Αποκάλ. δ΄4, 9-11

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Καί κυκλόθεν τοῦ θρόνου θρόνοι εἴκοσι τέσσαρες, καί ἐπί τούς θρόνους τούς εἴκοσι τέσσαρας πρεσβυτέρους καθημένους, περιβεβλημένους ἐν ἱματίοις λευκοῖς, καί ἐπί τάς κεφαλάς αὐτῶν στεφάνους χρυσοῦς»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

«Καί τριγύρω ἀπό τόν θρόνον ἦσαν εἰκοσιτέσσαρες ἄλλοι θρόνοι. Καί εἰς τούς θρόνους αὐτούς εἶδα νά κάθηνται οἱ εἰκοσιτέσσαρες πρεσβύτεροι, πού ἀντιπροσωπεύουν τήν ἐν οὐρανοῖς θριαμβεύουσαν Ἐκκλησίαν, ἐνδεδυμένοι μέ λευκά ἐνδύματα, σύμβολα τῆς ἁγιότητος κί ἁγνότητός των· καί εἶχαν στεφάνια χρυσᾶ εἰς τάς ξκεφαλάς, σύμβολα τῆς νίκης των καί τοῦ ἐνδόξου θριάμβου των» ( Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα)

ΣΧΟΛΙΟ

    Γύρω ἀπό τόν ἔνδοξο θρόνο τοῦ Θεοῦ, πού εἶδε στόν οὐρανό ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης, ὑπῆρχαν, γράφει, ἄλλοι εἴκοσι τέσσερις θρόνοι, στούς ὁποίους ἦσαν καθισμένοι ἰσάριθμοι πρεσβύτεροι, λευκοντυμένοι καί μέ χρυσᾶ στεφάνια στά κεφάλια τους. Κρατοῦσαν μάλιστα στά χέρια τους καθένας τους ἀπό μιά κιθάρα καί χρυσές φιάλες γεμᾶτες μέ θυμιάματα. ῞Οταν δέ δοξολογοῦσαν τόν Θεό τά τέσσερα ἐκεῖνα ὄντα, τά ὀνομα-ζόμενα «ζῷα», στά ὁποῖα ἀναφερθήκαμε προηγουμένως, ἔβγαζαν οἱ πρεσβύτεροι τά στεφάνια ἀπό τά κεφάλια τους καί τά ἐναπέθεταν ἐμπρός στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ καί ἔλεγαν· «ἄξιος εἶ, ὁ Κύριος καί Θεός ἡμῶν, λαβεῖν τήν δόξαν καί τήν τιμήν καί τήν δύναμιν, ὅτι σύ ἔκτισας τά πάντα, καί διά τό θέλημά σου ἦσαν καί ἐκτίσθησαν». Δηλαδή· «῎Αξιος εἶσαι σύ, ὁ Κύριος καί Θεός μας, νά λάβῃς ὅλην τήν δόξαν καί τήν τιμήν καί τήν δύναμιν, διότι σύ ἔκτισες τά πάντα, καί διότι τό ἠθέλησες ἐξ ἀγαθότητος ἐκτίσθησαν ἀπό σέ καί ὑπάρχουν» (ΠΤ) (᾿Αποκ. δ´ 4, 9-11).
    Τό ἐντυπωσιακό αὐτό ὅραμα τῶν «εἴκοσι τεσσάρων πρεσβυτέρων» ἔχει πολλά τά διδακτικά στοιχεῖα. Πρωτίστως νά ποῦμε ὅτι ὁ ἀριθμός 24 εἶναι ἀντιπροσωπευτικός καί συμβολικός. Συμβολίζει ὅλη τήν ᾿Εκκλησία πού βρίσκεται στούς οὐρανούς καί ὀνομάζεται «θριαμβεύουσα». «Δώδεκα τήν ἐξ ᾿Ιουδαίων καί δώδεκα τήν ἐξ ἐθνῶν» (ΠΤ).
    ῾Η ὀνομασία «θριαμβεύουσα ᾿Εκκλησία» σημαίνεται ἀπό τό ὅτι ἔχουν χρυσᾶ στεφάνια στά κεφάλια τους, φοροῦν λευκά ἱμάτια καί κάθονται σέ θρόνους βασιλικούς. ᾿Ενίκησαν στόν κόσμο τήν ἁμαρτία καί τόν παλαιό ἑαυτό τους καί ξέφυγαν τίς πλεκτάνες τοῦ Διαβόλου. Διετήρησαν λευκόν καί ἀμόλυντον τόν χιτῶνα τῆς ψυχῆς τους καί στεφανωμένοι νικηταί ἀπολαμβάνουν τώρα αἰωνίως τήν δόξα τους ἐμπρός στόν θρόνο τοῦ Κυρίου, τόν ῾Οποῖον ἐλάτρευαν μέχρι τῆς τελευταίας στιγμῆς τῆς ζωῆς τους.
    Τό ὅτι βγάζουν τά στεφάνια τους καί τά ἐναποθέτουν στόν θρόνο τοῦ Κυρίου δοξολογῶντας τό μέγα ῎Ονομά Του φανερώνει τήν πολλή ταπεινοφροσύνη τους. «῾Η ρῖψις τῶν στεφάνων τῶν βασιλέων πρεσβυτέρων ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι μόνον σημεῖον τῆς ὑποταγῆς, ἀλλ’ ἐμφαίνει καί τήν ἀναγνώρισιν ὅτι εἰς τόν Θεόν ὀφείλονται οἱ στέφανοι οὗτοι» (ΠΜ).
    Πόσο διδακτική ἀλήθεια αὐτή ἡ κίνησις τῶν πρεσβυτέρων! Δέν λησμονοῦν μέσα στήν δόξα καί τό μεγαλεῖο τους νά εὐγνωμονοῦν τόν Κύριο καί νά ἀποδίδουν σ’ ᾿Εκεῖνον τήν τιμή γιά τήν δόξα τους. Δέν ἐπῆρε τό μυαλό τους ἀέρα, ὅπως συνέβη ἄλλοτε μέ τόν τραγικό ἀρχάγγελο ῾Εωσφόρο, πού ἐζήλευσε τόν Θεό καί ἠθέλησε νά δοξασθῇ πολύ περισσότερο, ἀντί νά δοξολογῇ ταπεινά τόν Κύριο, πού τόν εἶχε τιμήσει μέ τόσην δόξα. Αὐτοί ἤξεραν τήν θέσι τους καί ἀνεγνώριζαν ὅτι τά πάντα ὠφείλονταν στόν Θεό. Καί ἐδόξαζαν τό μεγαλεῖο Του.
     Μέ τήν δοξολογία τους αὐτή ἦταν σάν νά ἔλεγαν σ’ ᾿Εκεῖνον· «᾿Εάν δέν μᾶς ἐβοηθοῦσες Σύ, Κύριε, ἐάν δέν μᾶς ἐπροστάτευες ἀπό τίς ἐπιθέσεις καί τίς παγίδες τοῦ Πονηροῦ, ἐάν δέν μᾶς ἐχάριζες τήν δύναμί Σου, ἐάν δέν μᾶς ἔλουζες μέ τό Αἷμα τοῦ Υἱοῦ Σου, πού “ὡς ἐσφαγμένον ἀρνίον” στέκεται ἐμπρός μας ἐδῶ στούς οὐρανούς (᾿Αποκ. ε´ 6), δέν θά ἤμασταν τώρα σ’ αὐτούς τούς θρόνους πλησίον Σου. Δέν θά εἴχαμε νικήσει. ῾Η νίκη μας κατ’ οὐσίαν εἶναι δική Σου. Γι’ αὐτό καί τά στεφάνια μας σοῦ ἀνήκουν».
    Τί μεγαλεῖο ἀλήθεια κρύβει αὐτή ἡ σκηνή! Τί κάλλος οὐράνιο! ᾿Αλλά καί πόσον ἐλέγχει ὡρισμένους ἀπό ἐμᾶς, πού θεωροῦμε τόν ἑαυτό μας σπουδαῖο καί καυχόμαστε γιά τήν ἀξία μας! ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος φωνάζει· «τί ἔχεις ὅ οὐκ ἔλαβες; εἰ δέ καί ἔλαβες, τί καυχᾶσαι ὡς μή λαβών;» (Α´ Κορ. δ´ 7). Τί ἔχεις δηλαδή, ἄνθρωπε, πού δέν τό πῆρες δῶρο ἀπό τόν Θεό; ῾Υγεία; Γνώσεις; Δύναμι; ᾿Αρετή; ῾Ικανότητες; ῞Ολα εἶναι δικά Του δῶρα. Γιατί λοιπόν καυχᾶσαι καί φουσκώνεις σάν νά εἶναι δικά σου κατορθώματα ὅλα αὐτά; Παρά ταῦτα πολλοί ἀπό ἐμᾶς δέν συνετιζόμαστε καί δέν μετριοφρονοῦμε. «Τό παίρνουμε ἐπάνω μας», ὅπως λέει ὁ λαός μας. ῎Ερχεται βέβαια ἡ ζωή μέ τίς δοκιμασίες καί τίς συμφορές της καί μᾶς προσγειώνει, μᾶς «ξεφουσκώνει», ἀλλά καί τότε συνερχόμαστε πάντα καί ὀρθοφρονοῦμε;
    Τό μεγαλειῶδες αὐτό ὅραμα τῆς προσκυνήσεως τῶν εἴκοσι τεσσάρων πρεσβυτέρων ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Κυρίου τονίζει μέ ἐντυπωσιακό τρόπο ὅτι ὁ Θεός εἶναι «τό πᾶν διά πάντα καί εἰς Αὐτόν ἀποβλέπουσι πάντα τά δημιουργήματά Του», ὅπως ἀναφέρει σέ μιά προσευχή του ὁ ἀείμνηστος συγγραφεύς τοῦ περιφήμου πνευματικοῦ βιβλίου ῾Ο Προορισμός τοῦ ἀνθρώπου, ᾿Αρχιμανδρίτης π. Εὐσέβιος Ματθόπουλος.
    Θά ἀξιωθοῦμε ἆρα γε νά βρεθοῦμε κάποτε κι ἐμεῖς ἐκεῖ ὅπου εἶναι οἱ μακάριοι αὐτοί πρεσβύτεροι, ἐμπρός στόν ἔνδοξο θρόνο τοῦ Κυρίου; ᾿Εκεῖνος πάντως μᾶς περιμένει καί ἔκαμε καί κάμνει τό πᾶν γι’ αὐτή τήν αἰώνια εὐτυχία μας. ᾿Από ἐμᾶς πλέον ἐξαρτᾶται τό νά ἑνωθῇ καί ἡ δική μας φωνή μέ τίς φωνές τῶν πρεσβυτέρων, πού ψάλλουν στούς οὐρανούς δοξολογῶντας ἀκατάπαυστα τόν παντοκράτορα Κύριον τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Γ.Ψαλτάκη «Μηνύματα ἀπό τό βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως).