Ματθαίου ιη’ 17

 ΚΕΙΜΕΝΟ

«Ὅπως πληρωθῇ τό ρηθέν διά Ἡσαῒου λέγοντος· αὐτός τάς ἀσθενείας ἡμῶν ἔλαβε καί τάς νόσους ἐβάστασε»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

    «Διά νά λάβῃ πλήρη ἐπαλήθευσιν καί πραγματοποίησιν ἐκεῖνο, πού ἐλέχθη ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ διά μέσου τοῦ προφήτου Ἡσαῒου, πού εἶπεν·  Αὐτός ἐπῆρε τάς ἀσθενείας μας καί ἐβάστασεν ἐπάνω του τάς νόσους μας τιμωρηθείς ὡς ἀντιπρόσωπός μας διά τάς ἁμαρτίας μας. Καί οὕτω δέν ἐθεράπευσε μόνο τάς ψυχάς μας, ἀλλ’ ἔλαβεν ἐξουσίαν νά ἰατρεύῃ καί τάς σωματικάς μας ἀσθενείας» ( Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα,  ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»)

ΣΧΟΛΙΟ

    «Ἦταν ἡ ἡμέρα ἐκείνη ἐξαιρετική καί μοναδική. Ὁ Κύριος μπροστά στούς μαθητές Του καί σέ πλῆθος λαοῦ εἶχε ἐκφωνήσει τήν περίφημη ἐπί τοῦ ὄρουςς ὁμιλία Του.
    Μόλις τελείωσε ἡ διδασκαλία, ὁ Κύριος, οἱ μαθητές Του καί ὁ λαός κατέβηκαν ἀπό τό ὄρος. Σέ λίγο ὁ ἥλιος ἔδυε. Ἀλλά τί μ’ αὐτό; Τά πλήθη τοῦ λαοῦ, ἀφοῦ χόρτασαν ψυχικά ἀκούγοντας τή διδασκαλία Του, τώρα Τοῦ ζητοῦν νά ἐκδηλώσει τήν ἀγάπη Του καί στίς σωματικές τους  ἀσθένειες.  Ἔφεραν  λοιπόν τούς ἀρρώστους γιά νά τούς θεραπεύσει. Ἐκεῖ χωλοί• ἐκεῖ τυφλοί•  ἐκεῖ παράλυτοι•  ἐκεῖ δαιμονισμένοι.  Ἐκεῖ ἀσθενεῖς παντός εἴδους. Καί, ὦ τοῦ θαύματος! Στήν παντοδύναμη προσταγή τοῦ Κυρίου «ἐθεραπεύοντο ἅπαντες» (Πραξ. ε’ 16). Καί ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, ἔκπληκτος μπροστά στήν ἀνέκφραστη φιλανθρωπία, στή βαθιά συμπάθεια πού ἔδειχνε ὁ Κύριος στούς ἀρρώστους, καί φωτιζόμενος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, γράφει ὅτι, μέ τή θεραπεία τῶν ἀσθενῶν καί μέ τήν ἀπαλλαγή τους ἀπό τίς ὀδυνηρές ἀσθένειες πού ὑπέφεραν, πραγματοποιοῦνταν οἱ προφητικοί λόγοι: «Αὐτός τάς ἀσθενείας ἡμῶν ἔλαβε καί τάς νόσουςἐβάστασε» (Ματθ. η’ 17, Ἡσ. νγ’ 4). Αὐτός πῆρε τίς ἀσθένειες μας καί τίς βάσταξε ἐπάνω Του, καί τιμωρεῖται Ἐκεῖνος, ὡς ἀντιπρόσωπός μας, γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες.
    Ὦ, ἀδελφέ μου! Ἡ ἀσθένεια μας εἶναι ἀνεπιθύμητη. Ὅταν οἱ πόνοι τῆς ἀρρώστιας δέν μᾶς ἀφήνουν νά ἡσυχάσουμε·  ὅταν ψηνόμαστε ἀπό τόν πυρετό• ὅταν περνοῦμε ἄγρυπνοι τίς νύχτες• ὅταν ἐμεῖς ἤ ἄλλο ἀγαπητό μας πρόσωπο ταλαιπωρεῖται ἀπό ὁποιαδήποτε ἀσθένεια, χρόνια ἤ προσωρινή, ξεχνᾶμε μιά μεγάλη πραγματικότητα: ὅτι δηλαδή οἱ ποικίλες ἀσθένειες καί θλίψεις πού μᾶς μαστίζουν, ριζική καί βασική αἰτία ἔχουν τήν ἁμαρτία. Τό πολύμορφο φυσικό κακό ἔχει πηγή δηλητηριώδη τό ἠθικό κακό. Ἀλλά ὁ Θεός δέν μᾶς ἔπλασε γιά νά ἀρρωσταίνουμε καί νά πονᾶμε. Δέν μᾶς δημιούργησε γιά νά πεθαίνουμε. Γιά τή χαρά καί τήν ὑγεία, γιά τήν ἀθανασία καί τή δόξα μᾶς δημιούργησε ὁ πανάγαθος Θεός. Ἀφότου ὅμως διαπράχθηκε ἡ πρώτη παρακοή καί ἔγινε ἡ πρώτη ἁμαρτία, ἀπό τότε πού οἱ πρωτόπλαστοι ἐπαναστάτησαν κατά τοῦ Θεοῦ καί ὑπήκουσαν στίς εἰσηγήσεις τοῦ ἀνθρωποκτόνου διαβόλου, ἀπό τότε οἱ ἀσθένειες, ἀπό τότε οἱ λύπες, ἀπό τότε οἱ ποικίλες δοκιμασίες, ἀπό τότε ὁ θάνατος.
    Ἀλλά ἄς εἶναι δοξασμένο τό πανάγιο ὄνομά Του, διότι δέν μᾶς ἐγκατέλειψε, ὅπως ἦταν δίκαιο, στήν ἀθλιότητα καί τή δυστυχία, πού ἦλθε ὡς συνέπεια τῆς ἁμαρτίας. Αὐτός πού ὡς ἀντιπρόσωπος δικός μας πῆρε πάνω Του τίς ἁμαρτίες μας καί τιμωρήθηκε γι’ αὐτές καί πέθανε ἐπάνω στόν Σταυρό γιά χάρη μας, Αὐτός πῆρε κι ἔχει πιά τώρα τήν ἐξουσία ὡς Θεάνθρωπος Κύριος καί ἐξουσιαστής τῶν πάντων νά θεραπεύει   καί  τίς  σωματικές  ἀσθένειες  μας.  Πόνεσε Ἐκεῖνος ὅσο κανένας ἄλλος. Ἔχυσε δάκρυα θερμά συμμεριζόμενος καί συμπονώντας τούς ἀσθενεῖς καί λυπημένους. Εἶναι ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς ὁ ἐλεήμων καί συμπαθής αἰώνιος Ἀρχιερέας, ὁ «πεπειρασμένος κατά πάντα καθ’ ὁμοιότητα» πρός ἐμᾶς «χωρίς ἁμαρτίας» (Ἑβρ. δ’ 15). Νιώθει τούς πόνους μας. Κατανοεῖ τά παθήματά μας. Συμμερίζεται τίς θλίψεις μας. Καί ἐάν στή Γεθσημανῆ, ὅταν Ἐκεῖνος μέ τήν ψυχή «περίλυπον ἕως θανάτου» εἶχε δοθεῖ σέ ολοκαρδια ἀγωνιώδη προσευχή πρός τον οὐράνιο Πατέρα, ἄγγελος ἀπό τον οὐρανό ἐμφανίστηκε ἐνισχύοντας Αὐτόν, στίς ὧρες τῆς δικῆς μας θλίψεως καί τῶν δικῶν μας πόνων, ὄχι ἁπλῶς ὁ φύλακας ἄγγελός μας ἀλλά αὐτός ὁ Ἴδιος, ὁ «πανταχοῦ παρών», ὁ παντοκράτωρ καί φιλάνθρωπος Κύριός μας παραστέκει ἀοράτως καί μεταδίδει στή θλιμμένη ψυχή μας την ἐλπίδα- ἀνακουφίζει το βάρος της ὀδύνης• ἐμπνέει την αἰσιοδοξία καί προσκαλεῖ μέ τρόπους πανσόφους καί μυστικούς τή θλιμμένη ψυχή σέ στενότερο σύνδεσμο καί σέ βαθύτερη ἕνωση μαζί Του. Καί ἁπαλύνει τόν πόνο μας καί γλυκαίνει τήν πίκρα τῆς στενοχώριας μας καί ἀναπτερώνει τό φρόνημα μας. Διότι οἱ ἀσθένειες πού μᾶς ταλαιπωροῦν, εἶναι μέν ἀποτέλεσμα τῆς ἀρχαίας ἐκείνης παρακοῆς, ἀλλά Αὐτός μαζί μέ τίς ἁμαρτίες μας καί «τάς ἀσθενείας ἡμῶν ἔλαβε καί τάς νόσους ἐβάστασε». Καί ἔγινε λοιπόν ὁ πανάγαθος καί φιλόστοργος ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων μας, Αὐτός πού μᾶς παιδαγωγεῖ μέ πολλή σοφία διά τῶν θλίψεων, ἀλλά καί μέ πολλή εὐσπλαχνία συμπαθεῖ, ἀνακουφίζει καί θεραπεύει καί τά σώματα καί τίς ψυχές μας.
    Ἀσθενής καί φτωχός, Κύριε, μέ πόνους καί ὀδύνες πολλές φορές, ἔχω ἀνάγκη ἀπό τή δική Σου παρηγορία καί ἐνίσχυση. Οἱ ἁμαρτίες μας, Κύριε, προκάλεσαν τό πολύμορφο φυσικό κακό πού μᾶς ταλαιπωρεῖ. Ἡ θεία ἀγαθότης Σου ὅμως βγάζει καί ἀπό τό πικρό γλυκύ• καί ἀπό τήν παροδική ἀσθένεια τοῦ σώματος μᾶς ὁδηγεῖ στήν ὑγεία τῆς ψυχῆς καί μᾶς ἐπιφυλάσσει τή δόξα καί τή χαρά τοῦ οὐρανοῦ. Ὦ, Κύριε, στίς ὧρες τῆς ἀρρώστιας καί τῶν δακρύων μας μή μᾶς ἐγκαταλείπεις, ἀλλά σάν στοργικός προστάτης χύνε βάλσαμο παρηγορίας στήν ψυχή μας καί ἀξίωνέ μας νά περνᾶμε μέ ὑπομονή καί πίστη καί ἐλπίδα τίς ἐπίγειες ἡμέρες μας, ἕως ὅτου ἡ ἀγαθότης Σου μᾶς παραλάβει κοντά Σου καί μᾶς χαρίσει τά ἀγαθά τῆς οὐράνιαςς Βασιλείας Σου. Ἀμήν.»
 ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ ἀρχ.Χριστοφ.Παπουτσοπούλου «ΟΙ ΣΠΕΙΡΟΝΤΕΣ ΕΝ ΔΑΚΡΥΣΙΝ», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).