ΚΕΙΜΕΝΟ
«ἀνέβης εἰς ὕψος, ἠχμαλώτευσας αἰχμαλωσίαν, ἔλαβες δόματα ἐν ἀνθρώποις καί γάρ ἀπειθοῦντας τοῦ κατασκηνῶσαι».
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
" Κύριε, ὕψιστε, ἐδείχθης μέγας καὶ ὑψηλός• ἀνέβης εἰς τοῦ οὐρανοῦ τὸ ὕψος, ἀφοῦ κατήγαγες αἰώνιον θρίαμβον, ἠχμαλώτισας πλῆθος αἰχμαλώτων, τοὺς ὁποίους σύρεις δεμένους ὄπισθέν σου, ἔλαβες πλούσια δῶρα ἐν μέσῳ τῶν ἀνθρώπων ὡς φόρον ὑποτελείας των πρὸς σέ. Ἔλαβες δέ ταῦτα ὄχι μόνον ἀπό ἐκείνους πού εὐπειθῶς σέ ἀναγνωρίζουν βασιλέα των, ἀλλά καί παρά τῶν ἀπειθούντων ἔτι καί δυστροπούντων, ἵνα καί μεταξύ αὐτῶν κατασκηνώσῃς ὡς κυριάρχης των» ( Ἀπό τήν «ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας», τ. 10ος, «ἔκδοση «ΣΩΤΗΡ»
ΣΧΟΛΙΟ
«… Καὶ ὁ θεῖος Παῦλος, ἐνθυμούμενος τὸ ὑπέροχον ψαλμικὸν χωρίον, γράφει: «Ἀναβάς εἰς ὕψος ἠχμαλώτευσεν αἰχμαλωσίαν καὶ ἔδωκε δόματα τοὶς ἀνθρώποις» (Ἐφεσ. δ’ 8). Δηλαδή, ὅταν διὰ τῆς ἀναλήψεώς του ὁ Χριστὸς ἀνέβη ψηλὰ εἰς τὸν οὐρανόν, ἐδεσεν αἰχμαλωτισμένους τοὺς ἐχθρούς του καὶ ἔδωκε χαρίσματα εἰς τοὺς ἀνθρώπους.
Διά πολέμους, νίκας καὶ αἰχμαλωσίας μᾶς ὁμιλοῦν καὶ τὰ δυὸ χωρία. Ἄς ἴδωμεν ὅμως ἀναλυτικώτερον ποῖος εἶναι ὁ πολεμιστής, ποὺ κατήγαγε τὴν λαμπράν νίκην εἰς τὸν πόλεμον, ποὺ ἔκαμε, καὶ ποιὸς ὁ αἰχμάλωτος, τὸν ὁποῖον ἒσυρεν ὀπίσω ἀπό τὸ ἅρμα του τὸ θριαμβευτικόν; Ὁ νικητὴς δὲν εἶναι ἄλλος, παρὰ ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ποὺ ἀναλαμβάνεται εἰς τὸν οὐρανόν. Εἶναι ὁ μέγας νικητὴς εἰς τὸν πόλεμον κατὰ τοῦ προαιώνιου ἐχθροῦ τῆς ἀνθρωπότητος, τοῦ σατανᾶ. Εἶναι ὁ μοναδικὸς νικητής του. Πολεμικοὺς θριάμβους καὶ τρόπαια αἰχμαλωσίας ἀναφέρει ἡ ἱστορία πολλά. Καὶ μὲ τὸν τίτλον τοῦ μεγάλου ἐχαρακτήρισε στρατηγοὺς καὶ αὐτοκράτορας, ποὺ πίσω ἀπό τὸ στολισμένον ἅρμα τους ἒσυραν δεμένους βασιλεῖς καὶ ἀρχιστρατήγους. Ὅμως κανένας ἀπό αὐτοὺς δὲν ἐνίκησε τὸν προαιώνιον ἐχθρόν μας, τὸν διάβολον, ὁ ὁποῖος καθ’ ὅλην τὴν διαδρομὴν τῶν αἰώνων ἐξηκολούθει νὰ εἶναι ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου· ὁ κυρίαρχος τοῦ ἁμαρτωλοῦ πλανήτου, ὁ φοβερὸς τύραννος. Καὶ μόνον ἕνας ἀντεπεξῆλθε κατὰ τοῦ φοβεροῦ ὄφεως, ποὺ μὲ τὸ δηλητήριόν του ἐδηλητηρίαζεν ἄτομα καὶ λαοὺς ἐπολέμησε καὶ ἐνίικησε. Καὶ ἐξεπληρώθη ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν διάβολον ἔπειτα ἀπό τὴν πτῶσιν, εἰς τὴν ὁποίαν παρέσυρε τοὺς πρωτοπλάστους· «αὐτός σου συντρίψει κεφαλήν, καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν» (Γεν. γ’ 15). Καὶ πράγματι ἐκεῖνος μὲν ὁ ἀρχέκακος ὄφις, «ὁ ἄρχων τῆς ἐξουσίας τοῦ ἀέρος», ἀφοῦ ἐχρησιμοποίησεν ὄργανά του τοὺς ἄρχοντας τοῦ Ἰσραὴλ καὶ τὴν Ρωμαικὴν ἐξουσίαν, τὸν ἐκτύπησεν εἰς τὴν πτέρναν τὸν ὕψωσεν ἐπί τοῦ σταυροῦ· καὶ ἐνόμισεν, ὅτι κατήγαγεν ἐναντίον του νίκην περιφανῆ· ὅμως τὸν σταυρὸν ἠκολούθησεν ἡ Ἀνάστασις. Καὶ ἔτσι μὲ τὸν σταυρὸν καὶ τὴν ἀνάστασιν ἡ νίκη τοῦ Κυρίου κατὰ τοῦ διαβόλου ὑπῆρξεν ὁλοκληρωτική. Τὸ κράτος τοῦ σατανᾶ κατελύθη· ὁ ἅδης ἐσυλήθη· τὸ ἀνθρώπινον γένος ἠλευθερώθη· ὁ διάβολος κατησχύνθη· ἔχασε τὴν δύναμίν του ὁ κοσμοκράτωρ.
Αὐτὴν τὴν μάχην, εἰς τὴν ὁποίαν ὁ οὐράνιος κατακτητὴς ἀνεδείχθη τόσον μέγας νικητής, ἐσήμαιναν τὰ ἐρυθρά του ἱμάτια, διὰ τὰ ὁποῖα διηπόρουν οἱ ἄγγελοι, ὅταν τὸν ὑπεδέχοντο εἰς τοὺς οὐρανοὺς μὲ ἔκπληξιν καὶ ἀπορίαν. «Διατί, ἔλεγαν, εἶναι ἐρυθρὸ τὰ ἱμάτια του;» Διά νὰ πάρουν τὴν ἀπάντησιν διότι ἔρχεται ἀπό τὴν μάχην τὴν μεγάλην, τὴν μάχην κατὰ τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους. Καὶ ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης εἰς τὴν Ἀποκάλυψίν του τὸν εἶδε νὰ εἶναι «περιβεβλημένος ἱμάτιον βεβαμμένον ἐν αἵματι, καὶ κέκληται τὸ ὄνομα αὐτοῦ, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ» (Ἀποκ. ιθ’ 13). Δηλαδή, ἔχει ἐνδυθῆ μὲ ἔνδυμα βαμμένον μὲ αἷμα, διότι ἔχυσε τὸ αἷμα του διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων καὶ διὰ τὴν θυσίαν του αὐτὴν ἀνυψώθη ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς νικητὴς αἰώνιος. Καὶ τὸ ὄνομά του ἔχει κληθῆ πρὸ πάντων τῶν αἰώνων ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ.
Ἰδού, λοιπόν, ποῖος εἶναι ὁ νικητής, ποὺ μετὰ τὴν νίκην του θριαμβευτὴς ἄνερχεται εἰς τὸν οὐρανόν. Εἶναι ὁ πανάγιος του Θεοῦ Λόγος, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἀνθρωπίνήν του φύσιν θεωμένην ἀναλαμβάνεται, διὰ νὰ καθήση εἰς τὰ δεξιά του Πατρός, φὲρων τὰ σύμβολα τοῦ Πάθους του.
Καὶ τὰ δόματα ποῦ ἔδωκεν εἰς τοὺς ἀνθρώπους; Ὤ! Αὐτὰ εἶναι τὰ μεγάλα δῶρα, ποὺ ἀπέρρευσαν ἀπό τὸν σταυρόν του καὶ τὴν ἀνάστασίν του. Εἶναι δῶρα θεῖα, οὐράνια, ἀναφαίρετα, μοναδικά. Εἶναι ἡ σωτηρία πού μᾶς ἐχάρισεν ἡ ἀπολύτρωσις πού μᾶς προσέφερεν ἐν τῷ αἳματί του· ἡ νέα ζωή, εἰς τὴν ὁποίαν μᾶς καλεῖ καὶ ἡ ὁποία τόσον πλούσια ἐκχύνεται ἀπό τὸν ζωοποιόν του σταυρὸν καὶ τὴν ἁγίαν του ἀνάστασιν. Εἶναι ἡ υἱοθεσία, πού μας χαρίζει, διότι μετὰ τὴν μεγὰλην του νίκην γινόμεθα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ κατὰ χάριν καὶ ἀδελφοὶ ἰδικοί του, ἀφοῦ Ἐκεῖνος εἶναι «πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς»· μᾶς χαρίζει τὸν οὐρανόν, τὸν παράδεισον, τὴν αἰώνιον ζωήν, ἵνα συμβασιλεύωμεν μαζί του καὶ «ἐσθίωμεν καὶ πίνωμεν ἐπί τῆς τραπέζης του ἐν τῇ βασιλείᾳ του» (Λουκ. κβ’ 30). Αὐτὰ τὰ μεγάλο χαρίσματα, ἀλλὰ καὶ τὰ εἰδικώτερα «χαρίσματα» τοῦ Ἁγίου Πνεύματος χαρίζει ὁ ἀναληφθείς εἰς τοὺς οὐρανοὺς Κύριος εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ τὸν ἀναγνωρίζουν σωτῆρα των καὶ ὑπακούουν εἰς τὸν ἅγιον Νόμον του.
Ἄς τὸν δοξολογήσωμεν, λοιπόν, τὸν ἀναλαμβανόμενον εἰς τὸν οὐρανὸν Κύριόν μας μαζὶ μὲ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς ἀγγέλους. Ἄς τὸν εὐχαριστήσωμεν, διότι μὲ τὴν μεγάλην του νίκην ἐχάρισε καὶ εἰς ἡμᾶς οὐράνια «δόματα» καὶ χαρίσματα. Καὶ ἂς τὸν παρακαλῶμεν νὰ εὑρίσκεται πάντοτε μαζί μας κατὰ τὴν θείαν του καὶ ἀψευδῆ ἐπαγγελίαν καὶ νὰ τὸν συναντήσωμεν εἰς τὸν οὐρανόν, ὅταν πλησίον Του μας καλέση». ( Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ», ἔτος 1982, σ.305-306)