Ὁ Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός κοιμήθηκε τό 749 μ.Χ. Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης 1260 χρόνων ἀπό τήν Κοίμησή του δημοσιεύουμε σέ συνέχειες τό ἔργο του «Ἔκδοσις ἀκριβής Ὀρθοδόξου Πίστεως». Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ Ἀρχ.Δωροθέου Πάπαρη, καί εἶναι παρμένη ἀπό τήν ἰστοσελίδα www.phys.uoa.gr. Ἡ μετατροπή στό σύστημα πολυτονικῆς γραφῆς εἶναι δική μας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 60 (Α)
Ἀπάντηση σ’ αὐτούς πού λένε: ἐάν ὁ ἄνθρωπος ἔχει δύο φύσεις καί δύο ἐνέργειες, πρέπει γιά τό Χριστό νά παραδεχθοῦμε τρεῖς φύσεις καί ἄλλες τόσες ἐνέργειες.
Ὁ κάθε ἄνθρωπος χωριστά ἀποτελεῖται ἀπό δύο φύσεις, τήν ψυχή καί τό σῶμα• ἐπειδή τίς διατηρεῖ ἀμετάβλητες στό πρόσωπό του, εὔλογα λέγεται ὅτι ἔχει δύο φύσεις• διότι, καί μετά τήν ἕνωση, διατηρεῖ τή φυσική ἰδιότητα καί τῆς μίας καί τῆς ἄλλης. Πράγματι, οὔτε τό σῶμα εἶναι ἀθάνατο ἀλλά θνητό, οὔτε ἡ ψυχή εἶναι θνητή ἀλλά ἀθάνατη• οὔτε τό σῶμα εἶναι ἀόρατο οὔτε ἡ ψυχή ὁρατή μέ γυμνό μάτι• ἀλλά ἡ μία εἶναι λογική, νοερή καί ἀσώματη, ἐνῷ τό ἄλλο εἶναι ὑλικό, ὁρατό καί χωρίς λογική. Καί ἐφόσον αὐτά πού ἔχουν διαφορετική οὐσία δέν ἀνήκουν σέ μία φύση, εἶναι ἑπόμενο ἡ ψυχή καί τό σῶμα νά μήν ἔχουν τήν ἴδια οὐσία. Καί ἀκόμη• ὁ ἄνθρωπος εἶναι λογική θνητή ὕπαρξη καί κάθε κατάσταση
χαρακτηρίζει τίς φύσεις πού ὑπάγονται σ’ αὐτήν• δέν εἶναι ἐπίσης τό ἴδιο πρᾶγμα, σύμφωνα μέ τή φύση, τό λογικό μέ τό θνητό • ἑπομένως, καί ὁ ἄνθρωπος δέν θά ἔχει μία φύση, σύμφωνα μέ τό παραπάνω κριτήρια πού ὁρίσαμε.
Ἄν πάλι λέμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει μία φύση, τότε χρησιμοποιοῦμε στό λόγο μας τό ὄνομα «φύση» ἀντί γιά τό ὄνομα «εἶδος»• διότι δεχόμαστε ὅτι ἄνθρωπος ἀπό ἄνθρωπο δέν διαφέρει σέ κάποια φυσική διαφορά, ἀλλά ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τήν ἴδια σύσταση, εἶναι σύνθετοι ἀπό ψυχή καί σῶμα καί ἔχουν ὁ καθένας δύο φύσεις• ἑπομένως, ὅλοι ἔχουν κοινό
ὁρισμό. Καί αὐτό δέν εἶναι παράδοξο, καθώς ὁ μέγας Ἀθανάσιος, στό λόγο τοῦ γι’ αὐτούς πού βλασφημοῦν τό Ἅγιο Πνεῦμα, εἶπε ὅτι μία εἶναι ἡ φύση ὅλων τῶν γενητῶν, διότι εἶναι δημιουργήματα• τό εἶπε ὡς ἑξῆς: «Εἶναι δυνατό νά κατανοήσουμε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πάνω ἀπό τήν κτίση καί διαφορετικό ἀπό τή φύση τῶν δημιουργημάτων, ἰδιαίτερο ὅμως πρόσωπο τῆς θεότητος». Διότι, καθετί πού παρατηρεῖται ἀπό κοινοῦ σέ πολλά καί δέν ὑπάρχει σ’ ἄλλο περισσότερο καί σ’ ἄλλο λιγότερο, λέγεται οὐσία.
Ἐπειδή, λοιπόν, κάθε ἄνθρωπος εἶναι σύνθετος ἀπό ψυχή καί σῶμα, γι’ αὐτό λέμε ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν μία φύση. Γιά τήν ὑπόσταση ὅμως τοῦ Κυρίου δέν μποροῦμε νά πούμε ὅτι ἔχει μία φύση. Διότι οἱ φύσεις τοῦ διατηροῦν καί μετά τήν ἕνωσή τους ἡ καθεμία τή φυσική της ἰδιότητα καί δέν μπορεῖ νά βρεθεῖ εἶδος Χριστῶν. Ἐπειδή δέν ἔγινε ἄλλος Χριστός ἀπό θεία καί ἀνθρώπινη φύση, ὁ ἴδιος καί Θεός καί ἄνθρωπος. Καί ἀκόμη• δέν εἶναι τό ἴδιο λέγοντας «ἕνα» μέ βάση τό εἶδος τοῦ ἀνθρώπου, καί λέγοντας «ἕνα» μέ βάση τήν οὐσία τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Διότι τό «ἕνα» μέ βάση τό εἶδος τοῦ ἀνθρώπου, φανερώνει τήν ὁμοιότητα μεταξύ ὅλων τῶν ἀνθρώπων• ἐνῷ τό «ἕνα» μέ βάση τήν οὐσία τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, καταστρέφει τήν ἴδια τήν ὕπαρξή τους ὁδηγώντας τά σέ τέλεια ἀνυπαρξία• διότι ἤ τό ἕνα θά μετατραπεῖ στήν οὐσία τοῦ ἄλλου, ἤ θά δημιουργηθεῖ ἕνα ἄλλο ἀπό ἄλλα καί θά μεταβληθοῦν καί τά δύο, ἤ θά παραμείνουν στά ὅριά τους καί θά εἶναι δύο φύσεις• ἐπειδή τό σωματικό μέ τό ἀσώματο δέν εἶναι τό ἴδιο σύμφωνα μέ τήν οὐσία τους. Μολονότι λέμε, λοιπόν, γιά τόν ἄνθρωπο μία φύση, ὄχι ἐπειδή ταυτίζεται ἡ ποιότητα τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος ἀλλά ἐπειδή εἶναι πανομοιότυπα τά ἄτομα πού ἀναφέρονται στό εἶδος, δέν ἁρμόζει ὅμως νά λέμε καί γιά τό Χριστό μία φύση, ἀφοῦ δέν ὑπάρχει εἶδος πού νά περιέχει πολλές ὑποστάσεις.