ΚΕΙΜΕΝΟ
«Ἀφιλάργυρος ὁ τρόπος, ἀρκούμενοι τοῖς παροῦσιν· αὐτός γάρ εἴρηκεν· οὐ μή σε ἀνῶ οὐδ’ οὐ μή σε ἐγκαταλίπω»
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Ἡ ἐσωτερική διάθεσις τῆς ψυχῆς σας ἄς εἶναι ἀφιλάργυρος καί νά εἶσθε εὐχαριστημένοι μέ ἐκεῖνα, πού ἔχετε κατά τό παρόν, ἐμπιστευόμενοι τούς ἑαυτούς σας εἰς τήν θείαν Πρόνοιαν. Διότι αὐτός ὁ Θεός εἶπεν· Ὄχι· δέν θά σέ ἀφήσω οὔτε θά σέ ἐγκαταλείψω ποτέ» ( Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).
ΣΧΟΛΙΟ
«Αὐτό πού συνιστᾶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν εἶναι μόνο σοφό, ὀρθό καί ἀληθινό, ἀλλά καί θεόπνευστο. Μή ζητᾶτε τά περισσότερα, μᾶς λέει, ἀλλά νά ἀρκεῖσθε σέ ὅσα ἔχετε• εἴτε πολλά εἴτε λίγα εἶναι αὐτά. Μήν ἀφήνετε τή φαντασία σας νά σᾶς παραπλανᾶ καί νά σᾶς παροῦσιάζει παραδείσους εὐτυχίας, ἄν εἴχατε περισσότερα ὑλικά ἀγαθά. Μήν ὀνειροπολεῖτε καί μή μεταφέρεστε σέ κόσμους φανταστικούς, ὀνειρεμένους, ὥστε νά στενοχωριέστε καί νά λυπᾶστε διότι δέν τούς ἔχετε. Πηγή πραγματικῆς εὐτυχίας καί ἀληθινῆς μακαριότητας εἶναι τό νά ἀρκεῖται ὁ ἄνθρωπος σέ ὅσα ὁ πανάγαθος Θεός τοῦ δίνει, εὐλογώντας τήν ἐργασία του• νά εὐχαριστεῖ δέ καί νά δοξολογεῖ τόν πάνσοφο χορηγό γιά ὅλα τά χαρίσματα καί τίς ποικίλες δωρεές καί εὐεργεσίες Του.
Μπορεῖ ὅμως μερικοί νά σκέπτονται ὡς ἑξῆς: Ἀλλά τί λοιπόν; Φραγμό μᾶς θέτει ἡ Ἁγία Γραφή στίς ἐπιδιώξεις μας; Μᾶς ἀπαγορεύει λοιπόν νά ἀναπτύσσουμε δραστηριότητες καί μᾶς ἀναγκάζει νά περιοριζόμαστε στό μέτριο καί τό λίγο;
Ε ὄχι βέβαια. Δέν εἶναι αὐτός ὁ σκοπός τοῦ θεόπνευστου παραγγέλματος, ἀφοῦ ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἐπαίνεσε καί βράβευσε τούς ἀγαθούς ἐκείνουύς δούλους, οἱ ὁποῖοι ἐργάσθηκαν μέ ἐπιμέλεια καί δραστηριότητα καί πολλαπλασίασαν τά τάλαντα τά ὁποῖα ὁ κύριός τους τούς ἐμπιστεύθηκε. Αὐτό πού ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ θέλει νά μᾶς διδάξει, εἶναι τοῦτο: Ἐάν, παρά τίς φιλότιμες προσπάθειές μας, Ἐάν, παρά τόν κόπο πού καταβάλλουμε καί τή δραστηριότητα πού ἀναπτύσσουμε, κρίνει ὁ Θεός ὅτι δέν πρέπει νά ἀποκτήσουμε περισσότερα, ἐμεῖς νά μή λυπούμαστε, νά μή δυσανασχετοῦμε, ἀλλά νά δεχόμαστε μέ ὑπομονή τό θεῖο θέλημα. Νά μένουμε εὐχαριστημένοι μέ ὅσα κάθε φόρα ἀπολαμβάνουμε, ἔστω καί ἄν εἶναι λιγότερα ἀπό ὅσα εἴχαμε στό παρελθόν, ἤ καί ἀκόμη ἄν δέν ἐπαρκοῦν καί δέν ἀνταποκρίνονται στίς παροῦσες ἀνάγκες μας καί γιά ὅσες στό μέλλον μπορεῖ νά μᾶς παροῦσιασθοῦν. Ἐφόσον δέν συνηθίσαμε νά εἴμαστε εὐχαριστημένοι μέ ὅσα ἔχουμε, πάντοτε θά ἀναζητοῦμε τά περισσότερα. Ἀλλά καί ὅσο περισσότερα ἀποκτήσουμε, ἐάν δέν «ἀρκούμεθα τοῖς παροῦσι», θά τά θεωροῦμε λίγα.
«Ἀρκούμενοι τοῖς παροῦσι».
Ἔλα, ἀδελφέ μου, νά δοῦμε πάνω στά πράγματα πόσο δυστυχής γίνεται κανείς, ὅταν δέν ἐφαρμόζει τή θεόπνευστη αὐτή παραγγελιά τοῦ θείου Παύλου. Σκέψου τόν ἔμπορο ἐκεῖνο ὁ ὁποῖος δέν ἀρκεῖται σέ ὅσες ἐργασίες οἱ ἱκανότητες του καί τά οἰκονομικά του μέσα τοῦ ἐπιτρέπουν, ἀλλά θέλει ἀπερίσκεπτα νά ἐπεκτείνει τίς ἐπιχειρήσεις του, ἐπιζητώντας ἔτσι περισσότερο κέρδος. Γιά νά ἱκανοποιήσει τόν πόθο τῆς φιλοχρηματίας του καί γιά νά ἐπαυξήσει τά κέρδη του καταφεύγει στά δάνεια. Παίρνει ἀπό τόν ἕνα, γιά νά τά δώσει στόν ἄλλο. Δανείζεται ἀπό αὐτόν, γιά νά ἐξοφλήσει ἐκεῖνον. Ἕως ὅτου ἔρχεται ἡ κρίσιμη ὥρα καί ξεσπάει ἡ χρεωκοπία καί χάνει ὅσα εἶχε καί δέν εἶχε, καί «Κύριος οἶδε» πόσους ἄλλους παίρνει στόν λαιμό του. Γιατί; Γιατί δέν ἐφήρμοσε τό «ἀρκούμενοι τοῖς παροῦσι».
Ὦ, ἐκεῖνος πού δέν ἐφαρμόζει τόν θεόπνευστο λόγο «ἀρκούμενοι τοῖς παροῦσιν», αὐτός ρίχνει τόν ἑαυτό του σέ μεγάλο πειρασμό καί δημιουργεῖ περιπέτειες καί κινδύνους οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά τόν ὁδηγήσουν καί στόν θάνατο, τόσο τόν σωματικό ὅσο καί τόν πνευματικό, τόν αἰώνιο δηλαδή χωρισμό ἀπό τόν Θεό. Ἤ μήπως ἡ Ἁγία Γραφή δέν τό λέει ρητῶς; «Οἱ βουλόμενοι πλουτεῖν ἐμπίπτουσιν εἰς πειρασμόν καί παγίδα καί ἐπιθυμίας πολλάς ἀνοήτους καί βλαβεράς, αἵτινες βυθίζουσι τούς ἀνθρώπους εἰς ὄλεθρον καί ἀπώλειαν» (Α’ Τιμ. ς’ 9). Ὅσοι ἔχουν προσκόλληση στό χρῆμα καί θέλουν νά γίνουν πλούσιοι, αὐτοί πέφτουν σέ μεγάλους πειρασμούς καί παγίδες, ὅπως καί ὁ ἄφρων ἐκεῖνος πλούσιος. Τρέφουν στίς ψυχές τους πολλές ἀνόητες καί βλαβερές ἐπιθυμίες, οἱ ὁποῖες τελικά ὁδηγοῦν τούς ἀνθρώπους στήν καταστροφή καί τήν ἀπώλεια.
Ἀδελφέ μου, νά μήν τό ξεχνᾶμε. Νά μήν ξεχνᾶμε ποτέ ὅτι καί τό πολύ καί τό λίγο ὁ Θεός μᾶς τό δίνει, ὅπως Ἐκεῖνος κρίνει γιά τό πνευματικό μας συμφέρον. Δέν μᾶς δίνει ἴσως σήμερα ἐκεῖνο πού ποθοῦμε, δέν ἀποκλείεται ὅμως νά μᾶς τό δώσει στό μέλλον. Πάντως ὑπάρχει ρητή ἡ διαβεβαίωση τοῦ Θεοῦ γιά κάθε πιστό: «Οὐ μή σέ ἀνῶ ούδ’ οὐ μή σέ έγκαταλίπω» (Ἑβρ. ιγ’ 5). Ποτέ δέν θά σέ ἀφήσω ἀβοήθητο. Ποτέ δέν θά σέ ἐγκαταλείψω ἀνυπεράσπιστο. Ἐσύ μόνο πρόσεχε νά ἀρκεῖσαι σέ ὅσα κάθε φόρα ἡ ἀγαθότητά μου σοῦ παρέχει, ἐκδηλώνοντας ἔτσι τήν εὐγνωμοσύνη σου σ’ ἐμένα καί εὐλογώντας τό ὄνομά μου.
Φιλάνθρωπε, πανάγαθε καί στοργικέ Κύριε, κάθε καλό πού ἔχω εἶναι δῶρο τῆς πατρικῆς Σου ἀγάπης. Ἀξίωσέ μέ, σέ παρακαλῶ, νά ἔχω βεβαία τήν πεποίθηση ὅτι ἡ πάνσοφη Πρόνοιά Σου μοῦ δίνει πάντοτε ὅ,τι μοῦ εἶναι χρήσιμο καί ἀναγκαῖο• ὅ,τι ἐξυπηρετεῖ τόν μεγάλο σκοπό τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς μου. Βοήθησέ με νά μήν ἀνησυχῶ γιά τό μέλλον καί νά μή ζητῶ περισσότερα. Ἀξίωσέ μέ νά δέχομαι μέ εὐγνωμοσύνη τά δῶρα τῆς ἀγάπης Σου, νά ἀρκοῦμαι σ’ αὐτά καί νά Σοῦ ἀναπέμπω θερμή εὐχαριστία καί νά προσπαθῶ νά φανῶ ἄξιος τῶν εὐεργεσιῶν Σου.Ἄς εἶναι, Κύριε μου, πάντοτε ζωηρή στήν ψυχή μου ἡ θειά βεβαίωσή Σου, ὅτι ποτέ δέν θά μέ ἀφήσεις, ποτέ δέν θά μέ ἐγκαταλείψεις ἀπροστάτευτο. Ἔτσι θά ἐνισχύομαι καί θά ἐφαρμόζω τό παράγγελμα τοῦ ἐκλεκτοῦ Σου Ἀποστόλου πρός ὅλους τους Χριστιανούς: «Ἀρκούμενοι τοῖς παροῦσιν». Ἀμήν.»
( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ.Χριστοφ.Παπουτσοπούλου «ΟΙ ΣΠΕΙΡΟΝΤΕΣ ΕΝ ΔΑΚΡΥΣΙΝ», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).