102. β) Ἡ εὐχαριστία.

Ἀπό τό βιβλίο τοῦ   Ἀρχιμανδρίτου Εὐσεβίου Ματθοπούλου «Ο ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ». Τό κείμενο εἶναι παρμένο ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῶν ἐκδόσεων τῆς Ἀδελφότητος «ΖΩΗ» σέ ἁπλούστερη γλωσσική μορφή.

102. β) Ἡ εὐχαριστία.

     Μὲ τὴν εὐχαριστία, κατανοώντας ὁ ἄνθρωπος τὶς ἄπειρες πρὸς αὐτὸν εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ ἐκφράζη εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν μεγάλο καὶ πανάγαθο Εὐεργέτη του.
     Συλλογιζόμενος ἐπὶ παραδείγματι ὁ ἄνθρωπος ὅτι ὁ Θεὸς τὸν δημιούργησε ἀπὸ τὸ μηδέν. Ὅτι δὲν τὸν δημιούργησε ἀναίσθητο καὶ χωρὶς λογική, ὅπως εἶναι τὰ ζῶα καὶ ἡ ἄλλη κτίση, ἀλλὰ κατ’ εἰκόνα Του καὶ τὸν προόρισε νὰ γίνη ὅμοιός Του καὶ μέτοχος τῆς αἰώνιας Βασιλείας, πρέπει νὰ εὐχαριστῆ τὸν πανάγαθο Δημιουργό του.
     Σκεπτόμενος ὅτι ὁ Θεὸς μὲ τὴν πάνσοφη πρόνοιά Του εὐεργετεῖ συνεχῶς τὸν ἄνθρωπο μὲ τὰ διάφορα δημιουργήματά Του, τὸν ἥλιο, τὴ σελήνη, τὸν ἀέρα, τὸ νερό, τὸν ἄρτο, τὰ παντὸς εἴδους ζῶα, τὰ φυτά, τὰ δέντρα, τὰ διάφορα μέταλλα, πρέπει νὰ Τὸν εὐχαριστῆ ὡς τὸν μόνο εὐεργέτη καὶ συντηρητή του.
     Σκέπτεται ὅτι ὁ Θεὸς δέ μᾶς ἀποστράφηκε ὅταν ἁμαρτήσαμε, ἀλλὰ ἐξακολούθησε καὶ μετὰ τὴν παράβαση νὰ φροντίζη γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἔστειλε Προφῆτες, ἔδωσε νόμο, ἔκανε θαύματα καὶ ἔργα ὑπερφυσικῆς δυνάμεως. Καὶ ὅταν ἦλθε ὁ κατάλληλος χρόνος, ἔστειλε καὶ τὸν Ἴδιο τὸν μονογενῆ Του Υἱὸ στὸν κόσμο. Βάζοντας τέτοιες σκέψεις στὸ νοῦ του ἔχει ὑποχρέωση νὰ Τὸν εὐχαριστεῖ γιὰ τὴν ἄπειρη ἀγαθότητά Του.
    Σκέπτεται ὅτι ὁ Χριστός, ὅταν ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ τὴ σωτηρία μας, ὑπέμεινε τόσα δεινά: Τὸν ἔβρισαν, Τὸν μαστίγωσαν, Τὸν ἔφτυσαν, Τὸν καταδίκασαν καὶ μὲ ἀτιμωτικὸ τρόπο Τὸν ὕψωσαν στὸ Σταυρὸ καὶ πέθανε μέσα στὴν ἔσχατη καταφρόνηση καὶ σὲ φρικτοὺς πόνους. Ἔτσι σκεπτόμενος ὁ Χριστιανός εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ εὐχαριστῆ, μὲ ὅλη του τὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιά, γιὰ τὴν ἄπειρη ἀγαθότητα καὶ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ γιὰ τὴν ἀπερίγραπτη καὶ ἀνεκδιήγητη συγκατάβαση τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ Του.
     Ἐπίσης πρέπει νὰ Τὸν εὐχαριστῆ μὲ τὴν καρδιά του, συλλογιζόμενος ὅτι μὲ τὴν ἀγαθότητά Του ὁ Θεὸς εὐδόκησε νὰ μὴ βρισκώμαστε στὴν πλάνη, ἀλλὰ νὰ φωτισθοῦμε καὶ νὰ πιστεύσουμε στὸν Μονογενῆ Υἱό Του καὶ νὰ εἴμαστε Χριστιανοί.
     Εἶναι ὑποχρεωμένος ὁ Χριστιανὸς νὰ εὐχαριστῆ μὲ ὅλη τὴν ψυχὴ τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος ὡς ὕψιστη δωρεὰ καὶ χάρη μᾶς δίνει τὸ Πνεῦμα Του καὶ μὲ αὐτό μᾶς ἀναγεννᾶ, μᾶς ἁγιάζει, μᾶς φωτίζει, μᾶς δυναμώνει, μᾶς προάγει πνευματικὰ καὶ μᾶς τελειοποιεῖ.
     Συλλογιζόμενος ὅτι ὁ Χριστός μᾶς δίνει ὡς τροφὴ καὶ αὐτὸ ἀκόμη τὸ πανάγιό Του Σῶμα καὶ τὸ τίμιό Του Αἷμα, γιὰ νὰ μᾶς ἁγιάση καὶ μᾶς ἑνώση σὲ ἕνα σῶμα μαζί Του, πρέπει νὰ εὐχαριστῆ καὶ γι’ αὐτή τὴ μέγιστη εὐεργεσία.
     Εἶναι ἀκόμη ὑποχρεωμένος νὰ Τὸν εὐγνωμονῆ καὶ νὰ Τὸν εὐχαριστῆ ὡς παντοδύναμο καὶ πανάγαθο προστάτη του, κατανοώντας ὅτι ὁ Θεὸς τὸν προστατεύει καὶ τὸν προφυλάει ἀπὸ μύριους σωματικοὺς καὶ πνευματικοὺς κινδύνους καὶ τὸν λυτρώνει ἀπὸ τὶς ἐπιβουλὲς καὶ τὴν ἐπίδραση τῶν πονηρῶν πνευμάτων.
    Κάθε πρωãι, ὅταν σηκώνεται ἀπὸ τὸν ὕπνο καὶ συναισθάνεται ὅτι ὁ Θεὸς τὸν διαφύλαξε κατὰ τὴ νύχτα ποὺ πέρασε καὶ τὸν σήκωσε ὑγιῆ, εἶναι ὑποχρεωμένος μὲ εὐλάβεια νὰ Τὸν εὐχαριστῆ
    Καὶ κάθε βράδυ, ὅταν συλλογίζεται ὅτι ὁ Θεὸς τὸν διαφύλαξε κατὰ τὴν ἡμέρα ποὺ πέρασε ἀπὸ διάφορους κινδύνους καὶ ὅτι τὸν εὐεργέτησε μὲ ποικίλους τρόπους, πρέπει νὰ Τὸν εὐχαριστῆ μὲ ὅλη του τὴν καρδιά.