Κυριακή 2 Μαῒου 2010
ΚΕΙΜΕΝΟ
"Ὅς δι’ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον. λέγει πρὸς αὐτὸν ἡ γυνή· Κύριε, δός μοι τοῦτο τὸ ὕδωρ, ἵνα μὴ διψῶ μηδὲ ἔρχωμαι ἐνθάδε ἀντλεῖν"
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
"Ἐκεῖνος ὅμως, πού θά πίῃ ἀπό τό νερό, τό ὁποῖον θά τοῦ δώσω ἐγώ, θά μεταβληθῇ μέσα του εἰς πηγήν νεροῦ, πού δέν θά στειρεύῃ, ἀλλά θά ἀναβλύζῃ καί θά πηδᾶ καί θά τρέχῃ πάντοτε, διά νά τοῦ παρέχῃ ζωήν αἰώνιον.Λέγει τότε πρός αὐτόν ἡ γυναῖκα· Κύριε, δός μου τό νερό αὐτό, διά νά μή διψῶ καί διά νά μή ὑποβάλλωμαι εἰς τόσον κόπον τοῦ νά ἔρχωμαι ἐδῶ διά νά βγάζω νερό ἀπό τό πηγάδι" ( Ἀπό τήν "ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας" τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα", ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")
ΣΧΟΛΙΟ
"Ὁ Κύριός μας φθάνει κατάκοπος μέσα στὸ καταμεσήμερο κοντὰ στὴν πόλι τῆς Σαμαρείας Συχάρ. Κάθεται μόνος του πλάϊ στὸ πηγάδι τοῦ Ἰακώβ. Σὲ λίγο πλησιάζει ἐκεῖ μιὰ γυναίκα Σαμαρείτιδα μὲ τὴν στάμνα της γιὰ νὰ πάρῃ νερό. Ὅμως ξαφνιάζεται ὅταν ἀκούῃ τὸν Κύριο, ποὺ φαινόταν ὅτι ἦταν Ἰουδαῖος νὰ ζητῇ ἀπὸ αὐτήν, μιὰ Σαμαρείτιδα, λίγο νερὸ νὰ πιῇ. Γιατί λοιπὸν ὁ Κύριος τῆς ζητεῖ νερό; Ἀσφαλῶς ὁ Κύριος, ἐφ’ ὅσον εἶναι καὶ τέλειος ἄνθρωπος, μετὰ ἀπὸ τόση ὁδοιπορία ἦταν πολὺ λογικὸ νὰ διψᾷ. Ὅμως ταυτόχρονα ἀξιοποιεῖ τὸ φυσικὸ αὐτὸ αἴσθημα τῆς δίψας ὡς ἀφορμὴ γιὰ νὰ διαλεχθῇ μὲ τὴν Σαμαρείτιδα. Ἔτσι ὁ Κύριος ἀρχίζει μία συζήτησι ἀπὸ κάτι φυσικὸ καὶ τὴν ἀνάγει βαθμιαῖα σὲ ἀποκάλυψι μεγάλων ἀληθειῶν. Κι ἐνῶ ὁ καρδιογνώστης Κύριος γνωρίζει ὅτι ἡ Σαμαρείτιδα, χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνῃ ἡ ἴδια, διψᾷ μὲ δίψα ἱερή, πνευματικὴ καὶ ἀσίγαστη, παίρνει ὁ Ἴδιος τὴν θέσι αὐτοῦ ποὺ διψᾷ, καὶ ζητεῖ τὸ φυσικὸ νερό, διότι θέλει νὰ τῆς προσφέρῃ κάτι ἀσυγκρίτως ἀνώτερο, τὸ πνευματικὸ νερό, «τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν». Ταπεινώνεται ὁ Ἴδιος, γιὰ νὰ ἀνοίξῃ δίοδο ἐπικοινωνίας, γιὰ νὰ ξεκλειδώσῃ τὴν καρδιά της, νὰ τὴν φωτίσῃ καὶ νὰ τὴν ἐλεήσῃ. Καὶ μᾶς διδάσκει ἔτσι ὁ Κύριος, ὅταν κι ἐμεῖς θέλουμε νὰ βοηθήσουμε γύρω μας ψυχὲς ποὺ διψοῦν γιὰ «τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν», νὰ ταπεινωνώμαστε, νὰ βρίσκουμε σημεῖα ἐπαφῆς καὶ νὰ ἐπικοινωνοῦμε γιὰ νὰ διακονοῦμε τοὺς ἄλλους, καὶ ἔτσι νὰ τοὺς βοηθοῦμε καὶ νὰ τοὺς ὠφελοῦμε.
Μέσα λοιπὸν ἀπὸ ἕνα πολὺ φυσικὸ διάλογο, ὁ Κύριος ἀποκαλύπτει ὅτι Αὐτὸς εἶναι ποὺ μπορεῖ νὰ προσφέρῃ «τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν». Ποιὸ ὅμως εἶναι αὐτὸ «τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν»; «Ὕδωρ ζῶν» εἶναι ἡ Χάρις τοῦ ἁγίου Θεοῦ, ἡ ὁποία, ὅταν γεμίσῃ τὴν ψυχή μας, μᾶς ξεδιψᾷ αἰωνίως. Ἡ Χάρις αὐτὴ εἶναι ὁ ἀστείρευτος ποταμὸς ποὺ ἐκπηγάζει ἀπὸ τὸν οὐράνιο θρόνο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ζωογόνος δύναμις ποὺ ἱκανοποιεῖ ὅλους τοὺς πόθους καὶ τὶς ἀνάγκες τῆς καρδιᾶς μας. Μεταγγίζεται στὸν καθένα μας μὲ τὰ ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ τὸ νερὸ τῆς θείας Χάριτος μᾶς καθαρίζει ἀπὸ κάθε ρύπο τῆς ἁμαρτίας. Σβήνει μέσα μας τὴν φλόγα τῶν παθῶν. Θεραπεύει τὴν ξηρότητα καὶ ἀκαρπία τῆς ψυχῆς μας. Μᾶς πλουτίζει μὲ θεῖα χαρίσματα καὶ ἀρετές. Ἱκανοποιεῖ τὴν ψυχή μας, ξεδιψᾷ τὴν ἀκατάσχετη πνευματική της δίψα, ἀόρατα καὶ μυστικά.
Ὁ Κύριος, πρὶν προσφέρῃ στὴν γυναῖκα «τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν», τῆς ζητεῖ νὰ φωνάξῃ τὸν ἄνδρα της. Διότι θέλει, πρὶν τῆς προσφέρῃ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, νὰ τὴν ὁδηγήσῃ σὲ συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός της, σὲ συντριβὴ καὶ μετάνοια. Ἀποκαλύπτει τὶς κρυφὲς πλευρὲς τῆς ζωῆς της, ξεσκεπάζει τὸν ἄστατο ψυχικὸ κόσμο της, γιὰ νὰ τὴν διορθώσῃ. Διεισδύει στὰ βάθη τῆς συνειδήσεώς της, γιὰ νὰ προκαλέσῃ τὴν μετάνοιά της. Ἔπρεπε πρῶτα νὰ ἀφυπνισθῇ ἡ συνείδησί της, νὰ διανοιχθῇ τὸ κρυμμένο ἀπόστημα τῆς ἁμαρτίας. Τότε μόνον ἡ Σαμαρείτιδα θὰ μποροῦσε νὰ ὠφεληθῇ ἀπὸ τὸ φάρμακο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι λοιπὸν ζητοῦν τὰ ὕδατα τῆς Χάριτος, πρέπει νὰ γνωρίζουν ὅτι οἱ πρῶτες σταγόνες τῶν ὑδάτων αὐτῶν εἶναι τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας.
Ἡ ὅλη συζήτησι δίνει τὴν ἀφορμὴ στὸν Κύριο νὰ ἀποκαλύψῃ ὕψιστες ἀλήθειες γιὰ τὸ θέμα τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ. Δὲν ὑπάρχουν ἀποκλειστικοὶ τόποι λατρείας τοῦ Θεοῦ, λέγει ὁ Κύριος. Τὸν Θεὸ πρέπει νὰ Τὸν λατρεύουμε «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ». Τί ὅμως σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ὅτι τὸν Θεὸ δὲν Τὸν λατρεύουμε τόσο μὲ ἐξωτερικοὺς τύπους ἀλλὰ κυρίως μὲ ἐσωτερικὴ καῦσι τῆς καρδιᾶς μας. Βέβαια ὁ Χριστὸς δὲν ἀποδοκιμάζει καὶ τὴν ἐξωτερικὴ λατρεία. Ὁ ἄνθρωπος, ἐφ’ ὅσον εἶναι ψυχοσωματικὴ ὀντότητα, λατρεύει τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴν ψυχή του καὶ μὲ τὸ σῶμα του. Διότι λατρεία εἶναι ἡ προσφορὰ στὸν Θεὸ ὅλης τῆς ὑπάρξεώς μας. Οἱ ἐξωτερικὲς ἐκδηλώσεις λατρείας εἶναι κι αὐτὲς ἀναγκαῖες. Θὰ πρέπει ὅμως νὰ μὴν εἶναι τυπικὲς ἢ ὑποκριτικές, ἀλλὰ νὰ ἀποτελοῦν ἀπαύγασμα τῆς ἐσωτερικῆς φλόγας τῆς καρδιᾶς μας. Νὰ ἀποκαλύπτουν τὴν μυστικὴ λατρεία, ποὺ τελεῖται μέσα στὸ μυστικὸ θυσιαστήριο τῆς ψυχῆς μας. Νὰ λατρεύουμε δηλαδὴ τὸν Θεὸ μὲ θερμότητα ἐσωτερική, μὲ συμμετοχὴ ὅλων τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς μας.
Ὅλα νὰ εἶναι δοσμένα στὴν λατρεία τοῦ ἁγίου Θεοῦ. Ἡ συνείδησί μας νὰ ἀφυπνίζεται μπροστὰ
στὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ, ἡ διάνοιά μας νὰ ἀπορροφᾶται ἀπὸ τὶς θεῖες ἀλήθειες, ἡ φαντασία μας νὰ σαγηνεύεται ἀπὸ τὴν θεία του ὡραιότητα, ἡ καρδιά μας νὰ αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη του, ἡ θέλησί μας νὰ ὑποτάσσεται πλήρως στὸ θεῖο του θέλημα. Τότε ὁ Θεὸς θὰ δέχεται τὴν λατρεία μας ὡς «ὀσμὴν εὐωδίας πνευματικῆς» καὶ θὰ μᾶς ἀξιώνῃ νὰ γινώμαστε κι ἐμεῖς ἐπίγειοι ἄγγελοι καὶ οὐράνιοι ἄνθρωποι, κοινωνοὶ θείας φύσεως." (Ἀπό τό περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ", τόμος 2007)