ΚΕΙΜΕΝΟ
"Κύριος τὸν κατακλυσμὸν κατοικιεῖ, καὶ καθιεῖται Κύριος βασιλεὺς εἰς τὸν αἰῶνα"
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
(Ἀπό τήν ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας", τ.10ος, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")
ΣΧΟΛΙΟ
"Ὁ εἰκοστός ὄγδοος Ψαλμός εἶναι ἕνας ἀπό τους πιό ὡραίους Ψαλμούς τοῦ Ψαλτηρίου καί ἀπό ἀπόψεως μορφῆς καί ἀπό ἀπόψεως νοημάτων.
Μέ τόν Ψαλμό αὐτό, σημειώνει ὁ Μέγας Βασίλειος, ἀποδεικνύει ὁ Δαβίδ ὅτι ἀνήκει σ’ ἐκείνους, πού, ἐπειδή ἔχουν πολύ ὑψηλή ἰδέα γιά τόν Θεό, ὑψώνουν ὅσο τό δυνατόν περισσότερο καί τονίζουν «αὐτοῦ τήν μεγαλοπρέπειαν» (Ὁμ. εἰς ΚΗ’ Ψαλμ.).
Οἱ εἰκόνες καί οἱ μεταφορές, πού χρησιμοποιοῦνται, γιά νά φανῆ ἡ ἔκτασι τῆς θεϊκῆς κυριαρχίας στίς δυνάμεις τῆς φύσεως, φτιάχνουν ἕνα ὑπέροχο ψηφιδωτό μέ θαυμάσιους συνδυασμούς ψηφίδων καί χρωμάτων.
Σέ μία ἀπ’ αὐτές τίς εἰκόνες θά ἐπιμείνουμε στήν συνέχεια, γιά νά πάρουμε καί σπουδαῖο μήνυμα γιά τήν ζωή μας. «Κύριος τόν κατακλυσμόν κατοικιεῖ, καί καθιεῖται Κύριος βασιλεύς εἰς τόν αἰῶνα», ἀναφωνεῖ μέ θαυμασμό ὁ θεόπνευστος Ψαλμῳδός (Ψαλμ. κη΄ 10). Δηλαδή ὁ Θεός ἔχει τήν κατοικία Του μέσα στόν κατακλυσμό. Στήνει κατά κάποιο τρόπο τόν θρόνο Του μέσα στήν ραγδαία βροχή. Καί ἐνῷ ὁλα γύρω μαίνονται. Αὐτός μένει ἀτάραχος. Μέ ἀνυπέρβλητη παντοκρατορική ἠρεμία ρυθμίζει καί τήν πτῶσι τῆς βροχῆς καί κάθε ἄλλη ἐκδήλωσι τῶν δυνάμεων τῆς φύσεως.
Γιά τήν ἐποχή τοῦ Δαβίδ καί γενικά γιά τήν ἀρχαιότητα ἡ νεροποντή καί ὁ κατακλυσμός, ὁπως καί ὁποιοδήποτε ἄλλο φυσικό ἔκτακτο φαινόμενο, προκαλοῦσε τήν ἔκπληξι καί τόν θαυμασμό καί ἔβλεπαν σ’ αὐτό τήν Παρουσία τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό ἀκριβῶς θέλει νά μᾶς πῆ καί μέ τήν ὡραία αὐτή εἰκόνα πού χρησιμοποιεῖ. Ὅτι ἐπάνω ἀπό τά φυσικά φαινόμενα ὑπάρχει Ἐκεῖνος, πού κυβερνᾶ τά πάντα.
Ἡ εἰκόνα μάλιστα τονίζει καί κάτι ἀκόμη, διότι αὐτό πού προβάλλει εἶναι τελείως ἀντίθετο πρός τούς νόμους τῆς φύσεως. Πῶς εἶναι δυνατόν πραγματικά νά στηρίζεται μέσα στόν κατακλυσμό ἕνας θρόνος, παρά τόν νόμο τῆς βαρύτητος, καί νά μή τόν παρασύρουν κάτω οἱ ἀμέτρητοι τόννοι τοῦ νεροῦ, πού πέφτουν ἀσταμάτητα; Ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται καί τό βαθύτερο νόημα τῆς εἰκόνος. Δέν εἶναι μόνο Παντοκράτωρ καί Παντοδύναμος ὁ Θεός, ἀλλά ὑποχωροῦν ἐμπρός του καί ὅλοι οἱ φυσικοί νόμοι. Αὐτά πού φαίνονται γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους ἀφύσικα, ἀπίθανα καί ἀδύνατα, εἶναι φυσικά καί ἁπλᾶ καί δυνατά γιά τόν Κύριο. «Ὅπου Θεός βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις», ὅπως ψάλλει καί ἡ Ἐκκλησία μας.
Στήν ἐποχή μας βέβαια, πού ἔχει προοδεύσει τόσο πολύ ἡ ἐπιστήμη, δέν προκαλεῖ ἴσως τήν ἴδια ἐντύπωσι ἡ ἐκδήλωσι κάποιου φυσικοῦ φαινομένου. Μερικοί ἄλλως τε ἐπιστήμονες, πού δέν πιστεύουν στήν ὕπαρξι καί παρουσία τοῦ Θεοῦ, ἔχουν φροντίσει μέ κάθε τρόπο νά σπείρουν στόν κόσμο ζιζάνια ἀμφιβολίας καί ἀπιστίας καί μάλιστα στούς ἀνώριμους νέους.
Ἀνεξαρτήτως ὅμως τῶν ἐντυπώσεων, πού εἶναι ὑποκειμενικαί καί ἐξαρτῶνται κατά μέγα μέρος ἀπό τήν ψυχική κατάστασι καί ζωή τοῦ καθενός, ἡ ἀλήθεια παραμένει. Ὅτι δηλαδή ἐπάνω ἀπό ὅσα βλέπουμε νά συμβαίνουν στήν φύσι, ὑπάρχει Ἐκεῖνος, πού τά ἐδημιούργησε καί ἠμπορεῖ καί τά ρυθμίζει ὅπως κρίνει μέ τήν Πανσοφία Του.
Τά θαύματα, πού γίνονται παρά τίς προβλέψεις καί διαπιστώσεις τῆς Ἰατρικῆς ἐπιστήμης, ἔρχονται συχνά νά βεβαιώσουν αὐτή τήν ἀλήθεια. Τί ἄλλο ὅμως λέει καί ἡ βροχή πού πέφτει σάν κατακλυσμός σέ ἐποχή ξηρασίας μετά ἀπό κάποια πάνδημη λιτανεία, πού ἔγινε μέ πολλή πίστι;
Δέν ἀρκοῦν μόνον οἱ διόπτρες τῆς ἐπιστήμης, γιά νά φθάση κανείς σ’ Ἐκεῖνον πού ἔπλασε καί συντηρεῖ καί κατευθύνει τά πάντα. Χρειάζεται καί ὁ φακός τῆς Πίστεως. Καί ὅταν κανείς πιστεύση ἀληθινά στήν ὕπαρξι Παντοδυνάμου Θεοῦ, βλέπει καί τόν κατακλυσμό καί τήν καταιγίδα καί τόν σεισμό καί ὁποιοδήποτε ἄλλο ἔκτακτο φαινόμενο μέ ἄλλο μάτι. Τά βλέπει ὅλα σάν τρόπους, μέ τούς ὁποίους παιδαγωγεῖ τά πλάσματά Του ὁ Κύριος καί τά ὁδηγεῖ σέ συναίσθησι τῆς παντοκρατορικῆς παρουσίας Του.
Ἔτσι δέν τρομάζει ποτέ του ὁ πιστός ἐμπρός καί στά πιό τρομερά φυσικά φαινόμενα. Γιατί εἶναι βέβαιος ὅτι ἐπάνω ἀπό ὅλα βρίσκεται Ἐκεῖνος, πού προνοεῖ γιά ὅλα. Ἐκεῖνος στόν Ὁποῖο ὅλα εἶναι δυνατά. Ἐκεῖνος πού εἶναι ὅλος Ἀγάπη καί βρέχει ἐπί πονηρούς καί ἀγαθούς». Ὁ Κύριος καί Θεός πού παρακολουθεῖ μέ πατρικό ἐνδιαφέρον τά ὅσα συμβαίνουν στή γῆ μας, ἕτοιμος νά μᾶς βοηθήση στήν ὥρα πού πρέπει.
Ἄς παρακαλοῦμε τόν Κύριο, ἀδελφέ μου, νά μᾶς χαρίση αὐτά τά μάτια τῆς πίστεως. Τότε, ὅπως ἔλεγε καί ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «ἡ θεωρία τῆς κτίσεως θά γίνεται Θεολογία». Θά περνοῦμε δηλαδή ἀπό τά ὁρατά στά ἀόρατα καί θά φθάνουμε ὅσο γίνεται κοντύτερα στόν Ποιητή καί Δημιουργό του σύμπαντος.
Καί ὄχι μόνο δέν θά συνηθίζουμε τά φυσικά φαινόμενα, ἀλλά θά ἐπηρεαζώμαστε οὐσιαστικά βλέποντάς τα. Καί δοξάζοντας τόν Κύριο καί Θεό μας γιά τά μεγαλεῖα Του θά φροντίζωμε νά ἔχωμε σάν ἀπαράβατο Νόμο γιά τήν ζωή μας τά προστάγματά Του. Τίς ἐντολές Ἐκείνου, πού εἶναι ὁ Βασιλεύς τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γής. Ὁ Παντοκράτωρ" ( Ἀπό τό περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ", τόμος 1984, σ. 90).