Ψαλμός ρε’ 2

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Τίς λαλήσει τάς δυναστείας τοῦ Κυρίου, ἀκουστάς ποιήσει πάσας τάς αἰνέσεις αὐτοῦ»;

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

    «Ποῖος  θά δυνηθῇ νά κάμῃ λόογν καί νά ἐξυμνήσῃ ἐπαξίως τά ἔργα καί τά θαυμαστά τῆς δυνάμεως τοῦ Κυρίου καί νά κάμ{ἀκουστούς πάντας τούς ἁρμόζοντας ὕμνους εἰς αὐτόν;» ( Ἀπό τήν «ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΕΤΑ ΣΥΝΤΟΜΟΥ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ», τόμος 10ος,  ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»)

ΣΧΟΛΙΟ

    Ὁ ἰσραηλΙτικός λαός ἦταν ὁ ἐκλεκτός λαός τοῦ Θεοῦ. «Ἐν χειρὶ κραταιᾷ καί ἐν βραχίονι ὑψηλῷ» (Ψαλμ. ρλε’ 12) ἐλευθέρωσε τόν λαό Του ὁ Θεός ἀπό τήν τυραννία τῆς Αἰγύπτου. Μετέβαλε τήν Ἐρυθρά θάλασσα σέ ξηρά, ὥστε νά τήν διαβοῦν οἱ Ἰσραηλίτες ἀβρόχοις ποσί, ἐνῶ εὐθύς ἀμέσως οἱ Αἰγύπτιοι θάφτηκαν στά ὑγρά μνήματά της. Μέ οὐράνιο ἄρτο, μέ τό θεόσταλτο μάννα ἔθρεψε τόν λαό στήν ἔρημο ἐπί σαράντα ὁλόκληρα χρόνια, χωρίς ἐκεῖνοι νά σπείρουν καί νά θερίσουν. Ἀπό κατάξερους βράχους θαυματουργικά ἔκανε νά ἀναβλύσουν ὁρμητικά ποτάμια. Νεφέλη τούς σκέπαζε, γιά νά μήν τούς κατακαίουν οἱ καυστικές ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου· νεφέλη ἡ ὁποία τή νύχτα μεταβαλλόταν σέ φωτεινή πηγή πού ἐξέπεμπε γλυκό καί ἱλαρό φῶς. Ὅλα αὐτά ἦταν ἀδιάψευστες ἀποδείξεις τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καί τῆς φιλόστοργης πατρικῆς Του προνοίας.
    Ἦταν λίγοι σέ σύγκριση μέ τά εἰδωλολατρικά ἔθνη τά ὁποῖα τούς ἐχθρεύονταν. Ἀλλά τί μ’ αὐτό; Ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ πού τούς ἐνίσχυε, τούυς χάριζε πάντοτε τή νίκη. Τί καί ἄν οἱ ἐχθροί τους ἦταν οἱ ἀλαζόνες Γολιάθ; Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Δαβίδ, ἄνθρωποι τῆς πίστεως καί τῆς ἀφοσιώσεως, γίνονταν ὄργανα τοῦ Θεοῦ,γιά νά ἐκδηλώνεται μέ τόν πιό ἐπίσημο τρόπο ὅτι ὁ ἰσραηλίτικος λαός ἦταν ὁ ἐκλεκτός καί περιούσιος λαός τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ θεοκίνητος Ψαλμωδός ἀναλογιζόμενος τά συνεχῆ θαύματα καί τήν ἀδιακόπη φροντίδα τοῦ Θεοῦ ὑπέρ τοῦ λαοῦ, ἐκφράζοντας μάλιστα τήν πεποίθηση καί τήν εὐγνωμοσύνη ὅλου τοῦ λαοῦ, μέ συναισθήσῃ καί εὐλάβεια ἀναφωνεῖ: Τίς λαλήσει τάς δυναστείας τοῦ Κυρίου, ἀκουστάς ποιήσει πάσας τάς αἰνέσεις αὐτοῦ; Ποιός θά μπορέσει πότε νά ἀπαριθμήσει, νά περιγράψει, νά ἐξυμνήσει ἐπάξια τά πανθαύμαστα ἔργα καί κατορθώματα τοῦ παντοδύναμου Κυρίου; Ποιός μπορεῖ νά συνθέσει τούς ὕμνους πού ἁρμόζουν καί νά τούς πεῖ, ὥστε νά τούς ἀκούσουν ὅλοι οἱ εὐεργετημένοι ἀπό τόν Θεό, ὅλοι οἱ λογικοί ἄνθρωποι; Ὦ, κανένας, ἀπολύτως κανένας δέν εἶναι σέ θέση νά πραγματοποιήσει τό ἔργο αὐτό. Ὑπερβαίνει τα ὅρια ὄχι μόνο τῆς ἀνθρωπίνης δυνάμεως, ἀλλά καί τίς ἱκανότητες αὐτῶν τῶν οὐρανίων ἀσωμάτων ἀγγέλων.
    «Τίς λαλήσει τάς δυναστείας τοῦ Κυρίου»; Ἀδελφέ μου, ἔχεις προσπαθήσει καμιὰ φόρα νά θυμηθεῖς λεπτομερῶς πόσες φορές, ποῦκαί πῶς σέ προστάτεψε, σέ διαφύλαξε, σέ εὐεργέτησε ὁ Θεός;
    Ἔχεις σκεφθεῖ τί θά ἤσουν τώρα, ἄν ἡ πατρική Του ἀγάπη δέν ἐκδηλωνόταν πλούσια καί πρός ἐσένα, ἄν οἱ ὠκεανοί τῶν δωρεῶν Του δέν σέ περιέβαλλαν ἀπό παντοῦ; Ἄφησε, ἀδελφέ, τούς ψυχρούς καί ἀδιαφόρους, ἄφησε ἐκείνους πού νομίζουν ὅτι ὅλα γίνονται τυχαία, καί ἔλα νά σκεφθοῦμε βαθύτερα, ὑπεύθυνα, σάν χιλιοευεργετημένα παιδιά τοῦ Θεοῦ.
    Πόσους κινδύνους περάσαμε στή ζωή μας ἀπό ἀρρώστιες, ἀπό πολέμους, ἀπό δύσκολες συνθῆκες, ἀπό ἐνέργειες ἄστοχες, ἀπό τήν ἐπιπολαιότητά μας καί τήν ἀκρισία μας, ἀπό τήν ὀλιγοπιστία καί ἀδιαφορία μας! Ἀλλά καί πόσες ἄλλες φορές, πού νομίζαμε ὅτι δέν γινόταν ἐκεῖνο πού ἐμεῖς ὑπολογίζαμε ὡς συμφέρον καί ὠφέλιμο γιά μᾶς, εἴδαμε ἐκ τῶν ὑστέρων ὅτι ἡ ματαίωση τῶν σχεδίων μας καί ἡ πρόσκαιρη διάψευση τῶν ἐλπίδων μας ἦταν πάνσοφη καί πανθαύμαστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς! Μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός ὄχι ἁπλῶς ἐκεῖνα πού ἐμεῖς ἐπιδιώκαμε, ἄλλα «ὑπερεκπερισσοῦ ὧν ᾐτησάμεθα ἤ ἐνοήσαμεν» (Ἐφεσ. γ’ 20). Ἐνέργειες τῆς θείας Προνοίας, τίς ὁποῖες ἐμεῖς ἐκ πρώτης ὄψεως νομίσαμε ὅτι ἦταν ἐγκατάλειψη καί ἀδιαφορία ἤ καί δυσμένεια τοῦ Θεοῦ ἀπέναντί μας, ἀποδείχθηκαν ἐκ τῶν ὑστέρων ὅτι ἔκρυβαν ἔλεος Θεοῦ καί εὐσπλαχνία ἀπερίγραπτη.
    Τί νά πεῖ κανείς καί γιά τήν προστασία τοῦ ἔθνους μας ἀπό κινδύνους κι ἐχθρούς κατά τή μακραίωνη ἱστορία του; «Τίς λαλήσει τάς δυναστείας τοῦ Κυρίου»  καί μέ τή χριστιανική Ἑλλάδα;
Καί αὐτά μέν κάπως τά συλλαμβάνει ὁ νοῦς μας καί σ’ ἕνα βαθμό τά συνειδητοποιοῦμε. Ἀλλ’ ὅμως πόσες καί πόσες ἄλλες εὐεργεσίες καί θαυμαστές ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ὑπάρχουν καί γίνονται γιά μᾶς, χωρίς ἐμεῖς νά τό ἀντιλαμβανόμαστε καί χωρίς ἐμεῖς οὔτε κἄν νά τό ὑποψιαζόμαστε! Μέ ποιούς τρόπους ἐνεργεῖ ὁ Πανάγαθος, γιά νά μᾶς ὁδηγήσει σέ μετάνοια, γιά νά μᾶς βοηθήσει νά γνωρίσουμε βαθύτερα τήν ἠθική καί πνευματική καταστάση τῆς ψυχῆς μας! Πώς παρηγορεῖ τόν θλιμμένο, πώς στηρίζει τόν κλονισμένο, πώς ἐνισχύει τόν ἀδύνατο, πώς αὐξάνει τήν πιστή, πώς τροφοδοτεῖ τήν ἐλπίδα, πώς θερμαίνει τήν ἀγάπη ὅλων μας, ἀνάλογα βέβαια μέ τίς ἀνάγκες τοῦ καθενός μας! Γι’ αὐτό ὀφείλουμε νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό ὄχι μόνο γιά τίς φανερές καί γνωστές σ’ ἐμᾶς εὐεργεσίες Του, ἀλλά καί γιά τίς ἀφανεῖς καί ἄγνωστες. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος στήν ἀρχή τῆς μεγάλης εὐχῆς τῆς ἁγίας ἀναφορᾶς κατά τή θεία Λειτουργία λέει πρός τόν Θεό Πατέρα ὅτι εἶναι ἄξιο καί δίκαιο νά Τόν εὐχαριστοῦμε ὑπέρ πάντων ὧν ἴσμεν καί ὧν οὐκ ἴσμεν, τῶν φανερῶν καί ἀφανῶν εὐεργεσιῶν, τῶν εἰς ἡμᾶς γεγενημένων. Δηλαδή γιά ὅλες τίς φανερές καί ἀφανεῖς, τίς γνωστές καί ἄγνωστες σ’ ἐμᾶς εὐεργεσίες Του. Ὁ Μέγας Βασίλειος χρησιμοποιεῖ στό ἴδιο σημεῖο τῆς δικῆς του θείας Λειτουργίας τά ἴδια ἀκριβῶς λόγια τοῦ Ψαλμωδοῦ, προσαρμόζοντάς τα καταλλήλως: «Τίς ἱκανός λαλῆσαι τάς δυναστείας σου; ἀκουστάς ποιῆσαι πάσας τάς αἰνέσείς σου ἤ διηγήσασθαι πάντα τα θαυμάσιά σου ἐν παντί καιρῷ»; Πάτερ οὐράνιε, λέει, ποιός εἶναι ἱκανός νά μιλήσει ἐπάξια γιά τά ἔργα τῆς δυνάμεώς Σου ἤ νά ἐξαγγείλει στούς ἀνθρώπους ὅλες τίς ὀφειλόμενες σ’ Ἐσένα δοξολογίες καί τούς ἐπαίνους ἤ νά διηγηθεῖ ὅλα τά θαυμάσια ἔργα, ὅσα ἔκανες σέ κάθε ἐποχή; Κανένας, ἀπολύτως κανένας. Καί τό νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό καί νά διηγούμαστε τά θαυμάσιά Του, δῶρο δικό Του εἶναι καί τῆς χάριτος Του. Ἔλα λοιπόν, ἀδελφέ, νά Τοῦ ἀναπέμψουμε μέ τόν δικό Του φωτισμό λίγα λόγια εὐχαριστίας καί δοξολογίας.

    Ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ Θεός τοῦ σῴζειν, Σύ ἡμᾶς δίδαξον εὐχαριστεῖν Σοι ἀξίως ὑπέρ τῶν εὐεργεσιῶν Σου, ὧν ἐποίησας καί ποιεῖς μεθ’ ἡμῶν. Εὐχαριστοῦμέν Σοι τῷ Σωτῆρι τῶν ὅλων Θεῷ, ὅτι πάντα ποιεῖς εἰς εὐεργεσίαν τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἵνα διά παντός πρός Σέ ἀποβλέπωμεν, τόν Σωτήρα καί Εὐεργέτην τῶν ἡμετέρων ψυχῶν. Ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν καί πρόσδεξαι τήν δέησιν ἡμῶν ἐν τῇ μεγάλῃ Σου εὐσπλαγχνίᾳ, ὅτι πρός Σέ καταφεύγομεν τόν ἐλεήμονα καί παντοδύναμον Θεόν. Λάμψον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν τόν ἀληθινόν ἥλιον τῆς Δικαιοσύνης Σου φώτισον τόν νοῦν ἡμῶν καί τάς αἰσθήσεις ὅλας διατήρησον, ἵνα ὡς ἐν ἡμέρᾳα εὐσχημόνως περιπατοῦντες τήν ὁδόν τῶν ἐντολῶν Σου καταντήσωμεν εἰς τήν ζωήν τήν αἰώνιον. Ὅτι σύ εἶ ὁ δοτὴρ τῶν ἀγαθῶν καί  Σοί τήν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καί τῷ Υἱῷ καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καί ἀεί καί εἰς τους αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.»
( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ.Χριστοφ.Παπουτσοπούλου «ΟΙ ΣΠΕΙΡΟΝΤΕΣ ΕΝ ΔΑΚΡΥΣΙΝ», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).