Κεφάλαιο 6ο-7ο

Ὁ Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός κοιμήθηκε τό 749 μ.Χ. Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης 1260 χρόνων ἀπό τήν Κοίμησή του δημοσιεύουμε σέ συνέχειες τό ἔργο του «Ἔκδοσις ἀκριβής Ὀρθοδόξου Πίστεως». Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ Ἀρχ.Δωροθέου Πάπαρη, καί εἶναι παρμένη ἀπό τήν ἰστοσελίδα www.phys.uoa.gr. Ἡ μετατροπή στό σύστημα πολυτονικῆς γραφῆς εἶναι δική μας. 

Κεφάλαιο 6ο
Γιὰ τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ.

     «Αὐτὸς λοιπὸν ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς Θεὸς δὲν εἶναι ἄλογος. Ἐφόσον ἔχει Λόγο, δὲν θὰ εἶναι χωρὶς ὑπόσταση, οὔτε θὰ ἔχει ἀρχὴ καὶ τέλος ἡ ὕπαρξή του. Διότι,  δὲν ὑπῆρχε χρόνος, ποὺ νὰ μὴν ὑπῆρχε ὁ Θεὸς Λόγος. (Ὁ Θεός) ἔχει πάντοτε  τὸ Λόγο του, γεννημένο ἀπ’ Αὐτόν»· δὲν εἶναι ἀνυπόστατος καὶ σκορπισμένος  στὸν ἀέρα ὅπως ὁ δικός μας λόγος, ἀλλὰ εἶναι ἐνυπόστατος, ζωντανός, τέλειος.  Δὲν προχωρεῖ ἔξω ἀπ’ Αὐτόν, ἀλλὰ εἶναι πάντοτε ἑνωμένος μαζί του. Διότι, ποὺ  θὰ εἶναι, ἂν βγεῖ ἔξω ἀπ’ Αὐτόν;  Ἐπειδή, δηλαδή, ἡ δική μας φύση εἶναι θνητὴ καὶ φθαρτή, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ λόγος  μᾶς εἶναι ἀνυπόστατος. Ὁ Θεὸς ὅμως, ἐπειδὴ εἶναι αἰώνιος καὶ τέλειος, θὰ ἔχει  καὶ τὸ Λόγο τοῦ τέλειο καὶ ἐνυπόστατο, αἰώνιο, ζωντανὸ καὶ κάτοχο ὅλων  ὅσων κατέχει καὶ ὁ γεννήτοράς του. Διότι, ὅπως ἀκριβῶς ὁ δικός μας λόγος  προέρχεται ἀπὸ τὸ νοῦ ἀλλὰ δὲν ταυτίζεται ἀπόλυτα μ’ αὐτὸν καὶ οὔτε εἶναι  σὲ ὅλα διαφορετικὸς διότι, ἂν καὶ προέρχεται ἀπὸ τὸ νοῦ εἶναι κάτι ἄλλο  ἀπ’ αὐτόν? καὶ παρόλο ποὺ φανερώνει τὸ νοῦ, δὲν εἶναι σὲ ὅλα διαφορετικὸς  ἀπὸ τὸ νοῦ? ἀλλά, ὄντας κατὰ τὴ φύση ὅμοιος, εἶναι διαφορετικὸς στὴν ὑπόσταση  ἔτσι καὶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴ δική του ὑπόσταση εἶναι διαφορετικὸς μ’  Ἐκεῖνον (γεννήτορα), ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἔλαβε τὴν ὑπόσταση· ἐπειδὴ ὅμως δείχνει  τά ἴδια πού βλέπουμε στό Θεό (Πατέρα), εἶναι ὁ ἴδιος στή φύση μ’ εκείνον.  Διότι, ὅπως βλέπουμε τόν Πατέρα νά εἶναι τέλειος σέ ὅλα, τό ἴδιο βλέπουμε  καί στό Λόγο πού γεννήθηκε ἀπ’ Αὐτόν.

Κεφάλαιο 7ο
Λογικὴ ἀπόδειξη γιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

     Πρέπει, ἐπίσης, ὁ Λόγος νὰ ἔχει καὶ Πνεῦμα. Ἀκόμη καὶ ὁ δικός μας λόγος δὲν στερεῖται πνεῦμα. Σέ μᾶς, ὅμως, τὸ πνεῦμα εἶναι ξένο στὴ φύση μας·  διότι πρόκειται γιὰ εἰσπνοὴ καὶ κίνηση τοῦ ἀέρα, ὁ ὁποῖος εἰσέρχεται  καὶ διασκορπίζεται στὸ σῶμα, γιὰ νὰ τοῦ δώσει ζωή. Αὐτό, στὴ διάρκεια τῆς  ὁμιλίας, γίνεται φωνὴ τοῦ λόγου, ποὺ φανερώνει μέσα ης τὴ δύναμη τοῦ λόγου.  Στὴ θεία ὅμως φύση, ποὺ εἶναι ἁπλὴ καὶ ἀσύνθετη, πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε  μὲ σεβασμὸ ὅτι ὑπάρχει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι πιὸ ἐλλιπὴς ἀπὸ τὸ δικό μας λόγο· καὶ δὲν εἶναι εὐσεβὲς νὰ θεωροῦμε  ὅτι τὸ Πνεῦμα εἰσέρχεται στὸ Θεὸ ἀπέξω σὰν κάτι τὸ ξένο, ὅπως συμβαίνει  σὲ μᾶς ποὺ εἴμαστε σύνθετοι.  Ἀλλά, ὅπως ἀκριβῶς ὅταν ἀκούσαμε γιὰ τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ, δὲν τὸν  θεωρήσαμε χωρὶς ὑπόσταση οὔτε ὅτι εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς μαθήσεως ἢ  προφέρεται μὲ φωνὴ καὶ διασκορπίζεται στὸν ἀέρα καὶ χάνεται, ἀλλὰ  θεωρήσαμε ὅτι ὑφίσταται μὲ οὐσία, ἐλεύθερη βούληση, ἐνέργεια καὶ  παντοδυναμία· ἔτσι, ὅταν μάθαμε καὶ γιὰ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο  συμμαρτυρεῖ γιὰ τὸ Λόγο καὶ φανερώνει τὴν ἐνέργειά του, δὲν τὸ θεωρήσαμε  σὰν κάποια πνοὴ χωρὶς ὑπόσταση διότι ἔτσι ἐξευτελίζουμε τὴ  μεγαλοπρέπεια τῆς θείας φύσεως, ἐφόσον θεωροῦμε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ  σχεδὸν ὅμοιο μὲ τὸ δικό μας πνεῦμα.  Ἀντίθετα, τὸ θεωρήσαμε δύναμη μὲ οὐσία, ποὺ ἔχει δική της ἰδιαίτερη  ὑπόσταση· προέρχεται ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ ἀναπαύεται στὸ Λόγο,  τὸν ὁποῖο καὶ ἀποκαλύπτει. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ χωριστεῖ ἀπὸ τὸ Θεὸ στὸν  ὁποῖο κατοικεῖ, οὔτε ἀπὸ τὸ Λόγο τὸν ὁποῖο συνοδεύει· οὔτε βαδίζει πρὸς  τὴν ἀνυπαρξία, ἀλλὰ εἶναι ὑποστατικὴ δύναμη ὅμοια μὲ τὸ Λόγο,  ζωντανή, μὲ θέληση, αὐτοκινούμενη καὶ ἐνεργητική·  ἐπιθυμεῖ πάντοτε τὸ ἀγαθὸ καὶ ἡ δύναμή της συνοδεύει τὴ θέληση γιὰ κάθε  καλὸ σκοπό· δὲν ἔχει οὔτε ἀρχὴ οὔτε τέλος. Διότι ποτὲ ὁ Λόγος  δὲν ἀπουσίασε ἀπὸ τὸν Πατέρα οὔτε τὸ Πνεῦμα ἀπὸ τὸ Λόγο.  Ἔτσι, ἀπὸ τὴ μία, μὲ τὴν ἑνότητα τῆς φύσεως, ἐξαφανίζεται ἡ πλάνη της  πολυθεΐας τῶν Ἑλλήνων, κι ἀπὸ τὴν ἄλλη, μὲ τὴν ὁμολογία τῆς ὑπάρξεως  τοῦ Λόγου καὶ τοῦ Πνεύματος, ἀνατρέπεται ἡ πίστη τῶν Ἰουδαίων. Καὶ  ἀπὸ τὶς δυὸ αἱρετικὲς ἀποκλίσεις παραμένει ἡ ὠφέλεια: ἀπὸ τὴν ἰουδαϊκὴ  ἀντίληψη ἔχουμε τὴν ἑνότητα τῆς οὐσίας, ἐνῷ ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ τὴ  διάκριση τῶν ὑποστάσεων.  Ἐὰν ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι ἔχουν ἀντίρρηση στὴν παραδοχὴ τῆς ὑπάρξεως τοῦ  Λόγου καὶ τοῦ Πνεύματος, ἡ Ἁγία Γραφὴ θὰ τοὺς ἐλέγξει καὶ ἀποστομώσει.  Διότι γιὰ τὸ Λόγο λέει ὁ Δαβίδ: «Ὁ Λόγος σου, Κύριε, θὰ μένει αἰώνια στὸν  οὐρανό». Καὶ ἀλλοῦ πάλι λέει: «Ἔστειλε τὸ Λόγο του καὶ τοὺς θεράπευσε».  Ἂν πρόκειται γιὰ λόγο προφορικό, αὐτὸς οὔτε ἀποστέλλεται οὔτε μένει  αἰώνια. Ὁ ἴδιος ὁ Δαβὶδ ὁμιλεῖ καὶ γιὰ τὸ Πνεῦμα:  «Θὰ στείλεις τὸ Πνεῦμα σου καὶ θὰ δημιουργηθοῦν»· καὶ ἀλλοῦ πάλι λέει:  «Οἱ οὐρανοὶ σχηματίσθηκαν μὲ τὸ Λόγο τοῦ Κυρίου· ὅλη ἡ δύναμή τους εἶναι  στὸ Πνεῦμα τοῦ στόματός του». Ὁ Ἰώβ, ἐπίσης, λέει: «Μὲ δημιούργησε τὸ  θεῖο Πνεῦμα καὶ μὲ συγκρατεῖ ἡ πνοὴ τοῦ παντοκράτορα». Καὶ τὸ Πνεῦμα ποὺ  ἀποστέλλεται, δημιουργεῖ, σταθεροποιεῖ καὶ συγκρατεῖ δὲν εἶναι ἕνας ἀέρας  πού χάνεται, ὅπως καὶ τὸ στόμα δὲν εἶναι μέλος τοῦ σώματος τοῦ Θεοῦ· διότι  καὶ τὰ δυὸ πρέπει νὰ τὰ ἐννοήσουμε μὲ θεοπρεπὴ τρόπο.