Ἰωάν. κ΄19

Παρασκευή 16  Ἀπριλίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν  Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ  Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ
"Εἰς ἐπιβεβαίωσιν λοιπόν τῆς μαρτυρίας ταύτης τῆς Μαρίας, ὅταν ἐβράδυασε κατά τήν ἡμέραν ἐκείνην, τήν πρώτην τῆς ἑβδομάδος, καί ἐνῶ αἱ θύραι τοῦ σπιτιοῦ, ὅπου ἦσαν μαζευμένοι οἱ Μαθηταί, ἦσαν κλεισταί ἕνεκα τοῦ φόβου, πού εἶχαν οὗτοι διά τούς Ἰουδαίους, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καί ἐστάθη εἰς τό μέσον καί εἶπεν εἰς αὐτούς· ἄς εἶναι εἰρήνη εἰς σᾶς" ( Ἀπό τήν "ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας" τοῦ Παν.Τρεμπέλα, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")

ΣΧΟΛΙΟ

    "Τὰ γεγονότα τῶν τελευταίων ἡμερῶν εἶχαν γεμίσει τὴν ψυχὴν τῶν ἁγίων τοῦ Χριστοῦ μαθητῶν ἀπὸ πικρίαν. Μελαγχολικαὶ καὶ ἀπαισιόδοξοι σκέψεις ἀπασχολοῦσαν τὴν διάνοιάν των. Ὁ φόβος τῶν Ἰουδαίων εἶχε κυριεύσει τὴν ψυχὴν των. Καὶ λοιπόν, διὰ νὰ ἀσφαλισθοῦν, εἶναι ὅλοι μαζὶ συγκεντρωμένοι καὶ ἔχουν τάς θύρας κλειστάς, διὰ νὰ ἀποφύγουν τὴν τυχὸν ἐπιδρομὴν τῶν ἐξηγριωμένων συμπατριωτῶν των.
    Ἡ ἡμέρα ἔκλινε πρὸς τὴν δύσιν. Πόσες φορές, καθὼς ἦσαν ἐκεῖ συγκεντρωμένοι, θὰ ἀντήλλαξαν μεταξὺ των τὴν φράσιν «ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν, ὅτι αὐτὸς ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ» (Λουκ. κη’ 21). Ἀλλά, τί βλέπουν; Ὁ Κύριος; Ὁ Διδάσκαλός των; Αὐτὸς εἶναι; Ἀνέστη; Ἄφωνοι καὶ ἀκίνητοι Τὸν παρατηροῦν. Δὲν εἶναι ὅμως μόνον τὰ μάτια ποὺ πληροφοροῦν τοὺς Ἀποστόλους διὰ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου. Εἰς τάς ἀκοάς των φθάνουν οἱ λόγοι τοῦ χαιρετισμοῦ καὶ τῆς εὐλογίας τοῦ Ἀναστάντος. «Εἰρήνη ὑμῖν». Αὐτὸς λοιπὸν εἶναι! Ἀνέστη! Καὶ ἰδοὺ τώρα εὑρίσκεται ἐν τῷ μέσῳ αὐτῶν. «Τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνημμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς εἰρήνη ὑμῖν» (Ἰωαν. κ’ 19).
    Οὔτε ὁ παγερὸς τάφος, οὔτε ὁ βαρὺς λίθος, οὔτε αἱ κλεισμέναι θύραι, οὔτε τὰ ἀσφαλιστικὰ μέτρα ποὺ εἶχαν λάβει οἱ σταυρωταὶ ἠμπόδισαν τὸν ἀναστάντα Κύριον νὰ εὑρεθῆ ἐν μέσω τῶν μαθητῶν Του.
    «Τῶν θυρῶν κεκλεισμένων»! Βεβαίως οἱ μαθηταὶ δὲν εἶχαν σφιχτοκλειδώσει τάς θύρας τοῦ σπιτιοῦ των μὴ τυχὸν εἰσέλθη ὁ Ἰησοῦς. «Ὁ φόβος τῶν Ἰουδαίων» ἦτο ἐκεῖνος ποὺ τοὺς ἔκανε νὰ λαμβάνουν τὰ προφυλακτικὰ αὐτὰ μέτρα. Ἐάν δὲ αἱ θύραι τῆς οἰκίας των ἦσαν κλεισταί, αἱ θύραι τῆς ψυχῆς των ἦσαν ὁλάνοικτοι, διὰ νὰ ὑποδεχθοῦν τὸν λατρευτὸν Διδάσκαλόν των. Πόσοι ὅμως ἄνθρωποι ἀντιστρέφουν τὰ πράγματα καὶ παρεμβάλλουν φραγμοὺς καὶ ἐμπόδια, διὰ νὰ μὴ εἰσέλθη ὁ Χριστὸς εἰς τὸν οἶκον τῆς ψυχῆς των!
    Ἰδοὺ οἱ πρόγονοί μας. Κηρύττει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπί τοῦ Ἀρείου Πάγου τὸν «ἄγνωστον Θεόν» καὶ τοὺς προσκαλεῖ νὰ πιστεύσουν εἰς τὸν Ἰησοῦν. Τὸ κήρυγμα του ὅμως γίνεται διὰ τοὺς Ἀθηναίους «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων». Δὲν τοὺς βλέπετε; Δι’ ὅλα τὰ ἄλλα εὐκαιροῦν. Αἱ ἀκοαί των εἶναι λίαν πρόθυμοι νὰ ἀκούουν τὰ νεώτερα τῆς ἡμέρας. Καὶ μόνον διὰ τὸ κήρυγμα τῆς σωτηρίας αἱ θύραι τῆς ψυχῆς των εἶναι κλεισταί. Ὀλίγοι, οἱ ἐκλεκτοί, οἱ καλοπροαίρετοι, τῶν ὁποίων «διήνοιξεν ὁ Κύριος τὴν καρδίαν προσέχειν τοῖς λαλουμένοις ὑπὸ τοῦ Παύλου» (Πράξ. ις’ 14), αὐτοὶ μόνον πιστεύουν. Οἱ ἄλλοι, βλέποντες καὶ ἀκούοντες, οὔτε βλέπουν οὔτε ἐννοοῦν. Τί τρομερὸν πράγμα! Νὰ σοῦ προσφέρεται ἡ σωτηρία, νὰ καταυγάζη γύρω σου τὸ φῶς τῆς ἀληθείας, νὰ σὲ περιλούη ἡ θεία χάρις, νὰ φθάνουν εἰς τὰ αὐτιά σου «ρήματα ζωῆς αἰωνίου», καὶ σὺ νὰ κρατῆς τάς θύρας τῆς ψυχῆς σου κλειστάς! Τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου νὰ γίνεται διὰ σὲ «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων»!
    Καὶ καλά, ἐπὶ τέλους, τότε. Πόσοι ὅμως ἄλλοι καὶ εἰς τὴν σύγχρονον ἐποχήν, ἂν καὶ ζοῦν εἰς χριστιανικὸν περιβάλλον, εἴτε ἀπὸ ἀδικαιολογήτους προκαταλήψεις, εἴτε ἀπὸ ἔνοχον ἀδιαφορίαν ἀποφεύγουν ἐπιμελῶς νὰ ἀνοίξουν καὶ τὸ πλέον μικρὸν παραθυράκι, διὰ νὰ δεχθοῦν οἱανδήποτε χριστιανικὴν ἐπίδρασιν! Ὑπερβολικὴ προσήλωσις εἰς τάς ἐπαγγελματικάς καὶ τάς ἐμπορικάς ἐπιχειρήσεις· γνωριμίαι καὶ συναναστροφαί, πράγματα νόμιμα καθ’ ἑαυτά, κυριαρχοῦν πολλάκις εἰς τὴν ψυχὴν καὶ τῆς ἀποσποῦν ὅλας τάς σκέψεις καὶ τοὺς πόθους, ὅλην τὴν δραστηριότητα καὶ τὴν δύναμιν τῆς θελήσεως, καὶ δὲν ἐπιτρέπουν εἰς τὸν Ἀναστάντα νὰ εἰσέλθη καὶ καταλάβη κάποιαν μικράν ἔστω θέσιν εἰς τὴν ζωὴν των. Ἄνθρωποι ποὺ περνοῦν τὴν ζωὴν των μὲ μοναδικὴν ἀπασχόλησιν νὰ ἐξευρίσκουν νέους τρόπους καὶ νέα μέσα ἀπολαύσεων καὶ διασκεδάσεων, ἀπορ-ροφῶνται ἐξ ὁλοκλήρου ἀπὸ αὐτάς. Ὅλαι αἱ μέριμναι καὶ αἱ φροντίδες ἠμπορεῖ νὰ ἀπασχολοῦν τὴν ψυχὴν των καὶ μόνον διὰ τὸν Ἰησοῦν κρατοῦν σφικτὰ κλεισμένας τάς καρδίας των. Ὅπως πάλιν καὶ ἐξ ἀντιθέτου, ἄνθρωποι θλιμμένοι ἀφήνονται νὰ κυριαρχοῦνται ἀπὸ τὸ πέλαγος τῆς θλίψεως μὲ ἀποτέλεσμα τὸ ἴδιον νὰ γίνεται δηλαδὴ ἡ ὑπερβολικὴ λύπη ἐμπόδιον καὶ φραγμὸς προκειμένου νὰ εἰσέλθη εἰς τὴν ψυχὴν των ὁ Χριστὸς καὶ τοὺς ἀπευθύνη τὸν ἀναστάσιμον χαιρετισμὸν καὶ τοὺς μεταδώση τὸ οὐράνιον δῶρον τῆς εἰρήνης καὶ τῆς χαρᾶς. Δὲν εἶναι δὲ σπάνιαι καὶ αἱ περιπτώσεις κατὰ τάς ὁποίας καὶ ἀπὸ τὸν φόβον μήπως μᾶς δυσφημήσουν καὶ μᾶς κακολογήσουν οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀφήνομεν τὴν ψυχήν μας ἀνοικτήν, διὰ νὰ ἔλθη Ἐκεῖνος.
    Ποῖον ὅμως πρᾶγμα θλιβερόν! Νὰ θέλη ὁ Κύριος νὰ εἰσέλθη εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ ἀνθρώπου νὰ θέλη νὰ τοῦ φέρη τὸ μήνυμα τῆς λυτρώσεως καὶ τῆς σωτηρίας νὰ θέλη νὰ τοῦ διώξη τὸν φόβον καὶ νὰ τοῦ δώση τὴν χαρὰν καὶ τὴν εἰρήνην, καὶ ὁ ἄνθρωπος ἐπιμόνως νὰ κρατῆ τὴν ψυχὴν του κλειστήν! Ἀλλά καὶ πόσον εὐχάριστον, ὅταν ἀνοίξωμεν τῆς ἰδικῆς μας ψυχῆς τάς θύρας, διὰ νὰ ἔλθη ὁ Ἰησοῦς καὶ ἐγκαθιδρυθῆ εἰς αὐτὴν ὡς Κύριος καὶ Δεσπότης καὶ Βασιλεύς, σκορπίζων τὴν χαρὰν καὶ παρέχων τὴν εἰρήνην, ὅπως τότε εἰς τοὺς μαθητάς!
    Οὐδέποτε βεβαίως θὰ καταργήση τὸ προνομιακὸν δῶρον τῆς ἐλευθέρας μας θελήσεως. Ποτὲ δὲν θὰ μᾶς ἐπιβάλη ἀναγκαστικῶς νὰ παραδεχθῶμεν τὴν διδασκαλίαν Του. Ἀνήκει εἰς τὴν ἰδικήν μας θέλησιν νὰ Τοῦ ἀνοίξωμεν τάς θύρας τῆς ψυχῆς μας, νὰ Τὸν δεχθῶμεν διὰ τῆς πίστεως καὶ νὰ Τὸν ὁμολογήσωμεν Κύριον καὶ Θεόν μας. Καὶ ὅταν αὐτὸ συμβῆ, θὰ εἰσέλθη τότε αὐτὸς μὲ ὅλην τὴν βασιλικήν Του λαμπρότητα, διὰ νὰ καταστήση τὴν ψυχήν μας ἔνδοξον ἀνάκτορον τῆς ἀπείρου Του μεγαλειότητος.
    Εὐτυχεῖς καὶ τρισένδοξοι ὅσοι Τοῦ ἔχουν ἀνοίξει διάπλατα τάς θύρας τῆς ψυχῆς των καὶ Τὸν ἔχουν ἐνθρονίσει εἰς αὐτήν. «Υἱοὶ τῆς Ἀναστάσεως» αὐτοὶ καὶ «τέκνα φωτός», τοῦ ἀνεσπέρου καὶ ἀδύτου φωτὸς τὸ ὁποῖον ἐξεπήγασεν ἀπὸ τὸν τάφον τοῦ ἀναστάντος Κυρίου, κατέχουν προνομιοῦχον θέσιν εἰς τάς κοινωνίας τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι τὰ πνευματικὰ φῶτα, μὲ τὰ ὁποία ὁ οὐρανὸς φωτίζει καὶ διαλύει τὰ ἠθικὰ σκότη τῆς γῆς. Ἀπολαμβάνουν οἱ ἴδιοι ὅλην τὴν γλυκύτητα καὶ τὴν δόξαν τῆς Ἀναστάσεως καὶ γίνονται ὁδηγοὶ καὶ ἄλλων πρὸς τὸν ἀναστάντα Λυτρωτήν. Καὶ ἀφοῦ θὰ ἔχουν αὐτοὶ ἀνοίξει τάς θύρας τῆς ψυχῆς των εἰς τὸν Κύριον, θὰ εὕρουν ἀνοικτάς καὶ τάς ἄλλας θύρας, τάς θύρας τῆς οὐρανίου Βασιλείας, ὅπου αἰώνιος καὶ τρισένδοξος βασιλεύει ὁ ἀναστάς Κύριος. ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ.Χριστοφόρου Παπουτσοπούλου «Χριστός ἀναστάς», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).