Μάρκ. η΄34 θ΄1

13 Μέ κόπο καί θυσία Κάθε Κυριακή ἕνα μήνυμα σ. 161

Κυριακή 7 Μαρτίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Καὶ προσκαλε¬σάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι.  ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου οὗτος σώσει αὐτήν.  τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;  ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;  ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων. Καί ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει».

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

    «Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσε τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ μαζὶ μὲ τοὺς μαθητάς του, εἶπεν εἰς αὐτούς• Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ γίνῃ ὀπαδός μου καὶ νὰ μὲ ἀκολουθῇ ὡς μαθητής μου, ἄς διακόψῃ κάθε φιλίαν καὶ σχέσιν πρὸς τὸν διεφθαρμένον ὑπό της ἁμαρτίας ἑαυτόν του καὶ ἄς λάβῃ τὴν σταθερὰν ἀπόφασιν νὰ ὑποστῇ δι’ ἐμέ ὄχι μόνον πᾶσαν θλῖψιν καὶ δοκιμασίαν, ἀλλά καὶ θάνατον σταυρικὸν ἀκόμη, καὶ τότε ἄς μὲ ἀκολουθῇ μιμούμενος τὸ παράδειγμά μου.Μὴ διστάσῃ δὲ κανεὶς νὰ κάμῃ τάς θυσίας αὐτάς. Διότι, ὅποιος θέλει νὰ σώσῃ τὴν ζωήν του, θὰ χάσῃ τὴν πνευματικὴν καὶ μακαρὶαν καὶ αἰωνίαν ζωήν. Ὅποιος ὅμως χάσῃ καὶ θυσιάσῃ τὴν ζωὴν του διὰ τὴν ὁμολογίαν καὶ ὑπακοήν του εἰς ἐμέ καὶ τὸ εὐαγγέλιόν μου, αὐτὸς θὰ σώσῃ τὴν ψυχὴν του ἐν τῷ μέλλοντι βίῳ, ὅπου θὰ κερδήσῃ τὴν αἰωνίαν μακαριότητα. Ἐκείνη δὲ ἡ σωτηρία εἶναι τὸ πᾶν. Διότι τί θὰ ὠφελήσῃ τὸν ἄνθρωπον, ἐάν κερδήσῃ ὅλον αὐτὸν τὸν ὑλικόν κόσμον, καὶ εἰς τὸ τέλος χάσῃ τὴν ψυχήν του, ἡ ὁποία ὡς πνευματικὴ καὶ αἰωνία δὲν συγκρίνεται μὲ κανὲν ἀπό τὰ ὑλικὰ τοῦ φθαρτοῦ κόσμου ἀγαθά; Ἢ ἐάν ἕνας ἄνθρωπος χάσῃ τὴν ψυχήν του, τί θὰ δώσῃ ὡς ἀντάλλαγμα, μὲ τὸ ὁποῖον θὰ ἐξαγοράσῃ αὐτὴν ἀπό τὴν αἰωνίαν ἀπώλειαν; Ὡρισμένως δὲ θὰ χάσῃ τὴν ψυχὴν του ἐκεῖνος, ποὺ δὲν θὰ ὑποστῇ δι’ ἐμέ τάς θυσίας αὐτάς. Διότι ὁποιοσδήποτε ἐντραπῇ ἐμέ καί τοὺς λόγους μου ἐπηρεαζόμενος ἀπό τάς περιφρονήσεις καὶ τοὺς χλευασμοὺς τῶν ἀνθρώπων τῆς γενεᾶς αὐτῆς, ποὺ ἀπεστάτησεν ἀπό τὸν πνευματικόν της νυμφίον καὶ εἶναι ἁμαρτωλός, αὐτὸν θὰ τὸν ἐντραπῇ καὶ ὁ υἷός τοῦ ἀνθρώπου καί θὰ τὸν ἀποκήρύξῃ ὡς μὴ ἰδικόν του, ὅταν θὰ ἔλθῃ μὲ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους περιβεβλημένος τὴν δόξαν τοῦ Πατρός του.Καί ἐλεγεν εἰς αὐτούς• Σᾶς λέγω ἀληθινά, ὅτι ὑπάρχουν μερικοὶ ἀπό αὐτούς, ποὺ στέκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ δοκιμάσουν θάνατον, προτοῦ νὰ ἴδουν, μετὰ τὴν κάθοδον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νὰ καταλύεται, μὲ τὴν καταστροφὴν τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τοῦ ναοῦ των καὶ μὲ τὸν διασκορπισμὸν τοῦ Ἰσραήλ, ἡ Παλαιὰ θεία τάξις καὶ διαθήκη διὰ νὰ θεμελιωθῇ μὲ δύναμιν ἀκαταγώνιστον καί ὑπερφυσικὴν ἡ Νέα θεία τάξις ἐν τῷ κοσμῳ, τὴν ὁποίαν θὰ ἐκπροσωπῇ ἡ Ἐκκλη¬σία ὡς ἄλλη βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπί της γῆς». ( Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»)

ΣΧΟΛΙΟ

    «Πλησίαζε ὁ καιρὸς τοῦ Ἀχράντου Πάθους Του. Σὲ λίγες μέρες ὁ Κύριος θ’ ἄφηνε τὴ Γαλιλαία καὶ θὰ ξεκινοῦσε μὲ τοὺς δώδεκα μαθητές Του γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα. Ἐκεῖ θὰ γιόρταζε τὸ τελευταῖο Του Πάσχα καὶ θὰ καθιέρωνε μὲ τὸ Τίμιο Αἷμα Του τὸ καινούργιο, Σταυροαναστάσιμο, Χριστιανικὸ Πάσχα. Θέλοντας μάλιστα νὰ δείξει ὅτι τὰ γεγονότα ποὺ θὰ ἐπακολουθοῦσαν δὲ θὰ ἦταν ἀτυχεῖς συμπτώσεις, ἀλλά δική Του θεληματικὴ ἐπιλογὴ τοῦ σκληροῦ δρόμου, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ Νίκη, κάλεσε ὅλους ὅσους βρίσκονταν ἐκεῖ κοντὰ νὰ μαζευτοῦν, ν’ ἀκούσουν καθαρὰ τὴ διακήρυξή Του:
    «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι».
    Ὅποιος πραγματικὰ θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, πρέπει προηγουμένως νὰ ξεχάσει τὸν καλομαθημένο, νωθρὸ ἑαυτό του, πρέπει νὰ πάρει ἀπόφαση γιὰ δυσκολίες καὶ θλίψεις, νὰ εἶναι ἕτοιμος καὶ γιὰ θάνατο μαρτυρικὸ ἀκόμη, κι ἔτσι νὰ ‘ρθεῖ ξοπίσω μου, ἀντιγράφοντας τὸ παράδειγμά μου.
    «Ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν».
    Ἂν κάποιος λυπηθεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ ἀρνηθεῖ τὴν κακοπάθεια, τάχα γιὰ τὸ καλό του, νὰ ξέρετε ὅτι αὐτὸς θὰ ζημιωθεῖ καὶ θὰ καταστραφεῖ.
    «Ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ… οὗτος σώσει αὐτήν».
    Ἐνῶ ὅποιος δὲ λογαριάσει τὴ ζωή του καὶ θυσιασθεῖ γιὰ τὸ Ὄνομά μου, αὐτὸς πραγματικὰ θὰ ζήσει. Θὰ διατηρήσει τὴν ψυχὴ του ἀκμαία, ἡγεμονική, ὁλόλαμπρη, εὐλογημένη ἀπ’ τὸ Θεὸ καὶ δοξασμένη γιὰ πάντα.
Ἄλλωστε, ἀναλογισθεῖτε:
    «τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐάν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;».
    Ποιὰ ὠφέλεια καὶ τί συμφέρον θὰ ἔχετε, ἂν κατακτήσετε ὅλο τὸν ἐπίγειο κόσμο, χάνοντας τὸν πνευματικό;
    «Τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;». Μὲ τί θὰ μπορέσετε νὰ ἐξαγοράσετε τὴν ψυχή σας;
    Ὅποιος, λοιπόν, τώρα στὸ στίβο τῶν ἀγώνων κάνει πίσω, καὶ θεωρήσει μειωτικὸ γι’ αὐτὸν νὰ θυσιάσει τὴν ἄνεση καὶ τ’ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου τούτου, ὅποιος τυχὸν νιώθει ντροπὴ ν’ ἀκολουθεῖ τὴ διδαχὴ καὶ τὸ παράδειγμά μου ἐπηρεασμένος ἀπό τὴ διάχυτη εὐδαιμονιστική νοοτροπία, αὐτὸς θὰ εἶναι ὁλότελα ξένος στὴ δοξασμένη Σύναξη τῶν ἁγίων τοῦ Παραδείσου.
«Καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτόν».
    Θὰ εἶναι ὁλότελα ἀταίριαστο καὶ ντροπὴ νὰ ἰσχυρισθεῖ τότε κανεὶς ὅτι εἶναι δικός μου, μαθητής μου, καὶ ὅτι ἀξίζει νὰ συγκαταλεχθεῖ μὲ τοὺς νικητὲς καὶ μὲ τοὺς Ἁγίους Ἀγγέλους.
Ὡστόσο, προσέξτε κάτι ἀκόμη. Μὴ φοβηθεῖτε τὶς δυσκολίες πού σᾶς περιγράφω. Μὴν τὶς νιώσετε σὰν φορτίο ἀσήκωτο καὶ ἀποκρουστικό. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι χαρά, ἐνθουσιασμὸς καὶ θεία Χάρη. Πλούσια θὰ σᾶς δίνεται ἡ ἐνίσχυση. Ἀκαταγώνιστη καὶ ὑπερφυσικὴ θὰ σᾶς χορηγηθεῖ ἡ δύναμη ἀπό τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ ἡ παρουσία Του κοντά σας ὅπου νὰ ‘ναι φθάνει. Ἀρκετοὶ ἀπό σᾶς θὰ τὸ ζήσετε, θὰ τὸ δεῖτε. Θ’ ἀντικρίσετε «τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ», τὴν Ἐκκλησία, μὲ τὶς πλούσιες εὐλογίες τῶν θείων Μυστηρίων «ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει» (νὰ ἔχει ἔλθει δυναμικά).
    Πολλοὶ νέοι παραπονοῦνται σήμερα ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι δύσκολος καὶ δὲν ἐφαρμόζεται. «Ὡραῖος, τέλειος», λένε, «ἀλλά ἄφθαστος».
    Ὁ Κύριος, κατ’ ἀρχήν, δὲν τὸ ἀρνεῖται ὅτι ζητάει δύσκολα, πολὺ δύσκολα πράγματα. Μάλιστα, προτοῦ καλά-καλὰ τὸ διαπιστώσουμε ἐμεῖς, μᾶς προλαβαίνει Ἐκεῖνος καὶ τὸ ξεκαθαρίζει. Σταυρὸ στὸν ὦμο, ἀδιάκοπο ἀγώνα, ἄκαμπτη ἀντοχὴ στὴν εἰρωνεία καὶ στὶς ἀντιδράσεις τοῦ κακοῦ ἀπαιτεῖ. «Στενή» θὰ εἶναι «ἡ πύλη» καὶ «τεθλιμμένη ἡ ὁδός» (Ματθ. ζ’ 14). Θὰ εἶναι στενὴ ἡ θύρα καὶ γεμάτος δυσκολίες καὶ πιέσεις ὁ δρό¬μος ποὺ φέρνει στὴν αἰώνια ζωή, προλέγει.
    Ἄλλωστε, ποιὸ καλὸ ὑπάρχει στὸν κόσμο τοῦτο – καὶ μάλιστα μεγάλο – ποὺ νὰ μὴν προυποθέτει κόπο, μόχθο καὶ θυσίες; Ὡστόσο, τὸ κύριο πρόβλημα τῆς δυσκολίας δὲν εἶναι ἐκεῖ. Βρίσκεται στὴ νωθρότητα καὶ πλαδαρότητα τῆς διαθέσεως τοῦ ἀνθρώπου. Βασίζεται σὲ μιὰ ψεύτικη ἐκδοχὴ ζωῆς, ποὺ θεωρεῖ τὴν εὐτυχία συνυφασμένη μὲ τὴν ἄνεση καὶ τὴν ἀπραξία. Μὲ τέτοια, βέβαια, προυπόθεση καὶ ὁ παραμικρὸς κόπος θὰ φαίνεται ἀσήκωτος καὶ καταθλιπτικός.
     Ὅταν ὅμως κάνουμε σωστὴ ἐκτίμηση τῶν πραγμάτων, ὅταν νιώσουμε πὼς καθετί καλό, γιὰ νὰ κατορθωθεῖ, προυποθέτει ἀγώνα, ὅταν κάποιο ἀνώτερο ἰδανικό μας συναρπάσει καὶ μᾶς κινήσει σὲ πόθο δυνατὸ γιὰ νὰ τὸ φτάσουμε, τότε ὁ κόπος ὄχι μόνο δὲν μᾶς κουράζει, ἀλλά καὶ μᾶς εὐχαριστεῖ.
    Ἕνα ἄθλημα τί κόπο, τί σκληρὲς προσπάθειες, τί λαχάνιασμα, τί ἱδρῶτες ἀπαιτεῖ! Κι ὅμως, πόσο εὐχάριστα παίρνουμε σ’ αὐτὸ μέρος! Γιατί ἀκριβῶς, μᾶς ἐνθουσιάζει. Ἡ ὡραιότητά του μᾶς γοητεύει τόσο, ποὺ δὲ νιώθουμε καθόλου τὴν τραχύτητα τοῦ ἀγώνα ποὺ ἀναλαμβάνουμε.
    Τὸ ἴδιο καὶ στὴν πνευματικὴ ζωή. Εἶναι δύσκολο νὰ σηκωθεῖς πρωί-πρωὶ καὶ μάλιστα ἡμέρα ἀργίας, τὴν Κυριακή. Εἶναι κουραστικὸ νὰ στέκεσαι ὀρθοστασία ἐπί ὥρα στὴ Θ. Λειτουργία. Χρειάζεται ἔνταση προσοχῆς νὰ παρακολουθήσεις τὰ ὑψηλὰ νοή¬ματα τῶν ἱερῶν κειμένων. Ἀκόμη περισσότερο ὑπεράνθρωπο σθένος σου χρειάζεται ν’ ἀντέξεις τὶς βάναυσες ἐπιθέσεις τῆς εἰρωνείας. Σὲ αἱμάτινη πάλη κατεβαίνεις γιὰ τὸ ἰδανικὸ τῆς ἁγνότητας. Τιτάνια γίνεται συχνὰ ἡ ἀναμέτρησή σου μὲ τοὺς πειρασμοὺς τοῦ κόσμου, τὸν Πονηρὸ ἢ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό σου ἀκόμα.
    Ὡστόσο, ἂν ἔχεις ἐκτιμήσει τὴν εἰρήνευση τῆς ψυχῆς, ἂν σ’ ἔχει αἰχμαλωτίσει ἡ διαύγεια τῆς ἁγνῆς ζωῆς, ἂν ἔχεις γευθεῖ τὸ γλυκασμὸ τῆς Θείας παρουσίας κοντά σου, τότε, οὔτε ποὺ νιώθεις δυσκολία. Προχωρεῖς!
    Ἄλλωστε, ὑπάρχει καὶ ἄλλο μυστικό, πολύτιμο ἐφόδιο γιὰ τὸν ἀνήφορο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Εἶναι ἡ πλούσια θεία Χάρη, πού μᾶς συνοδεύει. Καθὼς ἀγωνιζόμαστε, τὴ νιώθουμε νὰ διαπερνᾶ τὰ μέλη μας, νὰ μᾶς ἐμψυχώνει, νὰ μᾶς γεμίζει μὲ δύναμη ὑπερφυσική, νὰ μᾶς ὁδηγεῖ- δίχως νὰ καταλάβουμε πὼς – στὸ τέρμα, στὴν κορυφή. Ναί. Πρόκειται γιὰ ἕνα θαῦμα. Ἡ «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ» δὲ διεκδικεῖται μόνο. Ἔρχεται πρὸς ἐμᾶς καὶ ἡ ἴδια. Ὅσο τὴν πλησιάζουμε, τόσο κι αὐτή μᾶς πλησιά¬ζει. Προτοῦ τὴν κυριεύσουμε, μᾶς κυριεύει. Καὶ μάλιστα «ἐν δυνάμει». Μεταδίδει στὶς ψυχὲς τῶν ἀγωνιστῶν ὑπερφυή θεία Χάρη. Δίνει φτερὰ γιὰ νὰ «ὑπερνικῶμεν» (Ρωμ. η’ 37) τὶς δυσκολίες, νὰ ὑπερισχύουμε στὶς ἀντιδράσεις, νὰ ὑπερβαίνουμε κάθε κόπο. Δίχως κανεὶς νὰ τὸ ἐλπίζει, νά… νικᾶμε!
    Στὴ μέση της Σαρακοστῆς ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία συμπαραστέκεται στὸν ἔντονο πνευματικὸ ἀγώνα τῶν παιδιῶν της.
    Ὑψώνει τὸ σύμβολο τῆς θυσίας, τὸν Τίμιο Σταυρό. Σαλπίζει πάλι τὶς καταστατικὲς ἀρχὲς τοῦ ἱεροῦ στρατεύματός της. Καὶ μᾶς καλεῖ νὰ συνεχίσουμε θαρρετὰ κι ἐνθουσιαστικὰ τὰ κοπιώδη, ἀλλά ὡραῖα ἀθλήματά μας. Τὴν «ἄμωμη» νηστεία, τὴ θερμὴ προσευχή, τὴν ἀστραπόμορφη ἁγνότητα, τὴ Λατρεία, τὴν ἐλεημοσύνη καὶ τὴν ποικιλότροπη θυσιαστικὴ ἀγάπη.
Σφιχτοδεμένοι, ρωμαλέοι στὴν ψυχή, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ ὁρμητικοὶ καὶ δυνατοί!
    Νὰ κρατήσουμε πιὸ σφιχτά, πιὸ ἀποφασιστικά, τὸ σταυρό μας καὶ ν’ ἀκολουθήσουμε ζωηρά, στὸν ἀνηφορικὸ δρόμο, τὰ ἴχνη Του.