Τὰ τρία ἀξιώματα τοῦ Χριστοῦ.

Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης ὀγδόντα χρόνων ἀπό τήν ὁσιακή κοίμηση τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιμανδρίτου Εὐσεβίου Ματθοπούλου, Γέροντος τῆς Ἀδελφότητός μας, δημοσιεύουμε σέ συνέχειες κομμάτια ἀπό τό κλασικό βιβλίο του «Ο ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ». Τό κείμενο εἶναι παρμένο ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῶν ἐκδόσεων τῆς Ἀδελφότητος «ΖΩΗ» σέ ἁπλούστερη γλωσσική μορφή.

Τὰ τρία ἀξιώματα τοῦ Χριστοῦ.

    Ὡς κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας ὁ Χριστός, ἔχει ὡς ἄνθρωπος τρία ἀξιώματα: Εἶναι Προφήτης, Ἀρχιερεὺς καὶ Βασιλεύς.
    Καὶ εἶναι μὲν Προφήτης, δηλαδὴ ὁ ἀπόλυτος καὶ μόνος Διδάσκαλος, ἀφοῦ Αὐτὸς ἀποκάλυψε καὶ φανέρωσε στὸν κόσμο τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ θέλημα τοῦ οὐράνιου Πατέρα. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔλεγε ὁ Ἴδιος στὸν Πιλάτο: «Ἐγὼ εἰς τοῦτο γεγέννημαι καὶ εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον, ἵνα μαρτυρήσω τῇ ἀληθείᾳ» (Ἰωάν. ιη’ 37). Μὲ τὴ διδασκαλία Του δέ, τὴν ὁποία ἐπισφράγισε μὲ τὰ μεγάλα θαύματα ποὺ ἔκανε, μὲ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου Του, καθὼς καὶ μὲ τὴ μεταμόρφωσή Του στὸ ὅρος Θαβώρ, ὅπου «ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο λευκά ὡς τὸ φῶς» (Ματθ. ιζ’ 2), μὲ ὅλα αὐτὰ φανέρωσε σὲ μᾶς τὸν Θεό, ὅσο εἶναι δυνατὸ νὰ γνωρίση ὁ ἄνθρωπος σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο τὸν τέλειο καὶ ἄπειρο Θεό.
    Εἶναι δὲ ὁ Χριστὸς Ἀρχιερεύς, διότι πρόσφερε τὸν ἑαυτὸ Του θυσία στὸν Θεό, παίρνοντας ἐπάνω Του τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου, χύνοντας τὸ αἷμα Του καὶ πεθαίνοντας πάνω στὸ Σταυρό,  γιὰ νὰ σβήση τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτή τὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἀρχιερωσύνη καὶ μεςσιτεία Του, ἀπὸ τὴν ὁποία πηγάζει ἡ σωτηρία, μιλάει ὅλη ἡ Ἁγία Γραφή καὶ εἰδικώτερα ἡ πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή.
    Εἶναι δὲ καὶ Βασιλεὺς ὁ Χριστός, γιατί εἶναι ὁ ὕψιστος κυβερνήτης ὄχι μόνο τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ὁ ἀπόλυτος Κύριος ποὺ ἐξουσιάζει τὰ πάντα, τὰ οὐράνια καὶ τὰ ἐπίγεια, καθώς λέει καὶ ὁ Ἴδιος: «Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς» (Ματθ. κη’ 18). Λέγοντας δὲ αὐτὰ ὁ Χριστός, ἐννοεῖ ὅτι ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας Τοῦ ἔδωσε, ὡς ἄνθρωπο, κάθε ἐξουσία. Γιατί ὡς Θεὸς ὁ Χριστὸς εἶχε καὶ ἔχει ἄπειρη τὴν ἐξουσία πάνω στὸ σύμπαν, ἀφοῦ δι’ Αὐτοῦ δημιουργήθηκαν, ὅπως εἰπαμε, συγκρατοῦνται καὶ διευθύνονται τὰ πάντα.
    Ὡς Κύριος καὶ ἐξουσιαστής καὶ Βασιλεὺς αἰώνιος ὁ Χριστός, καθὼς εἶπε ὁ ἄγγελος, τὴν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στὴν Παρθένο «καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος» ( Λουκ. α’ 33), πρόκειται νὰ ἔλθη καὶ πάλι μὲ ὅλη τὴ θεία δύναμη καὶ δόξα Του, μὲ ὅλους τούς ἁγίους ἀγγέλους, γιὰ νὰ κρίνη τὸν κόσμο καὶ ν’ ἀποδώση στὸν καθένα σύμφωνα μὲ τὰ ἔργα του. Αὐτὸς δὲ ὁ Ἴδιος τὸ βεβαιώνει: «Ὅταν ἔλθη ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ’ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ’ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐώνυμων. Τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοὶς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ• δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου…» (Ματθ.. κε’ 3146).
    Αὐτὰ περιληπτικὰ γιὰ τὸν Χριστό, πρὸς τὸν Ὁποῖον ἐχουμε προορισμὸ νὰ γίνουμε ὅμοιοι.