Ἀπὸ τὸν λόγον εἰς τὴν Πεντηκοστήν τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου (Ἡ μετάφραση εἶναι παρμένη ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ», τοῦ ἔτους 1961, σ.311)
«Τοῦτο τὸ Πνεῦμα δημιουργεῖ τὴν πνευματικὴν ἀναγέννησιν… Τοῦτο τὸ Πνεῦμα, σοφώτατον καί φιλανθρωπότατον καθὼς εἶναι, ἂν ἕνα βοσκὸν παραλάβῃ, τὸν ἀναδεικνύει ποιητήν, ὁ ὁποῖος ψάλλει συνεχῶς εἰς τὸν Θεὸν καὶ ἀποκοιμίζει τὰ πονηρὰ πνεύματα, καὶ τὸν καθιστᾷ βασιλέα τοῦ Ἰσραήλ. Ἐὰν εὕρῃ αἰγοβοσκόν, ποὺ κόπτει μὲ τὰ χέρια του συκάμινα (οἱ καρποὶ τῆς συκαμίνου, τῆς συκομορέας), τὸν ἀναβιβάζει εἰς τὴν θέσιν τοῦ προφήτου. Ἐνθυμήσου τὸν Δαυίδ, τὸν βασιλέα καὶ ψαλμῳδὸν καὶ τὸν Ἀμῶς τὸν προφήτην. Ἐὰν παραλάβῃ μικρὸν παιδίον γεμᾶτον ἀπὸ εὐφυίαν, τὸ κάμνει, παρὰ τὸ νεαρὸν τῆς ἡλικίας του, κριτὴν τῶν πρεσβυτέρων, τῶν ὁποίων ἔργον ἧτο καὶ ἡ ἀπόδοσις τῆς δικαιοσύνης. Αὐτὸ δέν συνέβη μὲ τὸν Δανιήλ, ὁ ὁποῖος ἀνεδείχθη καί νικητὴς τῶν λεόντων μέσα εἰς τὸν λάκκον, πού τὸν ἔρριψαν; Ἐὰν εὕρῃ ἁλιεῖς, τοὺς σαγηνεύει καὶ τοὺς ὁδηγεῖ κοντὰ εἰς τὸν Χριστόν, διὰ νά τοὺς ἀναδείξῃ ἀποστόλους, οἱ ὁποῖοι συλλαμβάνουν ὅλον τὸν κόσμον μὲ τὸν θεῖον λόγον, τὸν ὁποῖον ἐχρησιμοποίησαν διὰ νά τὸν προσελκύσουν κοντὰ του. Ἐνθυμήσου τὸν Πέτρον καὶ τὸν Ἀνδρέαν καὶ τοὺς υἱοὺς τῆς βροντῆς, τὸν Ἰάκωβον καὶ τὸν Ἰωάννην, οἱ ὁποῖοι μετὰ δυνάμεως πολλῆς μετέδωκαν τὰ πνευματικὰ τοῦ Κυρίου διδάγματα. Ἐὰν εὕρῃ τελώνας, τοὺς κερδίζει καὶ τοὺς κάμνει τοῦ Κυρίου μαθητὰς καὶ τοὺς ἀναδεικνύει ἀποστόλους, ποὺ διαρκῶς κινοῦνται διὰ τὴν σωτηρίαν ψυχῶν. Αὐτὸ δεν ἀποδεικνύει ὁ Ματθαῖος, ὁ ὁποῖος χθὲς ἧτο τελώνης καὶ σήμερον εὐαγγελιστής; Ἐὰν πλησίαση διώκτας γεμάτους πύρινον ζῆλον κατὰ τῶν Χριστιανῶν, μετατρέπει τὸν ζῆλον των εἰς ἐνεργείας θαυμαστὰς ὑπὲρ τῆς πίστεως καὶ δημιουργεῖ Παύλους ἀντὶ Σαύλων. Καὶ τόσον μεγαλυτέρα εἶναι ἡ εὐσέβεια εἰς τὴν ὁποίαν ὁδηγοῦνται, ὅσον μεγαλυτέρα ἧτο ἡ κακία, εἰς τὴν ὁποίαν εὑρίσκοντο.
Τοῦτο τὸ Πνεῦμα εἶναι καὶ Πνεῦμα πραότητος, ἐνῶ συγχρόνως δημιουργεῖ ἰσχυροτάτους ἐρεθισμοὺς εἰς ὅσους ἁμαρτάνουν, διὰ νά ἀκολουθήσουν τὴν ζωὴν τῆς ἁγιότητος. Λοιπόν, ἂς λάβωμεν καὶ ἡμεῖς πεῖραν τῆς ἐνεργείας Του, ἡ ὁποία εἶναι γεμάτη πραότητα, καὶ ὄχι τῆς ὀργῆς Του. Καὶ θὰ τὸ ἐπιτύχωμεν αὐτό, ὅταν ὁμολογῶμεν τὴν πολλὴν του ἐπιθυμίαν νά μᾶς ὁδηγήση εἰς μετάνοιαν, καὶ ἀποφεύγωμεν μὲ ὅλας τάς δυνάμεις μας τὴν ἁμαρτίαν, ἡ ὁποία ἠμπορεῖ νά μᾶς κάμῃ ἀμετανοήτους, καὶ δέν θελήσωμεν νά τὸ ἴδωμεν νά εἶναι ἐναντίον μας ὠργισμένον καὶ νά μὴ μᾶς συγχωρῇ, διότι μένομεν ἀμετανόητοι…
Τοῦτο ἐκηρύχθη μὲν ὑπὸ τῶν προφητῶν, ὅπως φανερώνει ὁ λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς «Πνεῦμα Κυρίου ἑμέ…» καὶ «κατέβη Πνεῦμα Κυρίου καὶ ὡδήγησεν αὐτούς» καὶ «Πνεῦμα ἐπιστήμης» ὀνομάζεται, τὸ ὁποῖον ἐγέμισε τὸν Βεσελεήλ, τὸν ἀρχιτέκτονα τῆς σκηνῆς… Ἐπηγγέλθη δὲ ὑπὸ μὲν τοῦ προφήτου Ἰωήλ παλαιά… Ὑπὸ δὲ τοῦ Ἰησοῦ κατὰ τὸν χρόνον τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας Του.
Ἡ παρουσία δὲ τοῦ Πνεύματος θὰ ἐγίνετο ἀφορμὴ νά δοξάζηται ὑπὸ τοῦ Πατρὸς καὶ νά ἀντιδοξάζη τὸν Πατέρα. Καὶ ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ καὶ ὑπεσχέθη ὁ Κύριος (πόσον μεγάλη καὶ πλουσία ὑπόσχεσις! ), ὅτι θὰ μένῃ μαζί μας πάντοτε καὶ θὰ συνδιαιωνίζη μεθ’ ἡμῶν τόσον κατὰ τὴν παροῦσαν ζωήν, ὅσον καὶ κατὰ τὴν μέλλουσαν. Καὶ θὰ γινώμεθα ἄξιοι τῆς παρουσίας Του καὶ τῆς ἀπολαύσεως καὶ τῶν ἐδῶ καὶ τῶν ἐκεῖ ἀγαθῶν, ἐὰν μὲ τὴν ζωὴν μας τὴν προσεκτικὴν τὸ κρατῶμεν ἐξ ὁλοκλήρου πλησίον μας καὶ δέν τὸ ἀπομακρύνωμεν μὲ τάς ἁμαρτίας μας».