Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2010
ΚΕΙΜΕΝΟ
«Ὁ ἀδικῶν ἀδικησάτω ἔτι, καὶ ὁ ρυπαρὸς ρυπαρευθήτω ἔτι, καὶ ὁ δίκαιος δικαιοσύνην ποιησάτω ἔτι, καὶ ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι»
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Κανενός ἡ θέλησις καί ἡ ἐλευθερία δέν βιάζεται. Ἄς κάμῃ ὁ καθένας ὅ,τι τοῦ ἀρέσει. Ἐκεῖνος πού ἁμαρτάνει, ἄν θέλῃ, ἄς ἁμαρτήσῃ ἀκόμη, καί ἐκεῖνος πού εἶναι ἀκάθαρτος ἀπό τά ρυπαρά ἔργα τῆς σαρκός, ἄς γίνῃ περισσότερον ρυπαρός, ἄν τοῦ ἀρέσῃ. Ἀλλά καί ὁ δίκαιος ἄς ἐπιτελέσῃ ἔργα δικαιοσύνης καί ἀρετῆς περισσότερα. Καί ὀ ἅγιος ἄς ἁγιασθῇ ἀκόμη.» ( Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα)
ΣΧΟΛΙΟ
«Εἴδαμε προηγουμένως ὅτι ὁ Θεός ἀφήνει τόν καθένα ἐλεύθερο στήν ἐκλογή καί πορεία τῆς ζωῆς του μέ προοπτική τήν αἰωνιότητα.
Εἶναι ὅμως ὠφέλιμο νά προσέξουμε καλύτερα τήν προτροπή πού κάμνει σ’ αὐτόν πού ἐπέλεξε νά εἶναι πιστός, λέγοντας «ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι» (᾿Αποκ. κβ´11).
Μέ τήν φράσι αὐτή εἶναι σάν νά λέγῃ στόν κάθε Χριστιανό πού θέλει νά εὐαρεστῆται μέ τήν ζωή του ᾿Εκεῖνος· Διεχώρισες τήν θέσι σου ἀπό τήν ζωήν τοῦ κόσμου τῆς ἁμαρτίας; ᾿Ακολούθησες τόν δρόμο τῆς ἀρετῆς, διαφυλάσσοντας τόν ἑαυτό σου ἀπό τούς μολυσμούς τῆς κοσμικῆς ζωῆς; Εὐχαριστεῖσαι μέ τήν προσευχή, μέ τίς ἱερές ᾿Ακολουθίες καί τήν ἐπικοινωνία μαζί μου; Αἰσθάνεσαι ἀνάπαυσι καί γαλήνη μέ τήν μελέτη τοῦ λόγου μου; Διαπιστώνεις ὅτι μέ τήν χάρι τῶν Μυστηρίων τῆς ᾿Εκκλησίας μου μπορεῖς νά ξεπεράσῃς τίς ἀδυναμίες καί τά ἐλαττώματά σου; Γεύεσαι τήν χαρά πού χαρίζουν οἱ πνευματικές νῖκες, ἡ νίκη ἐπί τοῦ ἑαυτοῦ σου, ὁ ὁποῖος ζητεῖ συνήθως τά εὔκολα καί κατώτερα, ἡ νίκη τῆς συγγνώμης καί συγχωρήσεως αὐτοῦ πού σέ ἔβλαψε, ἡ νίκη τῆς ἀγάπης; Μή μένῃς λοιπόν μόνο στήν ἀρχή. Προχώρησε ἀκόμη περισσότερο. Μή ἀρκῆσαι στά λίγα. ῎Ανοιξε τήν ὕπαρξί σου γιά τά περισσότερα. Μή στέκῃς στούς πρόποδες. ᾿Ανέβα στίς ὄμορφες κορυφές. Γίνε ἀκόμη πιό δίκαιος, ἀκόμη πιό ἐνάρετος, ἀκόμη πιό ἅγιος. Αὐτό σημαίνει ὁ θεῖος λόγος· «ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι».
Μέ τά λόγια αὐτά τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ θέλει νά μᾶς προφυλάξῃ ἀπό τήν πνευματική ἀποτελμάτωσι καί μᾶς παρακινεῖ νά ἀγωνιζώμαστε κάθε μέρα, γιά νά προοδεύουμε, νά καλυτερεύουμε διαρκῶς. ῾Η προτροπή αὐτή βοηθεῖ στό νά μή μᾶς κυριεύσῃ τό αἴσθημα τῆς αὐταρκείας, ὥστε νά νομίζουμε ὅτι ὡλοκληρώσαμε τό πνευματικό ἔργο μας καί ἐφθάσαμε στό ὕψος πού ἔπρεπε νά φθάσουμε.
Συμπίπτει μάλιστα ὁ θεόσδοτος αὐτός λόγος καί μέ τόν σκοπό τῆς ζωῆς μας, πού εἶναι τό «καθ’ ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ.῾Ο λόγος γιά τόν ὁποῖον βρισκόμαστε στόν κόσμον αὐτόν εἶναι νά ὁμοιάσουμε κατά τό δυνατόν μέ τόν Πλάστη καί Θεό μας. Νά μιμηθοῦμε τήν ἁγιότητά Του καί νά ἀναδειχθοῦμε ἄξια τέκνα Του, γιά νά εἴμαστε καί κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του.
῾Ο Θεός ὅμως εἶναι ἄπειρος. Δέν ἔχει ὅρια καί τέλος ἡ ἁγιότης Του. ῞Οσο καί ἄν προσπαθήσουμε νά μιμηθοῦμε τό πανυπερτέλειο παράδειγμά Του, καί συγκεκριμένως τό παράδειγμα τό ὁποῖο μᾶς ἔδειξε, ὅταν ἔζησε καί ὡς ἄνθρωπος ἐπί τῆς γῆς, θά ἀπέχουμε πολύ ἀπό τό ἰδανικό Πρότυπό μας. Θά εἴμαστε πολύ μακριά ἀπό τήν κα-θαρότητα, τήν ταπείνωσι, τήν ἀγάπη, τήν ὑπομονή, τήν συγχωρητικότητα καί ἀπό τίς ἄλλες ἀρετές τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ᾿Εκεῖνος ἦταν ἀναμάρτητος καί ἀπολύτως ἅγιος. Δέν εἶχε καμιά σχέσι μέ τό κακό. ᾿Εμεῖς ξεκινοῦμε ἀπό τήν ἁμαρτωλότητά μας καί ἐξαγνιζόμενοι μέ τήν ἐξαγιαστική Χάρι τῆς ᾿Εκκλησίας κατακτοῦμε σιγά-σιγά, βῆμα πρός βῆμα, τά ὕψη τῆς ἁγιότητος. ᾿Αλλά καί ὅταν φθάσουμε σέ κάποια κορυφή, διακρίνουμε ἀκόμη καλύτερα τήν ἀπρόσιτη καί ἀπλησίαστη κορυφή τῆς ἁγιότητος τοῦ Θεοῦ, πού ὑψώνεται στά οὐράνια.
Γι’ αὐτό κι ἕνας ἔμπειρος διδάσκαλος τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος, πού εἶχε ἀνεβῆ πολλές βαθμίδες στήν πνευματική κλίμακα τῆς ἁγιότητος, ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης τῆς «Κλίμακος», ῾Ηγούμενος τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς τοῦ Θεοβαδίστου ῎Ορους Σινᾶ, ὠνόμαζε τήν πρόοδο καί τελειότητα στήν ἀρετή «ἀτέλεστον». Εἶναι πολύ χαρακτηριστική ἡ φράσις του· «῾Η τελεία τῶν τελείων ἀτέλεστος τελειότης» (Λόγ. κθ´ § γ´). ᾿Ακόμη καί οἱ ῞Αγιοι δηλαδή, πού ἐξεπέρασαν τόν ἑαυτό τους καί ἔφθασαν σέ ὕψη ἀρετῆς καί τελειότητος, δέν ἔφθασαν τήν τελειότητα τοῦ Θεοῦ, διότι αὐτή ἡ τελειότης δέν ἔχει τέλος.
῾Οσονδήποτε ἀτελής ὅμως κι ἄν εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη πρόοδος καί τελειότης στήν ἀρετή, ὅταν συγκρίνεται μέ τήν τελειότητα τοῦ Θεοῦ, δέν παύει παρά ταῦτα νά ἔχῃ τήν ὡραιότητα καί τήν ἀξία της. ῞Οταν ἀνεβαίνῃ κανείς κάποιο βουνό, διαπιστώνει, καθώς ἀνεβαίνει, πόσο ὡραῖα φαίνονται ὅλα ἀπό ψηλά, πόσο ὡραῖα εἶναι τά ὕψη, ἀλλά καί πόσο διαφορετικά νιώθει ἡ ὕπαρξίς του. Γεμίζει ἀπό καθαρό ὀξυγόνο καί αἰσθάνεται πολύ καλύτερα ἀπό ὅ,τι προηγουμένως, πού ἐζοῦσε στά χαμηλά.
Κάτι ἀνάλογο ἰσχύει καί γιά τίς πνευματικές ἀναβάσεις, στίς ὁποῖες μᾶς καλεῖ ὁ Θεός μέ τήν φράσι αὐτή τῆς «᾿Αποκαλύψεως». Δέν εἶναι δέ μία καί δύο οἱ πνευματικές κορυφές πού πρέπει νά ἀνεβοῦμε, ἄν θέλουμε νά βρεθοῦμε στήν ὁλόφωτη Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
᾿Αλλά καί κάθε κορυφή, κάθε ἀρετή, ἔχει πολλά σκαλοπάτια, πού πρέπει νά πατηθοῦν. ῎Ας πάρουμε ὡς παράδειγμα τήν ἀρετή τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον. Εἶναι ἀρετή μέ μέγα ὕψος καί πελώριες διαστάσεις. Νά τί γράφει σχετικῶς τό πνευματικώτατο βιβλίο ῾Ο Προορισμός τοῦ ἀνθρώπου τοῦ ᾿Αρχιμανδρίτου Εὐσεβίου Ματθοπούλου γιά τόν πιστό πού κατέκτησε αὐτή τήν ἀρετή· «῎Εχει τοιαύτην ἀγάπην πρός τόν πλησίον, ὥστε προτιμᾷ τό συμφέρον τῶν ἄλλων περισσότερον ἀπό τό ἰδικόν του. Λυπεῖται εἰς πᾶν κακόν τοῦ πλησίον ὡς νά ἦτο αὐτό κακόν ἰδικόν του. Λυπεῖται εἰς πᾶσαν θλῖψιν καί λύπην τοῦ πλησίον, καί χαίρει εἰς πᾶν καλόν αὐτοῦ, εἰς πᾶν προτέρημά του, εἰς πᾶσαν εὐδοκίμησίν του, εἰς πᾶσαν ἐπιτυχίαν του, εἰς πᾶσαν προαγωγήν του καί εἰς πάντα ἔπαινον καί τιμήν καί δόξαν, τήν ὁποίαν ἀποδίδουν εἰς αὐτόν οἱ ἄνθρωποι, καί χαίρει τοσοῦτον, ὅσον δέν ἤθελε χαίρει, ἐάν ἀπεδίδοντο εἰς αὐτόν διά τά προτερήματά του. ᾿Εφαρμόζει εἰς τόν βίον του διά τήν ὠφέλειαν τῶν ἄλλων τούς λόγους τοῦ θείου Παύλου, “ἡ ἀγάπη οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς” (Α´ Κορ. ιγ´ 5), ἤτοι ὁ ἔχων τήν ἀγάπην Χριστιανός δέν ἀγαπᾷ τούς ἄλλους ἐξ ἴσου μέ τόν ἑαυτόν του, ἀλλ’ ἀγαπᾷ αὐτούς περισσότερον· χάριν τῶν ἄλλων δέν κάμνει χρῆσιν τῶν δικαιωμάτων του, ἀλλά παραιτεῖται αὐτῶν διά τήν ὠφέλειαν ἐκείνων· θυσιάζει χάριν τῶν ἄλλων πάντα τά ἰδικά του…» (§ 144).
῞Ολα δέ αὐτά γράφονται γιά μιά μόνον ἀρετή· τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον, καί μάλιστα γιά μιά μόνον πλευρά της. ῾Υπάρχει ὅμως καί ἡ πλευρά τῆς ἀγάπης καί πρός τούς ἐχθρούς, τήν ὁποία νομοθετεῖ ὁ Κύριος. Τί νά ποῦμε κατόπιν γιά τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, γιά τήν ὑπομονή, τήν πραότητα, τήν ταπείνωσι καί τίς ἄλλες ἀρετές, πού πρέπει νά κατακτήσουμε σάν ἄλλες κορυ-φές;
᾿Εκεῖνο πού ἀπομένει νά ποῦμε εἶναι ὅτι ἔχουμε πολύ δρόμο ἀκόμη ἐμπρός μας. Καί μᾶς καλεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ νά τόν βαδίσουμε, ὅπως τόν ἐβάδισαν ὅλοι οἱ ῞Αγιοι τῆς ᾿Εκκλησίας μας. Καί ὅπως λέγουν οἱ ἴδιοι ἀπό τήν πεῖρα τους, ὁ δρόμος αὐτός πρός τά πνευματικά ὕψη γεμίζει τήν ψυχή μέ μυστική ἀγαλλίασι. ῞Οσο προχωρεῖς καί ἀνεβαίνεις, τόσο καί πιό ἀνάλαφρος καί πιό χαρούμενος αἰσθάνεσαι. Γιατί εἶναι ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ πρός τήν αἰωνία γαλήνη καί εὐφροσύνη τοῦ Παραδείσου, τῆς αἰωνίας Πατρίδος μας, τήν ὁποίαν ὅλοι οἱ πιστοί νοσταλγοῦμε.» ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Γ.Ψαλτάκη «Μηνύματα ἀπό τό βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως).