Ἰωάν. κ’ 21

Σάββατο 17  Ἀπριλίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ  Ἰησοῦς πάλιν· εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Ὅταν λοιπόν ἡσύχασε κάπως ἡ πρώτη σφοδρά συγκίνησις, πού ἐδοκίμασαν ἐξ αἰτίας τῆς μεγάλης χαρᾶς οἱ μαθηταί, εἶπε πάλιν εἰς αὐτούς ὁ Ἰησοῦς ἐν σχέσι πρός τήν μέλλουσαν κλῆσιν καί ἀποστολήν των· Ἄς εἶναι εἰρήνη εἰς σᾶς. Καθώς μέ ἀπέστειλεν ὁ Πατήρ διά τό ἔργον τ[ς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι καί ἐγώ σᾶς στέλλω πρός ἐξακολούθησιν τοῦ αὐτοῦ ἔργου" ( Ἀπό τήν "ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας" τοῦ Παν.Τρεμπέλα, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")

ΣΧΟΛΙΟ

    "Εἶναι ἡ ἑσπέρα τῆς μεγάλης ἡμέρας τῆς Ἀναστάσεως. Αἱ θύραι καὶ τὰ παράθυρα τῆς οἰκίας «ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι» εἶναι κλειστά. Εὑρίσκονται δὲ οἱ ἴδιοι εἰς κατάστασιν ἀγωνίας καὶ φόβου, ὡσὰν νὰ ἀντιμετωπίζουν σοβαρώτατον κίνδυνον. Τὸ μνημεῖον τοῦ λατρευ¬τοῦ Διδασκάλου, τὸν ὁποῖον τόσον ἠγάπων καὶ διὰ τὸν ὁποῖον ἀφῆκαν τὰ πάντα, εὑρέθη κενόν. Οἱ ἐχθροὶ διέδιδαν ὅτι οἱ μαθηταὶ ἤνοιξαν τὸν τάφον καὶ ἔκλεψαν τὸ σῶμα, ἐνῶ αὐτοὶ γνωρίζουν πολὺ καλὰ ὅτι τοιοῦτον πρᾶγμα δὲν ἔχει συμβῆ. Συγχρόνως αἱ πληροφορίαι τῶν γυναικῶν ποὺ εἶχαν μεταβῆ εἰς τὸν τάφον «ὄρθρου βαθέος» βεβαιώνουν ὅτι ὁ τάφος ἦτο κενός, ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνέστη, ὅτι αὐταί Τὸν εἶδαν, ὅτι ὁ Ἀναστάς τούς ἀπηύθυνε τὸν χαρμόσυνον χαιρετισμὸν «χαίρετε». Τί λοιπὸν ἔπρεπε νὰ παραδεχθοῦν; Νὰ πιστεύσουν ὅτι πράγματι ὁ Χριστὸς ἀνέστη; Νὰ μὴ τὸ πιστεύσουν; Ἀλλά ἂν δὲν τὸ πιστεύσουν ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀληθές, ποὶα τέλος πάντων εἶναι ἡ ἀλήθεια ἐν προκειμένω; Εἰς τὴν κατάστασιν αὐτὴν τῆς ἀθυμίας καὶ τῆς ἀγωνίας καὶ τῆς λύπης εὑρισκόμενοι ἀναπολοῦν τάς ἐλπίδας ποὺ νομίζουν ὅτι ματαίως ἐστήριξαν εἰς τοὺς λόγους καὶ τάς ὑποσχέσεις τοῦ Διδασκάλου των καὶ ἀτενίζουν πρὸς ἕνα μέλλον χωρὶς περιεχόμενον πλέον, χωρὶς σκοπόν. Καὶ ὡς θλιβερὰ ἀνάμνησις ἀντηχοῦν εἰς τὰ αὐτιὰ των οἱ λόγοι ποὺ τοὺς ἔλεγε πρὸ τριῶν μόλις ἡμερῶν ὁ σταυρωθείς Διδά¬σκαλος: «Εἰρήνην ἄφιημι ὑμῖν…» (Ἰωάν. Ἰδ’ 27). Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχουν πλέον εἰρήνην καὶ πῶς εἶναι δυνατὸν ἡ ὑπόλοιπος ζωὴ των νὰ εἶναι εἰρηνική; Καὶ ἐνῶ ἡ σύγχυσις καὶ ἀπορία κυριαρχοῦν καὶ δεσπόζουν εἰς τὴν ὁμήγυριν τῶν μαθητῶν, ἡ ἀπροσδόκητος ἐμφάνισις τοῦ ἀναστάντος Κυρίου προκαλεῖ νέας ἀπορίας καὶ ἐπαυξάνει τὸν φόβον των.
    Συσπειρωμένοι ὅλοι μεταξὺ των καὶ γεμᾶτοι ἀπὸ φόβον ἀτενίζουν πρὸς τὸν ἐμφανισθέντα. Εἶναι Ἐκεῖνος; Δὲν εἶναι; Ἀνέστη πράγματι; Τί εἶναι αὐτὸ πού βλέπουν; Ἀλλ’ Ἐκεῖνος, μὲ τὴν γνωστὴν πρὸς αὐτοὺς γλυκύτητα καὶ στοργὴν ποὺ εἶχε πάντοτε τὸ θεῖον πρόσωπόν Του, ἰδοὺ ὅτι τοὺς ὁμιλεῖ καὶ ὡς οὐρανία ἁρμονία ἀκούεται ὁ χαρμόσυνος χαιρετισμός Του: «Εἰρήνη ὑμῖν».
    Καὶ ἡ εὐλογία τῆς εἰρήνης, τὴν ὁποίαν προανήγγειλαν οἱ Ἄγγελοι κατὰ τὴν γέννησιν τοῦ Σωτῆρος, παρέχεται ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς εἰρήνης κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς Ἀναστάσεώς Του πλουσία, διὰ νὰ διαλύση καὶ τὴν πλέον παγεράν δυσπιστίαν, διὰ νὰ ἀποδιώξη καὶ τὸ τελευταῖον ἴχνος τοῦ φόβου, διὰ νὰ μεταδώση καὶ ἐγκαθιδρύση ἀναφαίρετον εἰς τάς ψυχάς των τὸ βασίλειον τῆς εἰρήνης καὶ τῆς χαρᾶς.
«Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν εἰρήνη ὑμῖν».
    «Εἰρήνη ὑμῖν». Ὄχι ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου, ἡ ψευδής καὶ ἐπιφανειακὴ καὶ ἀνυπόστατος. Ὄχι ἡ εἰρήνη ἡ καταθλιπτικὴ καὶ ἀναγκαστική, ἡ ὁποία στηρίζεται εἰς τὴν ὑπεροχήν τῶν πολεμικῶν ὅπλων καὶ εἰς τὰ μέσα τῆς ἐξοντώσεως τοῦ ἀντιπάλου. Ὄχι ἡ εἰρήνη ἡ προερχομένη ἀπό τὴν πεποίθησιν εἰς τὰ ὑλικὰ τοῦ κόσμου αὐτοῦ πράγματα. Ἀλλά ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ. «Εἰρήνην τὴν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν» (Ἰωάν. ιδ’ 27), τοὺς εἶπε κατὰ τὸν Μυστικὸν Δεῖπνον ὁ Κύριος. Ἡ εἰρήνη, ἡ ὁποία εἶναι συνέπεια τοῦ ἔργου ποὺ ἐπετέλεσεν ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. «Τετέλεσται», διεκήρυξεν ἐπάνω εἰς τὸν σταυρόν Του. Ἔχει γίνει δηλαδὴ πραγματικότης, ἔτελειωσε πλέον τὸ μεγάλο ἔργον τῆς εἰρηνεύσεως τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸν Θεόν. «Ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ»• καὶ «εἰρήνην ἔχομεν πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ρωμ. ε’ 10, 1), βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ Χριστὸς διὰ τοῦ σταυρικοῦ Του θανάτου «εὐηγγελίσατο εἰρήνην τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς ἐγγύς» (Ἐφεσ. β’ 17). Ἡ λύτρωσις καὶ ἡ σωτηρία τὴν ὁποίαν ἔφερεν εἰς τὸν κόσμον ὁ σταυρικὸς θάνατος καὶ ἡ Ἀνάστασις τοῦ Κυρίου, ἀπὸ τὴν στιγμὴν ποὺ θὰ τὴν οἰκειοποιηθῆ ὁ ἄνθρωπος, πιστεύων, μετανοῶν, ἐξομολογούμενος, κοινωνῶν τοῦ Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Κυρίου καὶ γενικῶς ἁγιαζόμενος διὰ τῶν μυστηρίων, τοῦ χαρίζει ὡς πολύτιμον δῶρον τὴν ἐσωτερικὴν εἰρήνην, ἡ ὁποἰα εἶναι συνέπεια τῆς συμφιλιώσεως καὶ τῆς πρὸς τὸν Θεὸν εἰρήνης.
    «Εἰρήνη ὑμῖν». Εἶναι ἀκόμη ἡ εἰρήνη ἡ ὁποία ἔρχεται εἰς τὴν ψυχὴν ἀπὸ θεληματικὴν καὶ ἐγκάρδιον ὑποταγὴν εἰς τὸ θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατρός, ἀπὸ τὴν ἀνεπιφύλακτον καὶ ὁλοκληρωτικὴν ταύτισιν τοῦ ἀνθρωπίνου θελήματος πρὸς τὸ θεῖον θέλημα. Εἶναι ἡ εἰρήνη ἡ ὁποία παρέχει εἰς τὸν πιστὸν τὸ θάρρος καὶ τὴν παρρησίαν διὰ νὰ ἀπευθύνεται ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν πρὸς τὸν οὐράνιον Πατέρα καὶ νὰ Τοῦ λέγη: Πάτερ, τὸ θέλημά Σου γενηθήτω. Εἶναι ἡ εἰρήνη ἡ ὁποία  ἔρχεται   ὡς  συνέπεια  τῆς  ἁρμονίας  μεταξύ  τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως καὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.
    Καὶ εἶναι ἡ εἰρήνη αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ τὸ ἀντίδοτον κατὰ παντὸς φόβου καὶ πάσης λιποψυχίας καὶ ἀποθαρρύνσεως. Θὰ διαψευσθοῦν ἴσως καὶ θὰ μείνουν ἀπραγματοποίητοι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς πόθους καὶ τὰ σχέδια τοῦ ἀνθρώπου διὰ τὸ μέλλον. Οὐδέποτε ὅμως θὰ λείψη ἀπό τὴν ψυχὴν τοῦ Χριστιανοῦ ἡ εἰρήνη, τὸ ἀνεκτίμητον αὐτὸ δῶρον τοῦ ἀναστάντος Κυρίου.
    Ὁ χρόνος, ὁ τὰ πάντα δαμάζων καὶ καταβάλλων καὶ μεταστρέφων, θὰ ἀφαιρέση ἴσως τοὺς θησαυροὺς καὶ τάς ἀνέσεις καὶ τὴν ὑγείαν καὶ τὰ προσφιλῆ μας πρόσωπα καὶ ὅ,τι ἄλλο τυχὸν ὁ ἄνθρωπος θεωρεῖ πολύτιμον εἰς τὴν γῆν. Ἕνα μόνον δὲν εἶναι εἰς θέσιν νὰ ἀφαιρέση: τὴν εἰρήνην, τὴν ὁποίαν ὁ κόσμος οὔτε νὰ μάς δώση ἠμπορεῖ, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ μάς στερήση.
    Ἡ δύναμις καὶ ἡ πανουργία τῶν ἐχθρῶν μας δὲν ἠμποροῦν νὰ ἀφαιρέσουν τὴν εἰρήνην. Ἡ πρωχεία καὶ ἡ περιφρόνησις δὲν ἔχουν τὴν δύναμιν νὰ τὴν καταστρέψουν. Ἡ ἀσθένεια καὶ ὁ θάνατος δὲν ἠμποροῦν νὰ τὴν φθείρουν. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὴν εἰρήνην τοῦ Χριστοῦ εἰς τὴν ψυχήν, διατηρεῖ τὴν αὐτὴν γαλήνην καὶ εἰς τὸν κίνδυνον,τὴν αὐτὴν ἠρεμίαν καὶ εἰς τάς δύσκολους περιστάσεις καὶ εἰς κάθε τί τὸ ὁποῖον διὰ τοὺς ἄλλους θὰ ἐγίνετο πηγὴ ταραχῆς καὶ δυστυχίας. 
    Καὶ ὅταν ἀκόμη τὸ μέλλον ἐμφανίζεται ἐνώπιόν μας σκυθρωπὸν καὶ ποικίλοι φόβοι ἔρχωνται νὰ ἀποδιώξουν ἀπό τὴν ψυχὴν τὴν ἐλπίδα καὶ νὰ χύσουν τὸ δηλητήριον τῆς μελαγχολίας καὶ τῆς ἀπελπισίας, ἡ εὐλογία τῆς εἰρήνης θὰ φωτίζη τὸν βίον τοῦ Χριστιανοῦ, ὥστε ὁτιδήποτε καὶ ἂν συναντήση εἰς τὴν πορείαν τῆς ζωῆς του, νὰ μὴ ταράσσεται, νὰ μὴ δειλιᾶ, νὰ μὴ ἀπελπίζεται. Ἀλλά κατέχων τὸν πολύτιμον θησαυρὸν τῆς εἰρήνης τοῦ ἀναστάντος Κυρίου, θὰ ἐνθυμῆται καὶ θὰ πραγματοποιῆ τοὺς λόγους Του: «Μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία μηδὲ δειλιάτω…» «Ἐγώ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰωάν. ιδ’ 27, ις’ 33). Κατὰ συνέπειαν, μαζὶ μὲ τὸν Χριστόν, χάρις εἰς τὴν ἰδικήν Του δύναμιν, καὶ κάθε πιστὸς ὀπαδὸς Του νικᾶ τὸν κόσμον.
    Ὡς ἐκ τούτου οἱ διωγμοὶ καὶ τὰ μαρτύρια δὲν ἠμποροῦν νὰ ἀφαιρέσουν τὴν εἰρήνην ἀπὸ τοὺς Μάρτυρας.  Ἐν μέσω τοῦ πυρὸς τοῦ μαρτυρίου των οἱ Ἅγιοι ἦσαν γαλήνιοι καὶ εἰρηνικοί, ὡσὰν νὰ εὑρίσκοντο «ἐπὶ ὕδατος ἀναπαύσεως». Διότι οἱ διωγμοὶ καὶ τὰ μαρτύρια δὲν ἠμποροῦν νὰ χωρίσουν τὸν πιστὸν ἀπὸ τὸν Χριστόν. Καὶ ἐπειδὴ ὁ ἀληθινὸς Χριστιανὸς εἶναι ἡνωμένος μὲ τὴν πηγὴν τῆς εἰρήνης, τὸν ἀναστάντα Θεόν, ἡ ψυχή του εἶναι πάντοτε πλήρης εἰρήνης.
    Οἱ πόλεμοι καὶ αἱ «ἀκοαί πολέμων», ἐὰν ἀφαιροῦν τὴν εἰρήνην ἀπὸ τὸ πρόσωπον τῆς γῆς καὶ ἐὰν μεταβάλλουν τὰ ἔθνη εἰς ἐχθροὺς ἀσπόνδους μεταξὺ των, ὅμως δὲν ἀφαιροῦν τὴν εἰρήνην καὶ ἀπὸ τὴν ψυχὴν τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανοῦ. Δῶρον οὐράνιον ἡ εἰρήνη, μεταβάλλει τὸν ἄνθρωπον εἰς οὐρανίαν προσωπικότητα, ὥστε καὶ ἐν μέσω τῶν πλέον δυσμενῶν συνθηκῶν καὶ περιστάσεων νὰ ἀπολαμβάνη τὴν «πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν» εἰρήνην, νὰ γίνεται παράγων εἰρήνης εἰς κοινωνίας ἀνθρώπων καὶ νὰ συντελῆ ὥστε ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ νὰ ἐπεκτείνεται ὁλονέν καὶ περισσότερον εἰς τὴν γῆν. Καὶ ὅσον πληθύνονται αἱ τάξεις τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ἔχουν εἰρήνην πρὸς τὸν Θεὸν καὶ εἰρήνην πρὸς τὸν ἑαυτόν των,τόσον γρηγορώτερα θὰ ἔλθη καὶ ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ βασιλεύση ἀπ’ ἄκρου εἰς ἄκρον τῆς γῆς ἡ πολυπόθητος εἰρήνη. Καὶ τότε ὁ ἀναστάσιμος χαιρετισμὸς τοῦ Κυρίου, τὸ ἀνεκτίμητον δῶρον τῆς εἰρήνης δὲν θὰ εἶναι προνόμιον μερικῶν μόνων, ἀλλά θὰ γίνη δῶρον οὐράνιον ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος." ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ.Χριστοφόρου Παπουτσοπούλου «Χριστός ἀναστάς», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).