Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ
ΔΙΔΑΧΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός μαρτύρησε στό Κολικόντασι τῆς Βορείου Ἠπείρου στίς 24 Αὐγούστου τοῦ 1779.
Μέ τήν εὐκαιρία τῆς συμπλήρωσης 230 χρόνων ἀπό τόν μαρτυρικό του θάνατο, θά παρουσιάσουμε σέ συνέχειες τήν πρώτη Διδαχή τοῦ Ἁγίου.
Τό κείμενο εἶναι παρμένο ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἰω.Β.Μενούνου «Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχές καί βιογραφία», ἐκδόσεις «Τῆνος». Ὁ χωρισμός σέ κεφάλαια εἶναι ἀπό τό βιβλίο τοῦ Σεβασμιωτάτου πρώην Φλωρίνης κ.κ.Αὐγουστίνου μέ τίτλο «Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός».
Ἁγία Παρασκευή (α)
Εἴπαμεν τοὺς τρεῖς τρόπους τῶν ἁμαρτωλῶν, τώρα θέλετε νὰ εἰποῦμεν καὶ τοὺς τρεῖς τούς δικαίους; Ἤ τοὺς ἐξεύρετε; Καὶ πρῶτον ἄς εἰποῦμεν ποιά εἶναι ἡ καλὴ γῆ, ὁπού ἔκαμε τὰ ἑκατό. Ἔχομεν πολλὰ παραδείγματα νὰ εἰποῦμεν, μὰ ἂς ἀφήσωμεν τὰ πολλὰ καὶ ἂς εἰποῦμεν ἕνα. Ἄς πάρωμεν μίαν γυναῖκα παράδειγμα, διὰ νὰ μὴ παραπονοῦνται αἱγυναῖκες καὶ λέγουν πὼς οἱ ἄνδρες ἠμποροῦν καὶ κάνουν καλὰ καὶ σώνουνται καὶ αὐτές εἶναι ἀδύνατες καὶ δὲν ἠμποροῦν. Καὶ ἂς πάρωμεν παράδειγμα τὴν ἁγίαν Παρασκευήν.
Ἡ ἅγια Παρασκευὴ ἦτον δώδεκα χρόνων κορίτσι ἀπό γένος εὐγενικόν. Ἀπόθανεν ὁ πατέρας της καὶ ἡ μητέρα της. Κάθεται ἡ Ἁγία καὶ κάνει ἕνα πύργον ὑψηλὸν καὶ δυνατόν, ἔβαλε τὰ πράγματά της ὅλα μέσα, ἔβαφε τὰ μάτια της μὲ μαυράδι, ἔβανε σκουλαρίκια εἰς τὰ αὐτιά της, ἔβαφε τὸ πρόσωπό της καὶ τὰ χείλη της μὲ κοκκινάδι, ἔβανε γερδάνια εἰς τὸν λαιμόν της, εἶχε καὶ δακτυλίδια εἰς τὰ δάκτυλά της, εἶχε καὶ ἕνα ζωνάρι μαλαματένιο εἰς τὴν μέσην της, βάνει καὶ ἕνα φόρεμα πολλὰ ὡραιότατο καὶ παπούτσια ὡς μία πιθαμὴν ἀπὸ τὰ ἄλλα κορίτσια ὑψηλά. Μὲ αὐτὰ ἐστολιζότουνε ἡ Ἁγία. Εἶναι ἐδῶ κανένα κορίτσι καὶ θέλει νὰ στολίζεται; Ἄς πάρη παράδειγμα νὰ στολίζεται ὡσὰν τὴν ἁγίαν Παρασκευήν. Τώρα νὰ ἰδοῦμεν ποῖος εἶναι ὁ πύργος ὁ ὑψηλός. Ὁ ὑψηλὸς καὶ δυνατὸς πύργος εἶναι ὁ οὐρανὸς ὁπού ἐμοίρασεν ὅλα της τὰ πράγματα ἐλεημοσύνην καὶ τὰ ἔστειλε μὲ τοὺς πτωχοὺς εἰς τὸν Παράδεισον. Μὲ τί ἔβαφε τὰ μάτια της; Ὄχι μὲ μαυράδι ὡσὰν μερικὲς γυναῖκες ἀνόητες ὁπού βάνουν διὰ νὰ φαίνονται εὔμορφες εἰς τοὺς ἄνδρας, ἀλλὰ ἐσηκωνότουν ἡ Ἁγία κάθε αὐγὴ ἐνθυμώντας τὲς ἁμαρτίες τῶν χριστιανῶν καὶ ἔκλαιε βαρώντας τὸ πρόσωπόν της καὶ βρέχοντας μὲ τὰ δάκρυα. Ποία εἶναι τὰ σκουλαρίκια;
Εἶχε τὰ αὐτιὰ της ἀνοικτὰ στέκοντας μὲ εὐλάβειαν διὰ νὰ ἀκούη τὸ ἱερὸν καὶ ἅγιον Εὐαγγέλιον. Μὲ τί ἔβαφε τὰ χείλη της; Ὄχι μὲ κοκκινάδι, ἀλλὰ λέγοντας τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ», μὲ τὴν ἀλήθειαν. Ποῖον εἶναι τὸ γερδάνι ὁπού εἶχεν εἰς τὸν λαιμόν της; Εἶναι ἀπὸ τὲς νηστεῖες ὁπού ἔκανε καὶ ἔλαμπεν ὁ λαιμὸς τῆς ὡσὰν τὸν ἥλιον. Ποῖα εἶναι τὰ δακτυλίδια; Εἶναι ἀπὸ τὲς πολλὲς μετάνοιες ὁπού ἔκαμνε καὶ ἐγίνοντο κόμποι κόμποι τὰ δάκτυλά της. Ποῖον εἶναι τὸ ζωνάρι τὸ μαλαματένιο; Εἶναι ἡ παρθενία ὁπού ἐφύλαγεν εἰς ὅλην της τὴν ζωήν. Ποῖον εἶναι τὸ φόρεμα; Εἶναι ἡ ἐντροπὴ ὁποὺ εἶχεν εἰς τοῦ λόγου της καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ὁπού τὴν ἐσκέπαζε. Ποῖα εἶναι τὰ παπούτσια τὰ ὑψηλά; Εἶναι ὁ νοῦς της ὁπού τὸν εἶχεν εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ δὲν τὸν εἶχεν εἰς τὴν γῆν νὰ στοχάζεται τοῦτα τὰ μάταια, τὰ ψεύτικα, τὰ γήινα ὡσὰν τὰ ἄλλα κορίτσια. Ἔτσι ἐστολιζότουνε ἡ Ἁγία.
Ἀνίσως καὶ εἶναι κανένα κορίτσι καὶ θέλει νὰ στολίζεται ὡσὰν τὴν ἁγίαν Παρασκευήν, νὰ στοχασθῆ τί ἔκαμεν ἡ Ἁγία νὰ κάμη καὶ ἐκείνη διὰ νὰ σωθῆ.