Αποκάλ.β΄4

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Ἀλλά ἔχω κατά σοῦ, ὅτι τήν ἀγάπην σου τήν πρώτην ἀφῆκας»

ΕΡMΗΝΕΙΑ

«Εἶμαι ὅμως δυσαρεστημένος ἐναντίον σου, διότι ἀφῆκες νά ψυχρανθῇ κάπως ἡ ἀγάπη, πού εἶχες εἰς τά πρῶτα σου χρόνια» ( Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΕΤΑ ΣΥΝΤΟΜΟΥ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα, Ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»

ΣΧΟΛΙΟ

         «Ἡ πρώτη Ἐπιστολή, ἀπευθύνεται πρὸς τὸν Ἐπίσκοπο τῆς Ἐφέσου. Ἀφοῦ τὸν ἐπαινεῖ ὁ Θεὸς γιὰ τὴν ὑπομονή του, γιὰ τοὺς κόπους του καὶ γιὰ τὴν σταθερότητά του στὴν Πίστι τοῦ Εὐαγγελίου, ἐκφράζει κατόπιν ἐναντίον του ἕνα παράπονο καὶ μία ἀπειλή. Ἔχω κάτι εἰς βάρος σου, τοῦ γράφει. Εἶμαι δυσαρεστημένος μαζί σου, διότι «τήν ἀγάπην σου τὴν πρώτην ἀφῆκας». «Ἄφηκες νὰ ψυχρανθῆ κάπως ἡ ἀγάπη, ποὺ εἶχες εἰς τὰ πρῶτα σου χρόνια» (ΠΤ). Δὲν εἶναι ἴδια ὅπως παλαιότερα. Θυμήσου τὸν πρῶτο ζῆλο σου καὶ «μετανόησον». Μετανόησε καὶ κάμε πάλι τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης, ὅπως ἄλλοτε. Ἂν δὲν μετανοήσης, «ἔρχομαί σοι ταχὺ καὶ κινήσω τήν λυχνίαν σου ἐκ τοῦ τόπου αὐτῆς». Θὰ τιμωρηθῆς αὐστηρά. Θὰ μετακινηθῆ ἡ Ἐκκλησία σου ἀπὸ τὴν τιμητική της θέσι (Ἀποκ. β’ 17).
           Ἡ φωνὴ αὐτή τοῦ Θεοῦ ἔχει νὰ πῆ πολλὰ καὶ στὸν καθένα μας. Τὸ πρῶτο πού μᾶς λέγει εἶναι ὅτι ὁ Θεὸς τὰ θέλει ἀπὸ ἐμᾶς ὅλα. Ἤ ὅλα ἤ τίποτε. Δὲν ἦταν ἀρκετὸ γιὰ τὸν Κύριο τὸ ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος ἐκεῖνος ἦταν σταθερὸς στὴν Πίστι καὶ δὲν δεχόταν συμβιβασμοὺς μὲ τοὺς αἱρετικούς, οὔτε τὸ ὅτι ἔκαμνε ὑπομονὴ καὶ ἐκοπίαζε γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο. Ἐφ’ ὅσον εἶχε ἀρχίσει νὰ ψυχραίνεται γιὰ τὸν ἄλφα ἤ βῆτα λόγο ἡ ἀγάπη του, τὸν ἤλεγξε. Δὲν τὸν ἀμνήστευσε. Δὲν εἶπε δηλαδὴ ὁ Θεός: «Δὲν πειράζει, ἀφοῦ ἔχει τόσα καλά, ἀφοῦ ἀπεχθάνεται τὰ σαρκικὰ ἔργα τῶν πλανεμένων σατανοκίνητων Νικολαϊτῶν, ἄς τὸν συγχωρήσω, ἄς μὴ τὸν ἐλέγξω». Τίποτε ἀπὸ αὐτά! Γιὰ τὸν Κύριο καὶ Θεὸ τῆς ἀλήθειας, ποὺ ποθεῖ τὴν σωτηρία μας, ἡ ἀλήθεια ἔχει πρωταρχικὴ σημασία. Ἂν λοιπὸν ἰδῆ ὅτι ὑπάρχει φόβος κάτι νὰ μᾶς στερήση αὐτὴν τὴν σωτηρία, κάνει τὸ πᾶν γιὰ νὰ προλάβη τὴν συμφορά. Χρησιμοποιεῖ καὶ ἐλεγκτικὴ γλώσσα καὶ ἀπειλὲς φοβερές, προκειμένου νὰ σωθῆ τὸ πλάσμα Του.
         Ὅπως μάλιστα σημειώνουν οἱ ἐρμηνευταί, δὲν εἶχε ψυγῆ ἐντελῶς ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου. Ἁπλῶς εἶχε ὑποβαθμισθῆ. Κινδύνευε δηλαδὴ νὰ γίνη χλιαρός, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο θὰ τὸν ὠδηγοῦσε τελικὰ στὴν ψῦξι. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ἐλέγχει ὁ Θεός, γιὰ νὰ προλάβη τὴν καταστροφή.
        Ὁ ἔλεγχος αὐτὸς τοῦ Θεοῦ τονίζει ἐπίσης καὶ τὴν σημασία ποὺ ἔχει ἡ ἀγάπη τῆς καρδιᾶς μας γιὰ τὴν πνευματική ζωή. Ὅλα ξεκινοῦν ἀπὸ τὴν ἀγάπη. Ἀγαπῶ τὸν Κύριο, γι’ αὐτὸ μελετῶ τὰ λόγια Του καὶ ἀκούω τὴν φωνή Του. Γι’ αὐτὸ προσεύχομαι καὶ συνομιλῶ μαζί Του. Γι’ αὐτὸ μεταλαμβάνω καὶ ἑνώνομαι μὲ Ἐκεῖνον, ποὺ εἶναι τὸ φῶς μου, ἡ χαρά μου, ἡ ζωὴ καὶ ἡ λατρεία μου. Τὸν ἀγαπῶ, γι’ αὐτὸ ἀγωνίζομαι νὰ τηρῶ τὰ προστάγματά Του καὶ νὰ μὴ τὸν λυπήσω ποτέ μὲ τὴν ζωή μου.
         Ἂν ὅμως ψυχρανθῆ αὐτή ἡ ἀγάπη ἂν ἀρχίσω νὰ ἀγαπῶ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο μὲ τὶς δῆθεν χαρὲς του ἂν πάρουν θέσι στὴν καρδιά μου ἄλλες ἀγάπες κοσμικὲς καὶ ἁμαρτωλές, τότε πέφτει ὁ ζῆλος γιὰ τὰ πνευματικά. Δὲν ἔχω διάθεσι γιὰ προσευχή, γιὰ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, γιὰ ἐκκλησιασμό, γιὰ θεία Κοινωνία, γιὰ ἔργα ἀγάπης καὶ Ἱεραποστολῆς. Ἡ πνευματική μου ζωὴ χαλαρώνει, γίνεται ὁλονέν καὶ πιὸ κοσμική, ἕως ὅτου φθάση τελικῶς καὶ στὴν πλήρη ἀδιαφορία γιὰ τὰ πνευματικά, στὴν ὁλοκληρωτικὴ ἐκκοσμίκευσι. Ξέπεσε ἡ ἀγάπη; Ξέπεσε καὶ ξέφτισε καὶ ἡ χριστιανικὴ ἰδιότητα (ΕΒ).
       Γι’ αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη ἐπείγουσα νὰ παραμένη ἀμείωτη ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὶς ἐντολές Του. Καὶ πρέπει νὰ κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε, ὥστε καὶ νὰ αὐξάνη αὐτή ἡ ἀγάπη μας, νὰ ἀνεβαίνη τὸ θερμόμετρο τῆς ἀγάπης τῆς καρδιᾶς μας, καθὼς θὰ περνοῦν τὰ χρόνια.
       Ἄς ἐλέγχουμε λοιπὸν τὸν ἑαυτό μας ὡς πρὸς αὐτή τὴν ἀγάπη μὲ σκοπὸ νὰ διατηροῦμε φλογερὸ τὸν ζῆλο μας γιὰ τὰ πνευματικά. Θυμᾶσαι πῶς ἤσουν τὰ πρῶτα χρόνια; νὰ λέμε στὸν ἑαυτό μας. Θυμᾶσαι τί ζῆλο εἶχες γιὰ νὰ ἀκούσης τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ; Πῶς ἔτρεχες σὰν διψασμένο ἐλάφι στὸν ἱερὸ Ναὸ γιὰ νὰ ἐκκλησιασθῆς, τότε ποὺ σὲ ἐπεσκέφθη ὁ Θεὸς μὲ τὴν Χάρι Του καὶ ἄνοιξε τὰ μάτια τῆς ψυχῆς σου γιὰ νὰ βλέπη τί σημαίνει Θεία Λειτουργία; Θυμᾶσαι πῶς προσευχόσουν, πῶς δάκρυζες γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου καὶ μὲ τί συγκλονισμὸ ψυχῆς πήγαινες στὸ ἱερὸ Ἐξομολογητήριο γιὰ νὰ ἀποθέσης τὰ βάρη τῆς ψυχῆς σου; Θυμᾶσαι πὼς μιλοῦσες στοὺς ἄλλους μὲ ἐνθουσιασμὸ γιὰ τὴν χαρὰ ποὺ δίνει ὁ Χριστός, καὶ πὼς ἔκαμνες τὸ πᾶν γιὰ νὰ βοηθήσης καὶ ἄλλους ἀνθρώπους νὰ γνωρίσουν τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ; Θυμᾶσαι πῶς ἀγωνιζόσουν γιὰ νὰ ἀποφύγης τὴν ἁμαρτία, τὸ κοσμικὸ φρόνημα, τοὺς μολυσμούς τοῦ κόσμου καὶ ὁτιδήποτε σὲ ἐμπόδιζε νὰ ζῆς χριστιανικά; Θυμᾶσαι πόσο λαχταροῦσες τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πῶς σκιρτοῦσε ἡ καρδιά σου γιὰ τὸν Παράδεισο καὶ πῶς ἤσουν ἕτοιμος νὰ θυσιάσης τὰ πάντα γιὰ νὰ κερδίσης τὸν οὐρανό;
      Τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ βοηθοῦν στὴν διάγνωσι τῆς πνευματικῆς μας καταστάσεως καὶ στὸν ἔλεγχο τοῦ ζήλου καὶ τῆς ἀγάπης μας γιὰ τὴν ζωὴ ποὺ εὐχαριστεῖ τὸν Θεό. Μαζὶ ὅμως μ’ αὐτή τὴν αὐτοέξετασι χρειάζεται καὶ προσευχὴ στὸν Κύριο, ὥστε νὰ μὴ ἐπιτρέψη πότε Ἐκεῖνος νὰ ψυχρανθῆ ἡ ἀγάπη μας. Νὰ τὸν ἱκετεύουμε νὰ παραμένη πάντοτε ἀναμμένη ἡ φλόγα τῆς ἀγάπης τῆς καρδιᾶς μας καὶ νὰ εἶναι ἀμείωτος ὁ ζῆλος τῆς ψυχῆς μας. Νὰ εἶναι διαρκῶς σὰν τὸν ζῆλο ποὺ ἔχουν αὐτοὶ ποὺ μετανοοῦν σὲ κάπως ὥριμη ἡλικία καὶ κάμνουν ὅ,τι μποροῦν γιὰ νὰ κερδίσουν ὅσα ἔχασαν ζῶντας ἕως τότε στὴν ἄγνοια τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἁμαρτία. Νὰ τὸν παρακαλοῦμε ἐπίσης νὰ αὐξάνη Ἐκεῖνος τὴν ἀγάπη μας, γιατί μόνον ἔτσι θὰ βρεθοῦμε μαζί Του στὴν Βασιλεία Του, ἡ ὁποία ἔχει ἑτοιμασθῆ γιὰ ὅσους τὸν ἀγαποῦν (Α’ Κόρ. β’ 9)»   ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Γ.Ψαλτάκη «Μηνύματα ἀπό τό βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).