Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ
ΔΙΔΑΧΗ ΠΡΩΤΗ
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός μαρτύρησε στό Κολικόντασι τῆς Βορείου Ἠπείρου στίς 24 Αὐγούστου τοῦ 1779.
Μέ τήν εὐκαιρία τῆς συμπλήρωσης 230 χρόνων ἀπό τόν μαρτυρικό του θάνατο, θά παρουσιάσουμε σέ συνέχειες τήν πρώτη Διδαχή τοῦ Ἁγίου.
Τό κείμενο εἶναι παρμένο ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἰω.Β.Μενούνου «Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχές καί βιογραφία», ἐκδόσεις «Τῆνος». Ὁ χωρισμός σέ κεφάλαια εἶναι ἀπό τό βιβλίο τοῦ Σεβασμιωτάτου πρώην Φλωρίνης κ.κ.Αὐγουστίνου μέ τίτλο «Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός».
Κήρυκας ἀφιλάργυρος
Κάμνοντας ἀρχὴν νὰ διδάσκω μὲ ἦλθε ἕνας λογισμός: ἐδῶ ὁπού περιπατῶ νὰ ζητῶ νὰ παίρνω ἄσπρα, διατί ἤμουνα φιλάργυρος καὶ τὰ ἀγαποῦσα τὰ γρόσια, ναί, μὰ καὶ τὰ φλωριά περισσότερον, ὄχι ὡσὰν τὴν εὐγενείά σας, ὁπού τὰ καταφρονᾶτε — ἤ δὲν τὰ καταφρονᾶτε; Διαβάζοντας πάλιν τὸ ἅγιον καὶ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον ηὖρα καὶ ἄλλον λόγον ὁπού λέγει ὁ Χριστός μας πὼς χάρισμα σὲ ἔδωκα καὶ ἐγὼ τὴν χάριν μου, χάρισμα νὰ τὴν δίνης καὶ ἐσὺ εἰς τοὺς ἀδελφούς σου, χάρισμα νὰ διδάσκης, χάρισμα νὰ συμβουλεύης, χάρισμα νὰ ἐξομολογᾶς καὶ ἀνίσως καὶ ζητήσης νά πάρης τίποτε πληρωμὴν διὰ τήν διδαχήν σου ἤ πολλὰ ἤ ὀλίγα ἤ ἕνα ἄσπρο, ἐγὼ σὲ θανατώνω καὶ σὲ βάνω εἰς τὴν Κόλασιν.
Ἀκούοντας καὶ ἐγώ, ἀδελφοί μου, αὐτὸν τὸν γλυκύτατον λόγον ὁπού λέγει ὁ Χριστός μας, χάρισμα νὰ δουλεύωμεν καὶ τοὺς ἀδελφούς μας, εἰς τὴν ἀρχήν μου ἐφάνη βαρὺς ὁ λόγος, ὕστερα ὅμως μοῦ ἐφάνη γλυκύτερος «ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον» καὶ ἐδόξαζα καὶ δοξάζω χιλιάδες φορὲς τὸν Χριστόν μου, ὁπού μὲ ἐφύλαξεν ἀπὸ ἐτοῦτο τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας. Καὶ τώρα μὲ τὴν χάριν τοῦ Κύριου μου Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐσταυρωμένου καὶ Θεοῦ, δὲν ἔχω μήτε σακκούλα, μήτε κασέλα, μήτε σπίτι, μήτε ἄλλο ράσο ἀπὸ αὐτὸ ὁπού φορῶ. Ἀλλὰ ἀκόμη παρακαλῶ τὸν Κύριόν μου μέχρι τέλους τῆς ζωῆς μου νὰ μὲ ἀξιώση νὰ μὴν ἀποκτήσω σακκούλα, διατί, ὡσὰν κάμω ἀρχὴν νὰ παίρνω ἄσπρα, εὐθὺς ἔχασα τοὺς ἀδελφούς μου καὶ δὲν ἠμπορῶ καὶ τὰ δυό· ἤ τὸν Θεόν ἤ τὸν Διάβολον.
Μὲ λέγει ὁ Χριστός μου νὰ ζητήσω, θέλω, μὲ λέγει, νὰ ζητήσης πράγματα ἀληθινά, νὰ ζητήσης ἕνα πρᾶγμα, ὁπού εἶναι τιμιώτερον ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον καὶ ὄχι νὰ ζητήσης σκούμπουρα, ἀράχνη, κουρνιακτόν. Ποιὸν εἶναι τὸ πρᾶγμα τὸ ἀληθινόν, ὁπού εἶναι τιμιώτερον ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον; Μὲ λέγει ὁ Χριστός μου: νὰ ζητήσης τοὺς ἀδελφούς σου καὶ τὲς ἀδελφές σου νὰ δεθῆτε μὲ τὴν ἀγάπην, νὰ σᾶς βάλω εἰς τὸν Παράδεισον νὰ χαίρεσθε πάντοτε καὶ νὰ μή σᾶς βάλω εἰς τὴν Κόλασιν νὰ καίεσθε πάντοτε•
Ὅθεν, ἀδελφοί μου, σᾶς ἐφανέρωσα τὴν καρδίαν μου, τόν λογισμόν μου, τὰ σπλάγχνα μου καὶ δὲν ἔχετε χρείαν νὰ ζητήσετε ἀπὸ ἄλλους νὰ μάθετε ποιὸς εἶμαι.