Στερέωσέ με 1983, σ.475
Δευτέρα 8 Μαρτίου 2010
ΚΕΙΜΕΝΟ
«κατάρτισαι τὰ διαβήματά μου ἐν ταῖς τρίβοις σου, ἵνα μὴ σαλευθῶσι τὰ διαβήματά μου».
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Συμμόρφωσε πλήρως τόν βίον μου καί τήν διαγωγήν μου, ὥστε νά βαδίζω πάντοτε εἰς τάς ὁδούς τῶν ἐντολῶν σου, διά νά μή κλονισθοῦν ποτέ οἱ πόδες μου καί ὀλισθήσω μακράν τοῦ θελήματός σου» ( Ἀπό τήν «ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΕΤΑ ΣΥΝΤΟΜΟΥ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ», τόμος 10ος, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).
ΣΧΟΛΙΟ
«Ὁ μακάριος Δαβὶδ ἦταν ἄνθρωπος, ποὺ ἀγωνιζόταν νὰ εἶναι πάντοτε ὅπως τὸν ἤθελε ὁ Θεός. Παρὰ τὴν δυσκολία τοῦ δρόμου τῆς ἀρετῆς προσπαθοῦσε νὰ συμμορφώνεται πρὸς τοὺς λόγους τῶν χειλέων τοῦ Κυρίου.
Ἡ πεῖρα ὅμως τῆς σφοδρότητας τῶν πειρασμῶν καὶ τῆς ἀδυναμίας τοῦ ἑαυτοῦ του τὸν παρακινοῦσε συνεχῶς νὰ μὴ στηρίζεται ποτὲ στὶς δικές του δυνάμεις, ἀλλὰ νὰ καταφεύγη μὲ ταπείνωσι σ’ Ἐκεῖνον, ποὺ μποροῦσε νὰ τὸν κρατήση στερεὸν στὸν δρόμο τῆς εὐσεβείας. Γι’ αὐτὸ καὶ ἱκέτευε τὸν Κύριο μὲ πίστι: «Κατάρτισαι τὰ διαβήματά μου ἐν ταῖς τρίβοις σου, ἵνα μὴ σαλευθῶσι τὰ διαβήματά μου» (Ψαλμ. ιστ’ 5). Προσάρμοσε δηλαδὴ καὶ στερέωσε Σὺ τὰ βήματα τῆς ζωῆς μου στοὺς δρόμους, ποὺ χαράζεις μὲ τὸν Νόμο Σου, γιὰ νὰ μὴ κλονισθοῦν τὰ πόδια μου καὶ ξεφύγουν ἀπό τὴν σωστὴ πορεία τους.
Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ θεοπνεύστου ψαλμωδοῦ μᾶς διδάσκουν, σημειώνει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, «μὴ πεποιθέναι ἐφ’ ἑαυτοῖς, ἐπί δὲ τῷ Θεῷ ἐπιστηρίζεσθαι» (Ἐξηγ. εἰς ιστ’ Ψάλμ.). Μᾶς μαθαίνουν νὰ μὴ πορευώμαστε μὲ αὐτοπεποίθησι στὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς, ἀλλὰ νὰ στηριζώμαστε στὸν Θεό.
Πόσο ἀληθινὰ πράγματι καὶ πόσο ταιριαστὰ καί γιὰ μᾶς, ποῦ ζοῦμε τρεῖς χιλιάδες χρόνια περίπου μετὰ τὸν Δαβίδ, εἶναι αὐτὰ τὰ λόγια! Γιατί ποιὸς μπορεῖ νὰ καυχηθῆ ὅτι στέκεται καλὰ στὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς, ἔστω κι ἂν ἀποφεύγη τὴν ἁμαρτία; Ὅποιος τὸ νομίζει γιὰ τὸν ἑαυτό του, δὲν θὰ γνωρίζη ἀσφαλῶς καλὰ τί κρύβει μέσα του. Οὔτε θὰ ἔχη ὑπ’ ὄψιν του καί τὸ «ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ», ποὺ γράφει γιὰ τὸν καθένα μας ὁ θεοκίνητος Ἀπόστολος Παῦλος (Α’Κορ. ι’ 12).
Τὰ ἴδια τὰ πράγματα ἔρχονται καί δικαιώνουν τὰ λόγια αὐτά, ποὺ ἴσως νὰ φαίνωνται κάπως ἀπαισιόδοξα σὲ μερικούς. Ἐξ ἄλλου ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας, ὡς γνωστόν, ρέπει πρὸς τὸ κακό. Ἔχουμε τάσι καίπροδιάθεσι ὅλοι μας γιὰ τὴν ἁμαρτία, μετὰ τήν πτῶσι τῶν πρωτοπλάστων, ἀπό τὴν ὥρα τῆς γεννήσεώς μας. Καὶ ἐνῶ βλέπομε ὅτι κάτι δὲν εἶναι καλό, ἐν τούτοις τὸ κάνουμε. Ἔχουμε ἐξασθενημένη θέλησι καὶ γλιστρᾶμε εὔκολα στὸ κακό. Μὲ τὸ παραμικρὸ κινδυνεύουμε νὰ παραπατήσωμε καὶ νὰ ἐκτροχιασθοῦμε, νὰ βγοῦμε ἀπό τὶς ἀσφαλεῖς γραμμὲς τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ.
Δὲν εἶναι ὅμως μόνο ἡ ἀδυναμία τῆς φύσεώς μας, ποὺ κάνει πολὺ εὔκολο καὶ πιθανὸ τὸν κλονισμὸ τῆς πορείας μας. Εἶναι καὶ οἱ παγίδες, ποὺ στήνει μὲ πανουργία στὸ δρόμο μας ὁ Σατανᾶς. Εἶναι καί οἱ ὁρμητικοὶ ἄνεμοι τῶν διαφόρων θεωριῶν καί ἰδεολογιῶν, ποὺ φυσοῦν ἀπό κάθε κατεύθυνσι καὶ ἀπειλοῦν νὰ μᾶς κλονίσουν.
Γι’ αὐτὸ πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ κλονίσθηκαν, εἴτε ἐπειδὴ δὲν πρόσεξαν ὅσο ἔπρεπε, εἴτε ἐπειδὴ βασίσθηκαν στὶς δυνάμεις τους καὶ μόνο. Παράδειγμα γιὰ τὴν πρώτη περίπτωσι εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Δαβίδ, πού, ἐπειδὴ δὲν πρόσεξε κάποτε καὶ ἄφησε χαλαρὸ τὸν ἑαυτὸ του καί δὲν κυβέρνησε τὸ βλέμμα του, ἔκανε διπλὸ θανάσιμο ἁμάρτημα. Γιὰ τὴν δεύτερη περίπτωσι τῆς αὐτοπεποιθήσεως κλασσικὸ παράδειγμα εἶναι ἐκεῖνο τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, πού, ἐπειδὴ στηρίχθηκε στὸν ἑαυτό του, ἔπεσε καί ἀρνήθηκε τὸν Διδάσκαλό του.
Σκοπὸς ὅμως τοῦ ἄρθρου μας αὐτοῦ, ἀγαπητὲ ἀναγνῶστα, δὲν εἶναι νὰ παρουσιάσωμε τὰ παραδείγματα τῶν ἀνθρώπων, ποὺ μὲ τὸν ἄλφα ἢ βῆτα τρόπο δὲν ἔμειναν ἀκλόνητοι στὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ νὰ ποῦμε ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μὴ πέσωμε κι ἐμεῖς. Κάθε ἄλλο! Ἄλλως τε ἂν ὑπῆρξαν καὶ ὑπάρχουν αὐτοὶ ποὺ κλονίσθηκαν καὶ ἔπεσαν, ὑπῆρξαν ὅμως καὶ ὑπάρχουν καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ ἔμειναν καί μένουν στερεοὶ καὶ ἀκλόνητοι πάνω στὰ ἀδιάσειστα θεμέλια τοῦ Εὐαγγελίου. Κὰ αὐτοὶ ἦταν καὶ εἶναι οἱ ἄνθρωποι οἱ ταπεινοί, ποὺ ἔχοντας σὰν ἄλλα ὅπλα, ὅπως γράφει στὸν «Ἀόρατο πόλεμο» ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, τὴν ἀπιστία στὸν ἑαυτό τους καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ νίκησαν καὶ νικοῦν σ’ ὅλες τὶς προσβολὲς τοῦ Πονηροῦ.
Σκοπός μας εἶναι νὰ ὑπενθυμίσωμε «εἰς ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους» ὅτι κινδυνεύουμε καὶ πρέπει νὰ λάβωμε ἔγκαιρα τὰ μέτρα μας, γιὰ νὰ στερεωθοῦμε στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ. Τὸ μυστικὸ τῆς νίκης τὸ εἴπαμε ἤδη. Καταφυγὴ στὴν παντοδύναμη Χάρι τοῦ Κυρίου καὶ ἐκζήτησι τῆς βοηθείας Του, ἀλλὰ καὶ ἀνάλογη προσοχὴ καὶ προσπάθεια ἀπὸ μέρους μας. Ἂν ὑπάρξουν αὐτὲς οἱ προϋποθέσεις, δὲν χωρεῖ ἀμφιβολία ὅτι ὁ φιλάνθρωπος Κύριος, ποὺ δὲν θέλει νὰ τρικλίζωμε στὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς, δὲν θὰ μᾶς ἀφήση νὰ ξεφύγωμε ἀπό τὸν δρόμο Του. Ἀντιθέτως θὰ μᾶς συγκρατῆ, θὰ μᾶς στηρίζη καὶ θὰ στερεώνη τὰ βήματά μας, ὅπως λέει καὶ ἕνας ὕμνος τῆς Ἐκκλησίας μας, «ἐπί τὴν ἀσάλευτον πέτραν τῶν ἐντολῶν Του» ( Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ», τόμος 1983, σ. 475).