Ὁ Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός κοιμήθηκε τό 749 μ.Χ. Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης 1260 χρόνων ἀπό τήν Κοίμησή του δημοσιεύουμε σέ συνέχειες τό ἔργο του «Ἔκδοσις ἀκριβής Ὀρθοδόξου Πίστεως». Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ Ἀρχ.Δωροθέου Πάπαρη, καί εἶναι παρμένη ἀπό τήν ἰστοσελίδα www.phys.uoa.gr. Ἡ μετατροπή στό σύστημα πολυτονικῆς γραφῆς εἶναι δική μας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 44 (Β)
Γιά τήν πρόγνωση καί τόν προορισμό.
Ἀφοῦ, λοιπόν, στόλισε τή φύση τοῦ (τοῦ ἀνθρώπου) μέ τό αὐτεξούσιο θέλημα, τοῦ ἔδωσε ἐντολή νά μή φάει ἀπό τό δένδρο τῆς γνώσεως. Γι’ αὐτό τό δένδρο ἔχουμε πεῖ ἀρκετά ὅσα μπορούσαμε στό κεφάλαιο σχετικά μέ τόν Παράδεισο. Αὐτή τήν ἔντολη ἔδωσε ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο, μέ τήν ὑπόσχεση ὅτι, ἐάν διαφυλάξει τήν ἀξία τῆς ψυχῆς, χαρίζοντας τή νίκη στό λογικό, τό ὁποῖο θά ἀναγνωρίζει τό Δημιουργό καί θά τηρεῖ τήν ἐντολή του, τότε θά γίνει μέτοχός της αἰώνιας μακαριότητας καί θά ζεῖ αἰώνια, διότι θά φανεῖ ἀνώτερος ἀπό τό θάνατο. Ἐάν ὅμως ὑποδουλώσει τήν ψυχή στό σῶμα καί προτιμήσει τίς σωματικές ἀπολαύσεις, λησμονώντας τήν προσωπική του ἀξία καί ἐξομοιούμενος μέ τά ἄλογα ζῷα, ἐπειδή ἐδίωξε ἀπό πάνω του τή χάρη τοῦ Δημιουργοῦ καί ἀρνήθηκε νά τηρήσει τή θεία ἐντολή του, τότε θά εἶναι ὑπόλογος σέ θάνατο καί θά δοκιμάσει τή φθορά καί τόν πόνο, ζώντας ἄθλια ζωή. Διότι δέν ἦταν ὠφέλιμο νά γίνει ἀθάνατος χωρίς πειρασμούς καί δοκιμασία, γιά νά μήν ὑπερηφανευθεῖ καί πέσει σέ πτώση ἀνάλογη μέ τοῦ Διαβόλου.
Ἐκεῖνος δηλαδή, ἐπειδή ἦταν ἄφθαρτος, μετά τή θεληματική πτώση του, ἀπόκτησε τήν ἀμετανόητη καί μόνιμη παγίωσή του στό κακό• ὅπως, ἐπίσης, ἀπό τήν ἄλλη πλευρά οἱ ἄγγελοι, μετά τήν ἑκούσια ἐπιλογή τῆς ἀρετῆς ἀπό μέρους τους, ἀπόκτησαν μέ τή χάρη τήν ἀμετακίνητη διαμονή τους στό καλό. Ἔπρεπε, λοιπόν, ἀφοῦ πρῶτα δοκιμασθεῖ ὁ ἄνθρωπος διότι ἄνθρωπος χωρίς πειρασμό καί δοκιμασία δέν ἔχει καμιά ἀξία καί ἀφοῦ φθάσει στήν τελειότητα μέ τήν ἐμπειρία τῆς τηρήσεως τῆς ἐντολῆς, ν’ ἀποκομίσει μ’ αὐτό τόν τρόπο τήν ἀρετή ὡς βραβεῖο τῆς ἀρετῆς. Καθώς, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἐνδιάμεσος μεταξύ Θεοῦ καί ὕλης, ἀφοῦ ἑνωθεῖ μέ τό Θεό χάρη στή συνήθεια πού πῆρε νά τηρεῖ τήν ἐντολή Του καί μετά τήν ἀπαλλαγή ἀπό τό φυσικό δεσμό μέ τά ὑλικά πράγματα, ἐπρόκειτο νά ἀποκτήσει μόνιμη τή σταθερότητα στό καλό. Ἀντίθετα μέ τήν παράβαση, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος στράφηκε περισσότερο πρός τά ὑλικά καί ἀπομάκρυνε τό νοῦ του ἀπό τό δημιουργό του Θεό, ἐπρόκειτο νά ἐξοικειωθεῖ μέ τή φθορά καί νά καταντήσει ἀπό ἀπαθής παθητός καί ἀπό ἀθάνατος θνητός• νά ἔχει ἐπίσης ἀνάγκη ἀπό συνεύρεση καί σπερματική γέννηση καί ἀπό πόθο γιά τή ζωή νά προσκολλᾶται στίς ἀπολαύσεις, ἐπειδή τάχα αὐτές τή συνθέτουν• καί νά αἰσθάνεται μεγάλη ἀποστροφή σέ ὅσους προσπαθοῦν νά τοῦ στερήσουν τίς ἀπολαύσεις• καί ἔστρεψε τήν ἐπιθυμία του ἀπό τό Θεό πρός τήν ὕλη καί τό θυμό του ἀπό τόν πραγματικό ἐχθρό της σωτηρίας του πρός τους συνανθρώπους του. Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, νικήθηκε ἀπό φθόνο τοῦ Διαβόλου• ὁ φθονερός καί μισόκαλος δαίμονας δέν ἄντεχε νά πετύχουμε ἐμεῖς τήν οὐράνια βασιλεία, ἐνῷ ὁ ἴδιος ἔπεσε ἀπό ὑπερηφάνεια• γί αὐτό ὁ ψεύτης μέ δόλωμα τήν ἰσοθεΐα πέτυχε νά παρασύρει τό δυστυχῆ ἄνθρωπο καί, ἀφοῦ τόν ἀνέβασε στό ὕψος τῆς δικῆς ὑπερηφάνειας,τόν γκρέμισε στό δικό του βάραθρο τῆς πτώσεως.