Ὁ Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός κοιμήθηκε τό 749 μ.Χ. Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης 1260 χρόνων ἀπό τήν Κοίμησή του δημοσιεύουμε σέ συνέχειες τό ἔργο του «Ἔκδοσις ἀκριβής Ὀρθοδόξου Πίστεως». Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ Ἀρχ.Δωροθέου Πάπαρη, καί εἶναι παρμένη ἀπό τήν ἰστοσελίδα www.phys.uoa.gr. Ἡ μετατροπή στό σύστημα πολυτονικῆς γραφῆς εἶναι δική μας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 56(Β)
Ὅτι ἡ ἁγία παρθένος εἶναι Θεοτόκος
Δέν ὀνομάζουμε τήν ἁγία Παρθένο Χριστοτόκο, διότι τήν ὀνομασία αὐτή σάν προσβλητική τήν ἐπινόησε ὁ ἀχρεῖος καί σιχαμερός καί ὀπαδός του Ἰουδαϊσμοῦ Νεστόριος, τό ὄργανο τῆς ντροπῆς, σκάζοντας ὁ ἴδιος ἀπό τό κακό του μαζί μέ τόν πατέρα τοῦ τό Σατανᾶ, γιά νά καταργήσει τό ὄνομα «Θεοτόκος» καί νά ἀτιμάσει τήν πιό τιμημένη ἀπ’ ὅλη τήν κτίση Θεοτόκο. διότι χριστός (χρισμένος) εἶναι καί ὁ βασιλιάς Δαβίδ καί ὁ ἀρχιερέας Ἀαρών καθώς αὐτά τά δύο χρίονται, ἡ βασιλεία καί ἡ ἱερωσύνη• καί κάθε θεοφόρος ἄνθρωπος μπορεῖ νά λέγεται χριστός (χρισμένος), ἀλλά ὄχι Θεός στή φύση του, ὅπως ὁ τιμωρημένος ἀπό τό Θεό Νεστόριος μέ μανία εἶπε θεοφόρο (=δέχθηκε ἐκ τῶν ὑστέρων τό Θεό) αὐτόν πού γεννήθηκε ἀπό τήν Παρθένο• ἐμεῖς ὅμως δέν εἶναι δυνατόν νά τόν καλέσουμε ἤ νά τόν θεωρήσουμε θεοφόρο, ἀλλά σαρκωμένο Θεό. Διότι ὁ ἴδιος ὁ Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος, ἐπειδή ἡ Παρθένος τόν κυοφόρησε• καί προῆλθε Θεός μετά τήν πρόσληψη, καθώς ἡ σάρκα θεώθηκε ἀμέσως μόλις τήν προσέλαβε καί δημιουργήθηκε, ὥστε συγχρόνως νά γίνουν καί τά τρία, ἡ πρόσληψη, ἡ ὕπαρξη καί ἡ θέωση τῆς σάρκας ἀπό τόν Λόγο.
Ἔτσι νοεῖται καί λέγεται Θεοτόκος ἡ ἁγία Παρθένος, ὄχι μόνον ἐξαιτίας τῆς φύσεως τοῦ Λόγου, ἀλλά καί ἐξαιτίας τῆς θεώσεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, πού ἡ σύλληψη καί ἡ ὕπαρξή τους ἔγινε μέ θαυμαστό τρόπο συγχρόνως. Ἡ σύλληψη βέβαια ἀνήκει στό Λόγο, ἐνῷ ἡ ὕπαρξη μέσα στόν ἴδιο τό Λόγο ἀνήκει στή σάρκα, καθώς ἡ ἴδια ἡ Θεομήτωρ μέ ὑπερφυσικό τρόπο χορηγεῖ στόν πλάστη τήν πλάση του καί στό Θεό καί Δημιουργό του σύμπαντος τήν ἀνθρώπινη φύση του, διότι θέωσε αὐτό πού προσέλαβε• ἐνῷ ἡ ἕνωση διέσῳζε αὐτά πού ἑνώθηκαν νά εἶναι ὅπως ὅταν ἑνώθηκαν• καί δέν ἐννοῶ μόνο τή θεία φύση, ἀλλά καί τήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ, αὐτό πού μᾶς ξεπερνᾶ ἀλλά καί εἶναι σύμφωνο μ’ ἐμᾶς.
Διότι δέν ἔγινε πρῶτα σάν κι ἐμᾶς κι ἔπειτα ἔγινε πάνω ἀπό μας, ἀλλά ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς ὑπάρξεώς του ἦταν καί τά δύο, ἐπειδή εἶχε ἀπό τήν ἀρχή τῆς συλλήψεως τήν ὕπαρξή του μέσα στόν ἴδιο τό Λόγο• τό ἀνθρώπινο βέβαια εἶναι σύμφωνο μέ τήν ἀνθρώπινη φύση, ἐνῷ ὁ Θεός καί τό θεῖο ἐννοοῦνται ὑπερφυσικά. Ἀκόμη μάλιστα ἀπόκτησε καί τά ἰδιώματά της ἔμψυχης σάρκας• ὁ Λόγος τά δέχτηκε γιά λόγους οἰκονομίας, γιά νά γίνουν αὐτά μέ τήν τάξη τῆς φυσικῆς σειρᾶς, ἀληθινά καί φυσιολογικά.