ἔβρισκε ὁ Κύριος, ὅταν θὰ ἔρθει. Νὰ μὴν ἀφήνει ποτὲ στὴν ψυχὴ τοῦ μολυσμὸ ἀπό ὁποιαδήποτε ἁμαρτία, ἀφοῦ θὰ εἶναι ἀπαλλαγμένος μὲ τὴ μετάνοια ἀπό κάθε ἐνοχή. Σημαίνει ἀκόμη ὅτι θὰ ἔχει στολισμένη τὴν ψυχή του μὲ ἄνθη ἁγιότητας καὶ καρ­ποὺς κάθε ἀρετῆς. Τί λές, ἀδελφέ μου; Μπορεῖς νὰ ἰσχυ­ρισθεῖς ὅτι ἐφαρμόζεις αὐτὸ ποὺ ὁ Κύριος διέταξε, «καὶ τῷ θυρωρῷ ἵνα γρηγορῇ»;
     Πανάγαθε Κύριε, ἡ συνείδησή μου μαρτυρεῖ ὅτι εἶμαι παραβάτης γιὰ πολλὰ ἄλλα, ἄλλα καὶ γιὰ τὴν ἐντολή Σου αὐτή, νὰ προσέχω δηλαδὴ καὶ νὰ ἀγρυπνῶ γιὰ τὴ σωτηρία μου. Ὤ, ἂν ἔρθεις τώρα, Κύριε, καὶ μὲ καλέσεις νὰ λογοδοτήσω ἐνώπιον τῆς Μεγαλοσύνης Σου! Χρέη πολλὰ καὶ μεγάλα βαρύνουν τὸν πνευματικό μου ἀπολογισμό. Παραλείψεις καθηκόντων, ἀθέτηση ἱερῶν ὑποσχέσεων, ἀδιαφορία γιὰ τὸν καταρτισμό μου. Πα­ράλληλα, ὀλιγοψυχία καὶ ἀδράνεια κρατοῦν τὴν ψυχὴ μαραμένη χωρὶς καρποὺς ἀρετῆς, χωρὶς ἔργα πίστεως καὶ ἀγάπης, χωρὶς ζῆλο καὶ προθυμία.Διῶξε, Κύριε, τὴ ραθυμία καὶ νωθρότητα. Ἀπάλλαξε μὲ ἀπό τὸν θανάσιμο κίνδυνο τοῦ ὕπνου, τῆς ἀδιαφορίας καὶ ἀμέλειας. Δῶσε νὰ θυμᾶμαι πάντοτε τὰ λόγια Σου: «καὶ τῷ θυρωρῷ ἐνετείλατο ἵνα γρηγορῇ», ὥστε μὲ ζῆλο πολὺ καὶ ἄνυσταχτη προθυμία νὰ ἑτοιμάζομαι γιὰ τὴν ὥρα ποὺ ἡ Μεγαλοσύνη Σου θὰ μὲ καλέσει ἀπό τὸν πρόσκαιρο κόσμο στὴν αἰώνια ζωή. Κύριε, εὐδόκησε τότε νὰ μὲ βάλεις στὰ δεξιά Σου καὶ παρὰ τὴν ἀναξιότητά μου νὰ μὲ ἀναδείξεις κληρονόμο τῶν ἀγαθῶν τῆς οὐράνιας βασιλείας Σου. Ἀμήν. ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ. Χριστοφ.Παπουτσοπούλου «Λόγοι Παρακλήσεως», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).