Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης ὀγδόντα χρόνων ἀπό τήν ὁσιακή κοίμηση τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιμανδρίτου Εὐσεβίου Ματθοπούλου, Γέροντος τῆς Ἀδελφότητός μας, δημοσιεύουμε σέ συνέχειες κομμάτια ἀπό τό κλασικό βιβλίο του «Ο ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ». Τό κείμενο εἶναι παρμένο ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῶν ἐκδόσεων τῆς Ἀδελφότητος «ΖΩΗ» σέ ἁπλούστερη γλωσσική μορφή.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Η’
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
93. Τί εἶναι ἡ προσευχή.
Ἡ προσευχὴ εἶναι ἐπικοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Εἶναι μία συνομιλία τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό, στὴν ὁποία ὁ μὲν ἄνθρωπος μιλάει μὲ λόγια, ὁ δὲ Θεὸς ἀνταποκρίνεται σ’ αὐτὸν μὲ τὰ πράγματα. Δηλαδὴ παρέχοντας ἄφθονα καὶ πλούσια πνευματικὰ καὶ ὑλικὰ ἀγαθὰ ποὺ ἔχει ἀνάγκη ὁ ἀνθρωπος.
Ἡ προσευχὴ εἶναι τὸ μέσο, μὲ τὸ ὁποῖο δοξολογοῦμε τὴν ἄπειρη δύναμη, ἀγαθότητα, σοφία καὶ ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ. Μέσο, μὲ τὸ ὁποῖο Τὸν εὐχαριστοῦμε γιὰ τὶς ἀναρίθμητες εὐεργεσίες, μὲ τὶς ὁποῖες μᾶς εὐεργετεῖ ἀδιάκοπα. Καὶ μέσο, μὲ τὸ ὁποῖο Τὸν παρακαλοῦμε, ζητώντας τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ κάθε ὑλικὸ καὶ πνευματικὸ ἀγαθό. Καὶ γι’ αὐτὸ τρία εἶναι τὰ εἴδη τῆς προσευχῆς, δοξολογία, εὐχαριστία καὶ αἴτηση.
94. Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς προσευχῆς.
Ἀπὸ ὅσα ἀναφέραμε προηγουμένως, ὁ καθένας μπορεῖ νὰ καταλάβη, ὅτι ἡ προσευχὴ εἶναι ἔργο τῶν λογικῶν καὶ ἐλεύθερων δημιουργημάτων. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅλη γενικὰ ἡ Ἁγία Γραφή τὴ συνιστᾶ. Καὶ καθώς μᾶς βεβαιώνει, οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανὸ ἔχουν κύριο ἔργο τους νὰ δοξολογοῦν καὶ νὰ ὑμνοῦν χωρὶς διακοπή τὸ ἄπειρο μεγαλεῖο καὶ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ προσευχὴ λοιπὸν εἶναι ἀναγκαιότατη γιὰ κάθε ἄνθρωπο, διότι μὲ αὐτὴν ἐπικοινωνοῦμε μὲ τὸν Θεὸ καὶ Τὸν δοξάζουμε, Τὸν εὐχαριστοῦμε γιὰ τὸ ἄπειρο μεγαλεῖο καὶ τὴν ἀγαθοτητά Του. Ἀκόμη ἡ προσευχὴ εἶναι ἀναγκαιότατη, διότι μὲ αὐτή παίρνουμε τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας, τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μὲ τὴν ὁποία ἁγιαζόμαστε, φωτιζόμαστε, ἐνισχυόμαστε γιὰ ν’ ἀποφύγουμε κάθε ἁμαρτία, κάθε κακό, νὰ ἀποκτήσουμε κάθε ἀρετή, κάθε ἀγαθό, γιὰ νὰ προοδεύσουμε καὶ νὰ τελειοποιηθοῦμε στὴν κατὰ Θεὸν ζωὴ καὶ πολιτεία.
Καταλαβαίνει ὁ καθένας τὴν ἀναγκαιότητα, δύναμη καὶ ἀξία τῆς προσευχῆς, ἂν λάβη ὑπόψη του ὅτι καὶ οἱ ἅγιοι ἄνδρες ἐργάσθηκαν τὴν ἀρετὴ καὶ κατόρθωσαν τὰ μεγάλα ἔργα καὶ θαύματα μὲ τὴν προσευχή. Γι’ αὐτὸ τὴν εἶχαν ὡς κύριο ἔργο τους καὶ θεωροῦσαν μεγάλη ζημία νὰ τὴν παραλείψουν ποτέ.
Σὰν ἀποδείξη αὐτοῦ, μεταξὺ τῶν πολλῶν ἄλλων, ἔχουμε καὶ τοὺς δυὸ μεγάλους προφῆτες, Δαβὶδ καὶ Δανιήλ. Καὶ ὁ μὲν Δαβίδ, ἂν καὶ ἦταν βασιλιάς, παρ’ ὅλες τὶς πολλὲς καὶ ποικίλες μέριμνες καὶ ἀσχολίες του, δὲν παρέλειπε ποτέ τὴν προσευχή, ἀλλὰ τὴν εἶχε σὰν κύριο ἔργο, προσευχόμενος πολλὲς φορὲς τὴν ἡμέρα. Σηκωνόταν δὲ καὶ κατὰ τὴ νύχτα ἀκόμη, γιὰ νὰ ὑμνήση τὸν Θεό, ὅπως τὸ ἔκαναν καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι καὶ ἐκλεκτοὶ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Μᾶς ἄφησε δὲ καί τοὺς θείους του ψαλμούς, ποὺ εἶναι δείγματα τῆς τέλειας πίστεως, ἀφοσιώσεως, ἀγάπης καὶ ἐλπίδας του πρὸς τὸν Θεὸ. Καὶ αὐτοὺς τοὺς ψαλμοὺς ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τοὺς ἔχει καθιερώσει σὰν παντοτινὴ προσευχὴ στὶς ἀκολουθίες της.
Ὁ δὲ προφήτης Δανιὴλ προτίμησε νὰ ριφθῆ στὸ λάκκο τῶν λεόντων, παρὰ νὰ παραλείψη γιὰ λίγο διάστημα τὸ ἱερὸ καθῆκον τῆς προσευχῆς.