Α΄Πέτρ. β΄22

Πέμπτη 29  Ἀπριλίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Ὅς ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

"Αὐτός δέν ἔκανε ποτέ ἁμαρτίαν, οὔτε εὑρέθη δόλος ἤ ψεῦδος εἰς τό στόμα του" ( Ἀπό τήν "ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας" τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα)

ΣΧΟΛΙΟ

    "Ἔπειτα ἀπό τάς μανιώδεις κραυγάς καὶ τάς ὕβρεις, ἠρεμία. Ἔπειτα ἀπό τὸ «ἆρον» καὶ τὸ «σταυρωθήτω», σιγή καὶ σιωπή. Καὶ πῶς ὄχι; Ὁ θάνατος ἐφάνη ὅτι κατέπιε τὴν ζωήν. Ὁ τάφος ἐδέχθη τὸν Ζωοδότην. Φύλακες φρουροῦν τὸ νεκρὸν Σῶμα. Σφραγῖδες ἐμποδίζουν τὴν μετακίνησιν τοῦ μεγάλου λίθου. Ἀλλά τί λοιπόν; Ἐνίκησε πράγματι ὁ θάνατος τὴν ζωήν; Ἐκυριάρχησεν ἐπὶ τοῦ φωτὸς τὸ σκότος; Καὶ αἱ ἐλπίδες πού ἐστηρίχθησαν εἰς τὸν Ἰησοῦν; Καὶ αἱ ὑποσχέσεις πού Ἐκεῖνος εἶχε δώσει; Καὶ τὸ «μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι»; Ἀπάτη λοιπὸν καὶ ψεῦδος καὶ οὐτοπία; Ἀλλά, ἄνθρωποι, τί λέγετε; Δὲν ἀκούετε τούς Ἀγγέλους καὶ τάς Μυροφόρους καὶ τοὺς Ἀποστόλους νὰ διαλαλοῦν εἰς Ἀνατολὴν καὶ Δύσιν καὶ εἰς τὸν κόσμον ὁλόκληρον τὸ χαρμόσυνον μήνυμα; Χριστὸς ἀνέστη! Καὶ ὁ κενὸς τοῦ Ἀναστάντος τάφος ἀντιλαλεῖ καὶ βροντοφωνεῖ καὶ ἐπαναλαμβάνει τὴν ἐκπληκτικήν, τὴν προσφιλῆ φωνὴν «Χριστὸς ἀνέστη».
    Χριστὸς ἀνέστη! Εἶναι ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ θρίαμβος καὶ ἐπισφράγισις τῆς ἁγιότητός Του. Ὁ θάνατος εἶναι συνέπεια τῆς ἁμαρτίας. Ὁ θάνατος εἶναι πικρὸς καρπὸς τῆς παρακοῆς. Εἶναι τέκνον τῆς ἀνυποταξίας καὶ τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἀλλ’ εἰς τὸν Ἰησοῦν ἁμαρτία δὲν ὑπῆρξε. Τὸ ἐρώτημά Του «τίς• ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰωάν. η’ 46) ἔμεινε χωρὶς ἀπάντησιν, ὅσοι αἰῶνες καὶ ἂν παρῆλθον ἀπὸ τότε. Τῶν ψευδομαρτύρων αἱ καταθέσεις καὶ τῶν ἀρχιερέων αἱ κατηγορίαι δὲν ἔπεισαν τὸν Πιλᾶτον ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦτο ἔνοχος. «Οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν» (Ἰωάν. ιθ’ 6), διεκήρυξεν ὁ ἀσυγκίνητος ἐκεῖνος Ρωμαῖος ἡγεμώνν. Καὶ ὁ ἑκατόνταρχος «δίκαιον» ἀνεκήρυξε τὸν Ἰησοῦν, ὅταν εἶδε τὸν τρόπον μὲ τὸν ὁποῖον ἤρεμος καὶ πειθαρχικὸς εἰς τὸ θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατρὸς παρέδωκε τὸ πνεῦμα ἐπὶ τοῦ σταυροῦ. Πῶς λοιπὸν νὰ ἔχη ὁ θάνατος ἐξουσίαν καὶ κυριαρχίαν ἐπὶ τοῦ Ἰησοῦ; Αὐτὸς «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Α Πέτρ. β’ 22). Πῶς λοιπὸν νὰ ἀποθάνη;Καὶ ἀφοῦ ἀπέθανε διὰ τάς ἁμαρτίας τάς ἰδικάς μας (Ρωμ. δ’ 25), πῶς νὰ μὴ ἀναστηθῆ τρισένδοξος νικητὴς τοῦ θανάτου; Ὁ θάνατος δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ κρατήση τὸν Ἅγιον τῶν ἁγίων,τὸν ἀκηλίδωτον καὶ ἀναμάρτητον. Ὁ Ἴδιος τὸ εἶχεν εἴπει: «Ἔρχεται ὁ τοῦ κόσμου τούτου ἄρχων καὶ ἐν ἐμοί οὐκ ἔχει οὐδέν» (Ἰωάν. ιδ’ 30). Τίποτε δὲν θὰ εὕρη ὁ κοσμοκράτωρ τοῦ αἰῶνος τούτου τὸ ὁποῖον νὰ δικαιολογῆ τὴν ἐξουσίαν του εἰς ἐμέ. Καὶ λοιπόν, διότι ὑπῆρξε κατὰ πάντα ἀναμάρτητος καὶ Ἅγιος, ὁ Χριστὸς ἀνέστη!
    Χριστὸς ἀνέστη! Καὶ αἱ συκοφαντίαι διελύθησαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἔλαμψε καὶ ἡ δικαιοσύνη ἐθριάμβευσε καὶ τὸ δίκαιον ἀπεδόθη. Τί δὲν εἶπαν ἐναντίον τοῦ Ἰησοῦ μας! Σαμαρείτην τὸν ἀπεκάλεσαν χλευαστικῶς (Ἰωάν. η’ 48). «Δαιμόνιον ἔχει» (Ματθ. ια’ 18), ἔλεγον ἄλλοι. «Οὐκ ἐστι παρὰ Θεοῦ» (Ἰωάν. θ’ 16), ἐδίδασκον οἱ ἀρχιερεῖς. «Φάγον καὶ οἰνοπότην» (Ματθ. ια’ 19) ἀπεκάλουν Ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος «οὐκ εἶχε ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Λουκ. θ’ 58). Λαοπλάνον Τὸν ἐχαρακτήρισαν (Ἰωάν. ζ’ 12). Καὶ Τὸν παρέδωκαν ἐνώπιον τοῦ Πιλάτου κηρύξαντες αὐτὸν ἔνοχον θανάτου, «ὅτι ἑαυτὸν υἱὸν Θεοῦ ἐποίησεν» (Ἰωάν. ιθ’ 7).
    Καὶ ἀπέθανεν ὁ Δίκαιος ἐπί τοῦ σταυροῦ ὡς κακοῦργος. Καὶ ἀπέθανεν ὁ Ἅγιος ὡσὰν νὰ ἦτο ἁμαρτωλός. Καὶ ἔγινεν «ὄνειδος ἀνθρώπων καί ἐξουθένημα λαοῦ» (Ψαλμ. κα’ 7). Ἀλλ’ ἦλθεν ἡ Ἀνάστασις καὶ διέλυσε τὸ ψεῦδος τῆς συκοφαντίας καὶ ἐδικαίωσε τὸν Δίκαιον καὶ ἐδόξασε τὸν ἀθῶον. Καὶ ἡ φωνὴ αὐτὴ τοῦ θριάμβου «Χριστὸς ἀνέστη» παρηγορεῖ κάθε ἀδικούμενον καὶ ἐμψυχώνει κάθε καταδιωκόμενον καὶ ἐμβάλλει θάρρος καὶ πεποίθησιν ὅτι τὸ ψεῦδος καὶ ἡ συκοφαντία καὶ ἡ ἀδικία πρὸς καιρὸν ὥρας ἠμποροῦν νὰ ἐπικρατοῦν. Ἀργὰ ἤ γρήγορα ὁλόφωτος ὁ ἥλιος τῆς ἀληθείας θὰ λάμψη καὶ τὸ δίκαιον θὰ θριαμβεύση, ὅπως θριαμβευτὴς αἰώνιος καὶ ἀκατάβλητος ἐξῆλθεν ἐκ τοῦ τάφου Του ὁ ἀναστάς Κύριος.
    Χριστὸς ἀνέστη! Ἀλλ’ ἐκτός τούτου, αὐτὸς ποὺ κατετέθη ὡς νεκρὸς εἰς τὸ μνῆμα τοῦ Ἰωσὴφ δὲν εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πολλοὺς θνητούς. Εἶναι ὁ ἀθάνατος Λόγος, ὁ Ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς. «Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν», θεολογεῖ ὁ μαθητὴς τῆς ἀγάπης, ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης (Ἰωάν. α’ 4). Εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς. Δὲν ἤρχισε νὰ ζῆ εἰς ὡρισμένον χρόνον, ἀλλ’ ὑπάρχει πρὸ πάντων τῶν αἰώνων, συνάναρχος μὲ τὸν ἄναρχον Πατέρα καὶ τὸ συναῒδιον Πνεῦμα. Ἔχει τὴν δύναμιν ὄχι ἁπλῶς τὸ νεκρωθὲν σῶμα Του νὰ ἀναστήση, ἀλλά καὶ ὅλους τούς ἀπ’ αἰῶνος νεκροὺς νὰ ζωοποιήση, ὅπως καὶ θὰ τὸ πράξη, ὅταν θὰ ἔλθη καὶ πάλιν εἰς τὴν γῆν «κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς». Τὸ εἶπεν ὁ Ἴδιος προτοῦ ἀποθάνη: «Ἔρχεται ὥρα ἐν ἧ πάντες οἱ ἐν τοῖς μνημείοις ἀκούσονται τῆς φωνῆς αὐτοῦ, καὶ ἐκπορεύσονται οἱ τὰ ἀγαθὰ ποιήσαντες εἰς ἀνάστασιν ζωῆς, οἱ δὲ τὰ φαῦλα πράξαντες εἰς ἀνάστασιν κρίσεως» (Ἰωάν. ε’ 28-29). Ἰδιαιτέρως δὲ ἐβεβαίωσε τούς μαθητάς Του «ὅτι ἐγώ ζῶ καὶ ὑμεῖς ζήσεσθε» (Ἰωάν. ιδ’ 19). Ὅπως ἐγώ, ἂν καὶ θὰ ἀποθάνω μετ’ ὀλίγον, ὅμως θὰ ζῶ, μετὰ τρεῖς δὲ ἡμέρας καὶ θὰ ἀναστηθῶ, ἔτσι καὶ σεῖς θὰ ἀποθάνετε μέν, ἀλλὰ θὰ ἀναστηθῆτε, διὰ νὰ ζῆτε αἰωνίως. Καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος  ἐπαναλαμβάνων τὴν μεγάλην αὐτὴν ἀλήθειαν βεβαιώνει τοὺς Χριστιανοὺς ὅτι ὁ ἀναστάς Κύριος θὰ ζωοποιήση τοὺς νεκροὺς καὶ θὰ ἀναστήση τὰ θνητὰ σώματά μας. Δι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάζει τὸν Κύριον «ἀπαρχήν τῶν κεκοιμημένων» καὶ «πρωτότοκον ἐκ τῶν νεκρῶν» (Α΄ Κορινθ. ιε’ 20, Κολασ. α’ 18), διὰ νὰ μᾶς βεβαιώση τὴν λίαν παρήγορον ἀλήθειαν, ὅτι θὰ ἀναστηθῶμεν καὶ ἡμεῖς καὶ «οὕτω πάντοτε σὺν Κυρίω ἐσόμεθα» (Α΄Θεσ. δ’18).
    Λοιπόν, ἀδελφοί, «χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε» (Ματθ. ε’ 12). Τὴν ἀλήθειαν καὶ τὸ δίκαιον καὶ τὴν ζωὴν οὔτε τὸ ψεῦδος οὔτε ἡ ἀδικία οὔτε ὁ θάνατος ἠμποροῦν νὰ στραγγαλίσουν καὶ ἐξαφανίσουν. Μᾶς τὸ ἐγγυᾶται ἡ τριήμερος Ἀνάστασις τοῦ Θεανθρώπου Λυτρωτοῦ. Μᾶς τὸ βεβαιώνει ἡ θριαμβευτικὴ βεβαίωσίς Του: «Ἰδοὺ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη’ 20). Μᾶς τὸ ἐμπνέει ἡ ἀναστάσιμος εὐλογία Του. «Χαίρετε», «εἰρήνη ὑμῖν» (Ματθ. κη’ 9, Ἰωάν. κ’ 19).
    Ἰδοὺ διατὶ μὲ τόνον θριαμβευτικὸν οἱ Χριστιανοὶ ὡς νικηταὶ μαζὶ μὲ τὸν αἰώνιον Νικητὴν ἀναφωνοῦν: Χριστός ἀνέστη!   ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ.Χριστοφόρου Παπουτσοπούλου «Χριστός ἀναστάς», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).