ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΕ΄ (Μέρος Δ΄)

Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου ( μέ τήν εὐκαιρία τῶν 200 χρόνων ἀπό τήν κοίμησή του)

Ἀόρατος Πόλεμος

Τά κείμενα εἶναι παρμένα ἀπό τήν ἔκδοση  τοῦ παραπάνω βιβλίου σέ σύγχρονη μορφή γλώσσας ἀπό τόν πανοσ.Ἱερομόναχο Βενέδικτο. Ἔκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΕ΄  Πως πρέπει να διορθώνουμε την φαντασία και την ενθύμησί μας. (Μέρος Δ΄)

    Πάνω από όλα σου λέω, ότι για να πολεμάς και να προφυλάγεσαι καλά, μην αφίνης την φαντασία και την ενθύμησί σου να θυμάται όλα εκείνα, που είδες ή άκουσες ή μυρίστηκες ή γεύτηκες ή έπιασες και ιδιαιτέρως, τα άσεμνα και κακά. Γιατί έχει επιβεβαιωθή με την δοκιμή, Πως περισσότερο πόλεμο κάνει κάποιος να ελευθερωθή από την φαντασία και την ενθύμησι ενός πράγματος, παρά από την ιδία την αίσθησί του. Επειδή το να ιδή κανείς – υποθετικά λέμε – ή να μην ιδή ένα πρόσωπο με πάθος, αυτό είναι εύκολο και πόλεμο τόσο δεν έχει· όταν όμως το ιδή και το περιεργασθή, δεν είναι πλέον εύκολο, αλλά χρειάζεται πόλεμος και αγώνας, για να βγάλη την ενθύμησι του προσώπου εκείνου από την φαντασία του.
    Και πολλές φορές, μία μονάχα, εμπαθής και περίεργη ματιά, που ρίξαμε σε ένα όμορφο πρόσωπο, μας εντυπώνει στη φαντασία τόσο βαθιά την ενθύμησί του, που πολεμούμε σαράντα ή πενήντα χρόνια, μέχρι και αυτά τα γηρατειά μας και δεν μπορούμε να εξαλείψουμε εκείνη την ενθύμησι και φαντασία. Και είναι άξιο για γέλια, ότι το πρόσωπο εκείνο γερνάει και ασχημαίνει ή πεθαίνει και γίνεται χώμα· και πολλές φορές εμείς οι ίδιοι πιάνουμε με τα χέρια μας τα οστά του στον τάφο, αλλά η φαντασία μας κρατεί τόσο σφικτά και δυνατά την εικόνα του, που πάντα το νομίζει για νέο και για ζωντανό· και έτσι σαν παράλογη και τυφλή, μας κάνει να αμαρτάνουμε με αυτό στη καρδία, σαν να ήταν και αληθινό, τόσο όταν είμαστε ξύπνιοι, όσο και όταν κοιμώμαστε(62).
    Ακόμη σου υπενθυμίζω, να φυλαχθής καλά και να μη πιστεύης ή τελείως να δέχεσαι ως αληθινό, αν δής ξύπνιος ή ενώ κοιμάσαι, μέσα από την καρδιά σου ή έξω κανένα σχήμα, όπως φως ή φωτιά ή σαν είδος αγγέλου ή αγίου ή κάτι άλλο παρόμοιο, ό,τι κι αν είναι.

    Πάνω από όλα σου λέω, ότι για να πολεμάς και να προφυλάγεσαι καλά, μην αφίνης την φαντασία και την ενθύμησί σου να θυμάται όλα εκείνα, που είδες ή άκουσες ή μυρίστηκες ή γεύτηκες ή έπιασες και ιδιαιτέρως, τα άσεμνα και κακά. Γιατί έχει επιβεβαιωθή με την δοκιμή, Πως περισσότερο πόλεμο κάνει κάποιος να ελευθερωθή από την φαντασία και την ενθύμησι ενός πράγματος, παρά από την ιδία την αίσθησί του. Επειδή το να ιδή κανείς – υποθετικά λέμε – ή να μην ιδή ένα πρόσωπο με πάθος, αυτό είναι εύκολο και πόλεμο τόσο δεν έχει· όταν όμως το ιδή και το περιεργασθή, δεν είναι πλέον εύκολο, αλλά χρειάζεται πόλεμος και αγώνας, για να βγάλη την ενθύμησι του προσώπου εκείνου από την φαντασία του.
    Και πολλές φορές, μία μονάχα, εμπαθής και περίεργη ματιά, που ρίξαμε σε ένα όμορφο πρόσωπο, μας εντυπώνει στη φαντασία τόσο βαθιά την ενθύμησί του, που πολεμούμε σαράντα ή πενήντα χρόνια, μέχρι και αυτά τα γηρατειά μας και δεν μπορούμε να εξαλείψουμε εκείνη την ενθύμησι και φαντασία. Και είναι άξιο για γέλια, ότι το πρόσωπο εκείνο γερνάει και ασχημαίνει ή πεθαίνει και γίνεται χώμα· και πολλές φορές εμείς οι ίδιοι πιάνουμε με τα χέρια μας τα οστά του στον τάφο, αλλά η φαντασία μας κρατεί τόσο σφικτά και δυνατά την εικόνα του, που πάντα το νομίζει για νέο και για ζωντανό· και έτσι σαν παράλογη και τυφλή, μας κάνει να αμαρτάνουμε με αυτό στη καρδία, σαν να ήταν και αληθινό, τόσο όταν είμαστε ξύπνιοι, όσο και όταν κοιμώμαστε(62).
    Ακόμη σου υπενθυμίζω, να φυλαχθής καλά και να μη πιστεύης ή τελείως να δέχεσαι ως αληθινό, αν δής ξύπνιος ή ενώ κοιμάσαι, μέσα από την καρδιά σου ή έξω κανένα σχήμα, όπως φως ή φωτιά ή σαν είδος αγγέλου ή αγίου ή κάτι άλλο παρόμοιο, ό,τι κι αν είναι.