98. Ἡ καθορισμένη προσευχή. Ἡ διάρκειά της καὶ ἡ στάση τοῦ προσευχόμενου.

Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης ὀγδόντα χρόνων ἀπό τήν ὁσιακή κοίμηση τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιμανδρίτου Εὐσεβίου Ματθοπούλου, Γέροντος τῆς Ἀδελφότητός μας, δημοσιεύουμε σέ συνέχειες κομμάτια ἀπό τό κλασικό βιβλίο του «Ο ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ». Τό κείμενο εἶναι παρμένο ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῶν ἐκδόσεων τῆς Ἀδελφότητος «ΖΩΗ» σέ ἁπλούστερη γλωσσική μορφή.

98. Ἡ καθορισμένη προσευχή. Ἡ διάρκειά της καὶ ἡ στάση τοῦ προσευχόμενου.

    Ἂν καὶ συνεχῶς πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀνυψώνη τὸ νοῦ του στὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀπασχολῆται μὲ σκέψεις ἀγαθές, νὰ δοξάζη καὶ νὰ εὐχαριστῆ τὸν Θεό, εἶναι ὑποχρεωμένος ὅμως νὰ στέκεται ἀποκλειστικὰ γιὰ προσευχὴ καὶ σὲ ὁρισμένους καιρούς. Τὸ πρωῒ, τὸ βράδυ, μὲ λίγες ἔστω λέξεις πρὶν καὶ μετὰ τὸ φαγητὸ καὶ ἂν τοῦ εἶναι δυνατὸ καὶ σὲ ἄλλες ὧρες τῆς μέρας.
    Ἡ διάρκεια ὅμως αὐτῆς τῆς ὁρισμένης προσευχῆς ἐξαρτᾶται πολλὲς φορὲς καὶ ἀπὸ τὴν εὐκαιρία καὶ ἀπὸ τὴ σωματικὴ ἀντοχὴ ποὺ ἔχει κάποιος. Πρόσωπα ποὺ ἔχουν ἀρκετὸ καιρό, ὅπως π.χ. οἱ μοναχοὶ καὶ οἱ ἱερωμένοι, καθὼς καὶ ὅλοι γενικὰ ὅσοι ἔχουν διαθέσιμο καιρό, πρέπει νὰ ἀφιερώνουν περισσότερο χρόνο, γιὰ νὰ ἐκτελέσουν τὸ ἱερὸ καθῆκον τῆς προσευχῆς. Ἀλλὰ καὶ ὅλοι ἀνεξαιρέτως οἱ Χριστιανοί, ἀνάλογα μὲ τὶς περιστάσεις στὶς ὁποῖες βρίσκονται καὶ ἀνάλογα μὲ τὸ χρόνο ποὺ ἔχουν, εἶναι ὑποχρεωμένοι καὶ ἔχουν ἀπαραίτητο καθῆκον νὰ προσεύχωνται.
    Ἐπίσης ἡ διάρκεια τῆς προσευχῆς ἐξαρτᾶται, ὅπως εἴπαμε καὶ ἀπὸ τὴ σωματικὴ ἀντοχὴ ἐκείνου ποὺ προσεύχεται. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν ἰσχυρὸ ὀργανισμὸ καὶ ἀντέχουν σὲ πολύωρη προσευχή, χωρὶς νὰ κουράζωνται ἀπὸ αὐτή. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ἄλλα πρόσωπα τὰ ὁποῖα, ἐπειδὴ ὁ ὀργανισμὸς τους εἶναι καχεκτικὸς καὶ ἀδύνατος δὲν ἀντέχουν νὰ προσευχηθοῦν πολλὴ ὥρα, προσηλώνοντας τελείως τὴ διάνοιά τους.
    Οἱ πρῶτοι λοιπόν, ποὺ ἔχουν περισσότερη ἀντοχὴ καὶ δύναμη σωματικὴ πρέπει νὰ ἀφιερώνουν περισσότερο χρόνο στὴν προσευχή. Οἱ τελευταῖοι, ποὺ δὲν ἀντέχουν ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας τους, πρέπει νὰ ρυθμίζουν τὴ διάρκεια τῶν προσευχῶν τους ἀνάλογα μὲ τὶς δυνάμεις τους, ἀποφεύγοντας τὶς ὑπερβολές, ποὺ δὲν ἔχουν πάντοτε καλὸ ἀποτέλεσμα. Νὰ ἔχουν δὲ πεποίθηση ὅτι ὁ Θεὸς δέχεται καὶ τὴ μικρὴ προσευχή τους, ὅταν γίνεται ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς καὶ ἀπὸ εἰλικρινῆ καρδιά, γιὰ τὸ λόγο ὅτι Ἐκεῖνος ἐξετάζει τὴν πρόθεση, τὴ διάθεση καὶ τὴ δύναμη τοῦ ἀνθρώπου.
    Γι’ αὐτὸ κι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔχει μὲν τὴν πρόθεση νὰ προσευχηθῆ πολλὴ ὥρα, δὲν μπορεῖ ὅμως ἀπὸ ἀσθένεια νὰ τὸ κάνη καὶ γι’ αὐτὸ προσεύχεται λίγο, ὅσο τοῦ εἶναι δυνατό, μὲ τὴ λίγη προσευχὴ του εἶναι ἐξ ἴσου εὐπρόσδεκτος ἐνώπιον τοῦ θεοῦ, ὅσο κι ἐκεῖνος πού, ἔχοντας σωματικὲς δυνάμεις, προσεύχεται περισσότερο.
    Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο δὲν πρέπει νὰ ἔχη τύψεις καὶ ὁ ἄνθρωπος πού, λόγῳ ἀσθένειας ἤ ἀδυναμίας, ἤ ἐξαιτίας τῶν γηρατειῶν δὲν μπορεῖ νὰ στέκεται ὄρθιος στὴν προσευχή, ἀλλὰ ἀναγκάζεται νὰ προσεύχεται καθιστός. Ὁ Θεός, ὅπως εἴπαμε, ἐξετάζει τὴν πρόθεση, τὴ διάθεση, τὴ δύναμη τοῦ ἀνθρώπου καὶ δέχεται τὴν προσευχή του, ἐπειδὴ εἰδικὰ στὴν προσευχὴ ὁ Θεὸς ζητᾶ προπάντων τὴν ἀφοσίωση καὶ τὴν ἀφιέρωση τῆς ψυχῆς καὶ τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου.