«Κατά ὀργιζομένων», παρ.6

Μεγάλου Βασιλείου Ὁμιλία «Κατά ὀργιζομένων», παρ.6
Ἡ μετάφραση εἶναι παρμένη ἀπό τόν 6ο τόμο τῶν ἔργων τοῦ Μ.Βασιλείου τῶν ἐκδόσεων ΕΠΕ

     «6. Τώρα λοιπόν ἄς μή κάμωμεν διά τούς ἑαυτούς μας άφορμήν ἁμαρτίας αὐτά πού μᾶς ἔχουν δοθῆ ἀπό τόν κτίστην πρός σωτηρίαν. Ἔτσι λοιπόν καί ὁ θυμός, ἐκδηλούμενος ὅταν πρέπη καί ὅπως πρέπει, ἰσχυροποιεῖ καί τήν ὑπομονήν καί τήν ἐγκράτειαν. Ὅταν ὅμως ἐνεργῆ ἀντίθετα πρός τόν ὀρθόν λόγον, γίνεται τρέλλα. Διά τοῦτο μάλιστα ὁ ψαλμωδός μᾶς νουθετεῖ. «Νά ὀργίζεσθε, ἄλλα νά μή ἁμαρτάνετε». Καί ὁ Κύριος ἀπειλεῖ τήν καταδίκην εἰς αὐτόν πού ὀργίζεται χωρίς κανένα λόγον. Δέν παραιτεῖται ὅμως ἀπό τό νά χρησιμοποιῆ, σάν εἶδος φαρμάκου, τήν ὀργήν ἐκεῖ ὅπου πρέπει. Δηλαδή τό  «θά στήσω ἔχθραν ἀνάμεσα εἰς σέ καί εἰς τό φίδι»  καί τό «ἀρχίσατε ἐχθροπραξίας μέ τούς Μαδιανίτας», εἶναι ἔργον διδασκάλου νά χρησιμο¬ποιήση τόν θυμόν σάν ὅπλον. Διά τοῦτο ὁ Μωυσῆς, αὐτός πού ὑπῆρξεν ὁ πιό πρᾶος μεταξύ ὅλων τῶν ἀνθρώπων, διά νά τιμωρήση τήν εἰδωλολατρίαν ἐξώπλισε τά χέρια τῶν Λευιτῶν διά νά φονεύσουν τούς ἀδελφούς. «Ἄς προσδέση, λέγει, ὁ καθένας τό ξίφος του εἰς τόν μηρόν του καί ἄς μεταβῆ ἐμπρός καί ὀπίσω ἀπό θύρας εἰς θύραν εἰς τό στρατόπεδον καί φονεύσατε ὁ καθένας τόν ἀδελφόν του, τόν φίλον του καί τόν γείτονα του». Καί ὕστερα ἀπό ὀλίγα λόγια, λέγει: «Καί τότε εἶπεν ὁ Μωυσῆς• σήμερα καθιερώθητε ὡς ἱερεῖς τοῦ Κυρίου, διότι ὁ καθένας σας ἐστράφη ἐναντίον τοῦ υἱοῦ του καί τοῦ συγγενοῦς του, ὥστε νά σᾶς χορηγήση σήμερα τήν εὐλογίαν του». Τί ἦταν ἐκεῖνο πού ἐδικαίωσε τόν Φινεές; Δέν ἦταν ἡ δικαία ὀργή του ἐναντίον αὐτῶν πού εἶχαν πορνεύσει; Αὐτός πού ἦταν τόσον πολύ ἐπιεικής καί πρᾶος, ὅταν εἶδε τήν πορνείαν τοῦ Ζαμβρί μέ τήν Μαδιανίτιδα νά γίνεται ὁλοφάνερα καί χωρίς ἐντροπήν καί οὔτε κἄν νά συγκαλύπτουν τό αἴσχος των καί τό ἀπρεπές θέαμα, δέν ἐκρατήθη. Καί ἔκαμε χρῆσιν τοῦ  θυμοῦ του, ὅπως ἔπρεπε τους διαπέρασε καί τούς δύο μέ τήν λόγχην. Ἐπίσης ὁ Σαμουήλ τόν Ἀγάγ τόν βασιλέα τῶν Ἀμαληκιτῶν, τόν ὁποῖον ὁ Σαούλ διέσωσε παρά τήν ἐντολήν τοῦ Θεοῦ, δέν τόν κατέσφαξε κάτω ἀπό τήν δικαίαν ὀργήν, ἀφοῦ τόν ὡδήγησεν ἐνώπιόν του; Ἔτσι πολλάς φοράς ὁ θυμός ἐξυπηρετεῖ ἀγαθάς πράξεις. Παρομοίως καί Ἠλίας ὁ ζηλωτής κάτω ἀπό δικαιολογημένην καί συνετήν ὀργήν δέν ἐθανάτωσε πρός ὄφελος ὁλοκλήρου τοῦ Ἰσραήλ τετρακόσιους πενῆντα ἄνδρας, πού ἦταν ἱερεῖς τῆς ἐντροπῆς καί τετρακόσιους ἄνδρας, πού ἦταν ἱερεῖς τῶν ἱερῶν ἀλσῶν καί κατέτρωγαν τόν ἄρτον τῆς Ἰεζάβελ; Ἐσύ ὅμως ὀργίζεσαι ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ σου χωρίς λόγον. Πῶς λοιπόν δέν δυσφορεῖς ὁ ἴδιος χωρίς αἰτίαν ἐναντίον ἄλλου, ὅταν ἄλλος εἶναι αὐτός πού δρᾶ; Καί κάμνεις αὐτό πού κάμνουν οἱ σκύλοι, πού δαγκάνουν τάς πέτρας, ἀλλά δέν πειράζουν αὐτόν πού τάς ρίπτει. Ὁ παθών εἶναι ἀξιολύπητος, ὁ δράστης ὅμως εἶναι μισητός. Νά μετατοπίσης τόν θυμόν σου ἐκεῖ εἰς τόν ἀνθρωποκτόνον διάβολον, πού εἶναι ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους καί ὁ ἐργάτης τῆς ἁμαρτίας. Νά εἶσαι συμπαθής πρός τόν ἀδελφόν, διότι ἐάν ἐπιμείνη εἰς τήν ἁμαρτίαν, θά παραδοθῆ μαζί μέ τόν διάβολον εἰς τό αἰώνιον πῦρ. Ὅπως δέ διαφέρουν τά ὀνόματα θυμός καί ὀργή, ἔτσι καί ἡ σημασία των διαφέρει πάρα πολύ μεταξύ των. Διότι θυμός εἶναι τρόπον τινά κάποια ἔξαψις καί ἀπότομον ξέσπασμα τοῦ πάθους, ἐνῶ ὀργή εἶναι μόνιμος λύπη καί διαρκής  ὁρμή πρός τήν ἀνταπόδοσιν αὐτῶν πού ἐπροκάλεσαν τήν λύπην, ὡσάν ἡ ψυχή νά τείνη μέ ζέσιν πρός τήν ἐκδίκησιν. Πρέπει λοιπόν νά γνωρίζωμεν καλά ὅτι οἱ ἄνθρωποι καί ὡς πρός τάς δύο διαθέσεις σφάλλουν. Διότι ἤ κινοῦνται ἐναντίον αὐτῶν πού τούς ἐξοργίζουν μέ μανίαν καί διάθεσιν νά τούς κτυπήσουν ἤ δολίως καί ἐπίβουλα παγιδεύουν αὐτούς πού τούς ἠδίκησαν. Ἡμεῖς πρέπει νά φυλασσώμεθα καί ἀπό τά δύο.»