Ὁ Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός κοιμήθηκε τό 749 μ.Χ. Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης 1260 χρόνων ἀπό τήν Κοίμησή του δημοσιεύουμε σέ συνέχειες τό ἔργο του «Ἔκδοσις ἀκριβής Ὀρθοδόξου Πίστεως». Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ Ἀρχ.Δωροθέου Πάπαρη, καί εἶναι παρμένη ἀπό τήν ἰστοσελίδα www.phys.uoa.gr. Ἡ μετατροπή στό σύστημα πολυτονικῆς γραφῆς εἶναι δική μας.
Κεφάλαιο 25ο (Β)
Γιὰ τὸν Παράδεισο.
Θεωρῶ, λοιπόν, ὅτι ὁ θεῖος Παράδεισος ἔχει δυὸ ἔννοιες. Καὶ οἱ θεοφόροι Πατέρες μας παρέδωσαν τὴν ἀλήθεια, εἴτε δίδαξαν τὴ μία εἴτε τὴν ἄλλη ἔννοια. Μποροῦμε μάλιστα νὰ ἑρμηνεύσουμε ὅτι ἡ ἔκφραση «πᾶν ξύλον» σημαίνει τὴν τέλεια γνώση ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὰ δημιουργήματα τῆς θείας δυνάμεως, ὅπως λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος: «Ὁ ἀόρατος κόσμος γίνεται ἀντιληπτὸς ἀπὸ τὰ κτιστὰ δημιουργήματα». Καὶ ἀπ’ ὅλες τὶς ἔννοιες καὶ παρατηρήσεις πιὸ σπουδαία εἶναι αὐτὴ ποὺ ἀναφέρεται σὲ μᾶς, στὴ δική μας σύσταση, ὅπως λέει ὁ προφήτης Δαβίδ: «Ἀπὸ τὴν γνώση τοῦ ἐαυτοῦ μου θαυμάζω τὴ σοφία σου»· δηλαδή, ἀπὸ τὴν παρατήρηση τῆς φύσεώς μου. Αὐτὴ ὅμως ἡ γνώση ἦταν ἐπικίνδυνη γιὰ τὸν Ἀδάμ, ποὺ ἦταν ἄπειρος, γιὰ τοὺς λόγους ποὺ ἐκθέσαμε. Ἢ πρέπει νὰ θεωρήσουμε ὡς δένδρο τῆς ζωῆς τὴν πιὸ βαθιὰ ἔννοια γιὰ τὸ Θεὸ ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὰ κτιστά, καὶ τὴν ἀναγωγὴ μέσω αὐτῶν στὸν Πλάστη, Δημιουργὸ καὶ Αἴτιο ὅλων τῶν ὄντων· καὶ αὐτὸ τὸ ὀνόμασε «πᾶν ξύλον», ἐννοώντας δηλαδὴ τὴν πληρότητα καὶ τὴν ἑνότητα, πού μας παρέχει τὴν μοναδικὴ μετοχὴ τοῦ καλοῦ· καὶ «δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί του κακοῦ» ὀνόμασε τὴν αἰσθητὴ καὶ ἡδονικὴ βρώση, ἡ ὁποία φαίνεται γλυκιά, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα ὁδηγεῖ αὐτὸν ποὺ τὴν γεύεται στὴν μετοχὴ τῶν κακῶν· διότι λέει ὁ Θεός: «Ἀπὸ κάθε δένδρο τοῦ Παραδείσου μπορεῖς νὰ φᾶς»· νομίζω εἶναι σὰν νὰ λέει ὁ Θεός, «μὲ ὅλα τὰ κτιστὰ ὁδηγήσου σὲ μένα τὸν Πλάστη καὶ δοκίμασε τὸν μοναδικὸ καρπό, ἐμένα,τὴν ὄντως ζωή. Ὅλα ἂς σοῦ προσφέρουν ὡς καρπὸ τὴν ζωή, καὶ τὴν κοινωνία μαζί μου νὰ τὴν κάνεις συστατικό της ὑπάρξεώς σου· διότι ἔτσι θὰ γίνεις ἀθάνατος». «Καὶ δὲν θὰ φᾶτε ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ. Τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ φᾶτε ἀπ’ αὐτό, θὰ πεθάνετε». Διότι ἡ αἰσθητὴ τροφὴ εἶναι ἀπὸ τὴ φύση της ἀναπλήρωση αὐτῶν ποὺ ἀποβάλλονται καὶ πηγαίνει στὸν ἀφεδρώνα καὶ χάνεται· καὶ εἶναι ἀδύνατον νὰ μένει ἄφθαρτος αὐτὸς ποὺ καταναλώνει τὴν αἰσθητὴ τροφή.