Ὁ Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός κοιμήθηκε τό 749 μ.Χ. Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης 1260 χρόνων ἀπό τήν Κοίμησή του δημοσιεύουμε σέ συνέχειες τό ἔργο του «Ἔκδοσις ἀκριβής Ὀρθοδόξου Πίστεως». Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ Ἀρχ.Δωροθέου Πάπαρη, καί εἶναι παρμένη ἀπό τήν ἰστοσελίδα www.phys.uoa.gr. Ἡ μετατροπή στό σύστημα πολυτονικῆς γραφῆς εἶναι δική μας.
Κεφάλαιο 9ο Γι’ αὐτὰ ποὺ λέγονται γιὰ τὸ Θεό.
«Τὸ θεῖο εἶναι ἁπλὸ καὶ ἀσύνθετο. Ἐνῷ αὐτὸ ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ πολλὰ καὶ διάφορα στοιχεῖα εἶναι σύνθετο. Ἐὰν ὅμως θεωρήσουμε τὸ ἄκτιστο, τὸ ἄναρχο, τὸ ἀσώματο, τὸ ἀθάνατο, τὸ αἰώνιο, τὸ ἀγαθό, τὸ δημιουργικὸ καὶ τὰ παρόμοια ὡς οὐσιαστικὲς διαφορὲς γιὰ τὸ Θεό, ἐφόσον ἀποτελεῖται ἀπὸ τόσα πολλὰ στοιχεῖα, δὲν θὰ εἶναι ἁπλὸς ἀλλὰ σύνθετος, πράγμα ποὺ συνιστᾶ τὴ μεγαλύτερη ἀσέβεια. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ θεωροῦμε ὅτι καθετὶ ποὺ λέγεται γιὰ τὸ Θεὸ δὲν δηλώνει τί εἶναι κατ’ οὐσία ὁ Θεός, ἀλλὰ ἢ δείχνει τί δὲν εἶναι, ἢ δηλώνει κάποια σχέση μὲ κάτι ἀντίθετο, ἢ φανερώνει κάτι παρεπόμενό της φύσεως, ἢ δείχνει κάποια ἐνέργεια. Φαίνεται, λοιπόν, ὅτι τὸ κυριότερο ἀπ’ ὅλα τὰ λεγόμενα ὀνόματα γιὰ τὸ Θεὸ εἶναι τὸ ὄνομα «ὁ Ὧν», ὅπως τὸ λέει ὁ ἴδιος τὴ στιγμὴ ποὺ ἀποκρίνεται στὸ Μωϋσῆ πάνω στὸ βουνό: «Εἶπα στὰ παιδιὰ τοῦ Ἰσραήλ· μ’ ἔστειλε ὁ Ὧν». Διότι περιέκλεισε στὸν ἑαυτό του νὰ ἔχει ὅλη τὴν ὕπαρξη, σὰν κάποιο ἄπειρο καὶ ἀπεριόριστο πέλαγος ὑπάρξεως. Καὶ ὅπως λέει ὁ ἅγιος Διονύσιος, τὸ ὄνομα «ἀγαθός». Διότι δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ποῦμε γιὰ τὸ Θεὸ ὅτι πρῶτα ὑπάρχει καὶ ἔπειτα εἶναι ἀγαθός. Δεύτερο ὄνομα εἶναι τὸ «Θεός», τὸ ὁποῖο προέρχεται ἢ ἀπὸ τὴ λέξη «θέειν»(=τρέχει), διότι περιτρέχει τὰ σύμπαντα, ἢ ἀπὸ τὴ λέξη «αἴθειν», ποὺ σημαίει καίει «διότι ὁ Θεὸς εἶναι φωτιὰ ποὺ ὅλα τὰ καίει», καὶ μαζὶ κάθε κακία, ἢ προέρχεται ἀπὸ τὴ φράση «βλέπει τὰ πάντα»· διότι εἶναι ἀλάθητος καὶ ὅλα τὰ ἐποπτεύει. Διότι τὰ εἶδε «ὅλα προτοῦ νὰ γίνουν», ἀφοῦ τὰ εἶχε προαιώνια στὸ νοῦ του· καὶ τὸ καθετὶ δημιουργήθηκε στὸν καθορισμένο χρόνο, σύμφωνα μὲ τὸ προαιώνιο σχέδιο τῆς θελήσεώς του, τὸ ὁποῖο περιλαμβάνει τὸν προορισμό, τὴν εἰκόνα καὶ τὸ παράδειγμα. Τὸ πρῶτο, λοιπόν, ὄνομα ἐκφράζει τὴν ἴδια τὴν ὕπαρξη καὶ τὴ φύση της, ἐνῷ τὸ δεύτερο ἐκφράζει τὴν ἐνέργεια. Τὰ ὀνόματα πάλι ἄναρχο, ἄφθαρτο καὶ ἀγένητο, δηλαδὴ ἀδημιούργητο, ἀσώματο, ἀόρατο καὶ τὰ παρόμοια, δηλώνουν τί δὲν εἶναι· δηλαδή, ὅτι ἡ ὕπαρξή του δὲν ἔχει ἀρχή, δὲν φθείρεται, δὲν ἔχει δημιουργηθεῖ, δὲν εἶναι σῶμα καὶ δὲν εἶναι ὁρατή. Τὰ ὀνόματα πάλι ἀγαθός, δίκαιος, ὅσιος καὶ τὰ ὅμοια ἔχουν σχέση μὲ τὴ φύση (οὐσία), ἀλλὰ δὲν δηλώνουν τὴν ἴδια τὴν οὐσία. Τὰ ὀνόματα Κύριος, βασιλεὺς καὶ τὰ ὅμοια δείχνουν τὴ σχέση μ’ αὐτὰ ποὺ ἀντιδιαστέλλονται· διότι ὀνομάζεται Κύριος αὐτῶν ποὺ τοὺς κυριεύει, βασιλεὺς αὐτῶν ποὺ κυβερνᾶ, δημιουργὸς αὐτῶν δημιουργεῖ καὶ ποιμένας αὐτῶν ποὺ ποιμαίνει.»