Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010
ΚΕΙΜΕΝΟ
«Καί καὶ ἰδοὺ ἔρχομαι ταχύ. μακάριος ὁ τηρῶν τοὺς λόγους τῆς προφητείας τοῦ βιβλίου τούτου»
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Καί ἰδού ἔρχομαι γρήγορα λέγει ὁ Χριστός. Μακάριος εἶναι ἐκεῖνος, πού φυλάττει τούς λόγους τῆς προφητείας, πού περιέχονται εἰς τό βιβλίον αὐτό» ( Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα)
ΣΧΟΛΙΟ
«Μόλις ἐτελείωσε ἡ ἐκπληκτική ξενάγησις στόν Παράδεισο, στήν ὁλόλαμπρη ἐκείνη πολιτεία τοῦ οὐρανοῦ, στρέφεται ὁ ἄγγελος πού μέ ξεναγοῦσε, γράφει ὁ ῞Αγιος, καί μοῦ λέγει· ῞Ολα αὐτά πού ἄκουσες καί εἶδες εἶναι «λόγοι πιστοί καί ἀληθινοί». Εἶναι ἀληθινά καί ἀξιόπιστα. Τά εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ἡ Πηγή τῆς ᾿Αληθείας, ὁ ῾Οποῖος εἶναι «ὁ Θεός τῶν πνευμάτων τῶν προφητῶν», ᾿Εκεῖνος δηλαδή ἀπό τόν ῾Οποῖον πηγάζουν καί προέρχονται τά πνευματικά χαρίσματα τῶν Προφητῶν. ᾿Εκεῖνος ἀπέστειλε τόν ἄγγελόν Του γιά νά δείξῃ στούς δούλους Του αὐτά πού πρέπει νά γίνουν «ἐν τάχει», πολύ σύντομα. «…ἰδού ἔρχομαι ταχύ», λέγει ὁ Χριστός. ῎Ερχομαι γρήγορα. Εἶναι μακάριος, εὐτυχισμένος, ὁ ἄνθρωπος πού προσέχει καί τηρεῖ τά προφητικά λόγια πού περιέχονται σ’ αὐτό τό Βιβλίο.
῞Οταν ἄκουσα καί εἶδα αὐτά τά ἐκπληκτικά λόγια καί ὁράματα, συνεχίζει ὁ θεόπτης Μαθητής, ἔπεσα κατά γῆς ἐμπρός στά πόδια τοῦ ξεναγοῦ μου ἀγγέλου, γιά νά τόν προσκυνήσω. ᾿Εκεῖνος ὅμως ἐφώναξε· Πρόσεξε! Μή κάνῃς κάτι τέτοιο! ᾿Εγώ δέν εἶμαι Θεός! Εἶμαι «σύνδουλός σου». ῞Οπως σύ καί οἱ ἄλλοι προφῆται, οἱ ἀδελφοί σου, καί ὅπως ὅλοι ὅσοι τηροῦν τά λόγια αὐτοῦ τοῦ Βιβλίου, εἶμαι κι ἐγώ δοῦλος τοῦ Θεοῦ. Σ’ ᾿Εκεῖνον ἀνήκει ἡ τιμή καί ἡ προσκύνησις. ᾿Εκεῖνον προσκύνησε!
Καί ἐπρόσθεσε μέ τό στόμα τοῦ ἀγγέλου ὁ Χριστός· Μή σφραγίσῃς καί κρατήσῃς μυστικά καί μόνο γιά τόν ἑαυτό σου τά λόγια τοῦ Βιβλίου τούτου. Πρέπει νά τά δημοσιεύσῃς, νά τά γνωστοποιήσῃς στούς ἀνθρώπους, διότι «ὁ καιρός ἐγγύς ἐστι». Πλησιάζει ὁ καιρός τῆς πραγματοποιήσεως ὅλων αὐτῶν πού εἶδες καί ἄκουσες (᾿Αποκ. κβ´6-10).
Εἶναι ἀξιοπρόσεκτο ὅτι δύο φορές μέσα στούς πέντε αὐτούς στίχους τῆς «᾿Αποκαλύψεως» γίνεται λόγος γιά τήν σύντομη ἔλευσι τῆς Δευτέρας Παρουσίας. «…ἔρχομαι ταχύ», λέγει στόν ἕβδομο στίχο· «ὁ καιρός ἐγγύς ἐστι», προσθέτει στόν δέκατο. ᾿Εδῶ ἔχουμε μίαν «ἐπιβεβαίωσιν τοῦ περιεχομένου τοῦ ὅλου βιβλίου, ἡ διά μέσου τοῦ ὁποίου διήκουσα ἔννοια εἶναι… ἡ ἐγγίζουσα β´ Παρουσία τοῦ Χριστοῦ» (ΠΜ).
Τό ὅτι ὁ Κύριος θά ἔλθῃ σύντομα, γιά νά ἀποδώσῃ στόν καθένα μέ δικαιοσύνη αὐτά πού τοῦ πρέπουν, ἦτο διαρκές φρόνημα τῶν Χριστιανῶν τῆς πρώτης ᾿Εκκλησίας. ῾Η θεόπνευστη φράσις «ὁ Κύριος ἐγγύς» (Φιλιπ. δ´ 5) κυκλοφοροῦσε συχνά μεταξύ τῶν πρώτων Χριστιανῶν. Καί ἔτσι ἔπαιρναν δύναμι, γιά νά ἀντιμετωπίζουν τίς δυσκολίες, τίς ἀντιδράσεις καί τούς διωγμούς, καί ἀνεζωογονεῖτο ὁ ἐνθουσιασμός καί ἡ ἐλπίδα τους γιά τήν τελική νίκη τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Η ἀλήθεια ὅτι θά ἔλθῃ γρήγορα ὁ Κύριος τούς κρατοῦσε πάντοτε ἄγρυπνους ψυχικά καί ἑτοιμοπόλεμους καί δέν ἐπέτρεπε στήν ραθυμία καί ἀμέλεια νά κυριεύσουν τήν ψυχή τους καί νά τούς ρίξουν σέ πάθη ἁμαρτωλά.
῾Ο Μέγας Βασίλειος ἔλεγε ὅτι ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει «πρό ὀφθαλμῶν», πού σκέπτεται δηλαδή διαρκῶς τήν Δευτέρα Παρουσία, «ἤ οὐδέν παντελῶς ἤ ἐλάχιστα ἁμαρτήσεται» (Ρ.ὒ. 32, 652). Τόση εἶναι ἡ ἐπίδρασις πού ἀσκεῖ στήν ψυχή ἡ σκέψις τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ὥστε βοηθεῖ νά ἀποφεύγουμε τήν ἁμαρτία. Πολύ περισσότερο βεβαίως ἰσχύει τοῦτο, ὅταν σκεπτώμαστε ὅτι ἐπίκειται, ὅτι εἶναι κοντά μας δηλαδή ἡ ὥρα αὐτή.
Αὐτός ἄλλως τε εἶναι καί ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖον δέν ἀπεκάλυψε ὁ Κύριος πότε ἀκριβῶς θά ἔλθῃ. Γιά νά εἴμαστε πάντοτε ἕτοιμοι καί σέ κατάστασι ἐγρηγόρσεως καί ψυχικῆς ἀναμονῆς ἔτσι, ὥστε νά μή «μείνωμεν ἔξω τοῦ Νυμφῶνος Χριστοῦ». Μᾶς τό ἐτόνισε μάλιστα τοῦτο ὑπέροχα μέ τήν ὡραιοτάτη Παραβολή τῶν δέκα Παρθένων (Ματθ. κε´ 1-13). Γι’ αὐτό καί ἡ ᾿Εκκλησία μέ τούς ὕμνους της μακαρίζει ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος θά εἶναι γρηγορῶν, ἄγρυπνος δηλαδή, ὅταν θά ἔλθῃ ξαφνικά, σέ ὥρα ἀπρόσμενη, «ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός», ὁ Κύριος. «᾿Ιδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός καί μακάριος ὁ δοῦλος ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα», ψάλλει κατανυκτικώτατα καί διεγείρει τήν προσοχή μας.
῞Ο,τι ὅμως ἰσχύει γιά τήν ὥρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἰσχύει ἀναλόγως καί γιά τήν ὥρα τοῦ θανάτου μας. Γιά τόν καθένα μας ἄλλως τε ἡ ὥρα τοῦ θανάτου θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι ὥρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἐφ’ ὅσον μετά θάνατον δέν ὑπάρχει μετάνοια. Θά παρουσιασθοῦμε στό Βῆμα τοῦ Κριτοῦ, ὅπως θά εἴμαστε κατά τήν στιγμή τοῦ θανάτου μας. ᾿Αφοῦ δέ κανείς μας δέν γνωρίζει πότε θά ἀναχωρήσῃ ἀπό τόν παρόντα κόσμο καί ἐφ’ ὅσον τά χρόνια τῆς ζωῆς μας φεύγουν γρήγορα, σάν νά πετοῦν, δέν εἴμαστε ἔξω τῆς πραγματικότητος ἐάν ποῦμε ὅτι τό τέλος ἔρχεται σύντομα. «…ὁ καιρός συνεσταλμένος τό λοιπόν ἐστι», γράφει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Α´ Κορ. ζ´ 29). Εἶναι μαζεμένος καί λιγοστός ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας. Τελειώνει χωρίς καλά-καλά νά τό καταλάβουμε. Δέν εἶναι ἀπόμακρη ἡ ὥρα πού θά ἔλθῃ ὁ Κύριος.
Τό ποῦ θά βρεθοῦμε τότε, θά ἐξαρτηθῇ ἀπό τό πῶς ἐζήσαμε στόν σύντομο χρόνο τῆς ἐπί γῆς ζωῆς μας. Γι’ αὐτό ἄλλως τε δύο φορές στούς στίχους αὐτούς γίνεται ἀναφορά στούς «τηροῦντας τούς λόγους τῆς προφητείας τοῦ βιβλίου τούτου». ῾Η τήρησις, ἡ ἐφαρμογή τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ ἔχει καθοριστική σημασία γιά τήν «καλήν ἀπολογίαν» μας «ἐπί τοῦ φοβεροῦ Βήματος» τοῦ Κυρίου καί τήν αἰώνια σωτηρία μας.
Εἶναι ἀνάγκη ἐπείγουσα ἑπομένως νά ἀγωνιζώμαστε σταθερά τόν καλόν ἀγῶνα τῆς τηρήσεως τῶν θείων ἐντολῶν καί τοῦ ἐξαγιασμοῦ μας. Δέν ἐπιτρέπεται ραθυμία καί ἀμέλεια. «῾Η ἄσκησις τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν δέν ἐπιδέχεται ἀναβολή» (ΧΒ). Τό ποτάμι τοῦ χρόνου κυλᾷ ἀσταμάτητα πρός τό τέρμα, πού δέν εἶναι μακριά» ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Γ.Ψαλτάκη «Μηνύματα ἀπό τό βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως).