Λουκά κδ’ 51

Τρίτη 4 Μαῒου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ᾿ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

"Καί συνέβη, ἐνῶ αὐτός τούς ηὐλόγει, ἐχωρίσθη καί ἀπεμακρύνθη ἀπό αὐτούς καί ἐφέρετο πρός τά ἐπάνω, πρός τόν οὐρανόν" ( Ἀπό τήν "ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας" τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα" , ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")

ΣΧΟΛΙΟ

     "Ἦτο ἀδύνατον νὰ τὸ φαντασθοῦν ἐκ τῶν προτέρων αὐτὸ ποὺ εἶδαν νὰ γίνεται τὴν στιγμὴν τῆς Ἀναλήψε¬ως οἱ ἅγιοι τοῦ Κυρίου Ἀπόστολοι. Ἐπί τεσσαράκοντα ἡμέρας ἔβλεπαν τὸν ἀναστάντα Διδάσκαλόν των νὰ ἐμφανίζεται ἐνώπιον των. Πολλὰ ἀπό ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἕως τότε δὲν τὰ κατενόουν, κατὰ τὴν περίοδον ἐκείνην «διήνοιξεν αὐτῶν τὸν νοῦν», ὥστε νὰ τὰ ἐννοήσουν καὶ ἀντιληφθοῦν τὴν βαθυτέραν σημασίαν των. Καὶ οἱ ἴδιοι ἄλλως τε ἐρωτοῦσαν, μὲ προσοχὴν δὲ ἤκουον τάς ἀπαντήσεις τοῦ Διδασκάλου των.
      Ἀλλ’ ἰδοὺ τώρα, τὴν τεσσαρακοστὴν ἀπό της Ἀναστάσεως ἡμέραν, «ἐξήγαγεν αὐτοὺς ἔξω ἕως εἰς Βηθανίαν» (Λουκ. κδ’ 50). Θὰ ἐνόμισαν ἴσως οἱ μαθηταὶ ὅτι ὅπως καὶ πρὸ οῦ Πάθους, ἔτσι καὶ τώρα θὰ ἐφιλοξενοῦντο εἰς τὴν γνωστὴν οἰκογένειαν τοῦ Λαζάρου καὶ τῶν ἀδελφῶν του.
      Ἀλλ’ ὄχι. Ἡ ἡμέρα ἐκείνη ἐπρόκειτο νὰ παραμείνη ἀνεξάλειπτος εἰς τὴν μνήμην των. Ἦτο ἡ ἡμέρα τοῦ χωρισμοῦ. Ὁ Κύριος «τὴν ὑπὲρ ἡμῶν πληρώσας οἰκονομίαν καὶ τὰ ἐπί γῆς ἑνώσας τοῖς οὐρανίοις», ἀφοῦ δηλαδὴ ἐξεπλήρωσε τελείως τὸ σχέδιον τῆς θείας πανσοφίας καὶ ἀγαθότητος διὰ τὴν σωτηρίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ ἀφοῦ συνήνωσε τὴν γῆν μὲ τὸν οὐρανόν, ἐπρόκειτο νὰ ἀναληφθῆ εἰς τὸν οὐρανόν καὶ νὰ καθήση ὡς Θεάνθρωπος πλέον εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ οὐρανίου Πατρός Του, ὁπόθεν ὡς Υἱὸς συνάναρχος οὐδέποτε ἐχωρίσθη. Καὶ ἰδοὺ λοιπὸν ὁ Κύριος. Ἀφοῦ ἔδωσε καὶ τάς τελευταίας συμβουλάς καὶ ὑποθήκας πρὸς τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, ἀφοῦ τοὺς προανήγγειλε ὅτι ἔπειτα ἀπὸ ὀλίγας ἡμέρας θὰ ἐλάμβαναν «δύναμιν ἐξ ὕψους», τὴν φωτιστικὴν καὶ ἁγιαστικὴν χάριν δηλαδὴ καὶ τὴν ἀκαταγώνιστον δύναμιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, «ἐπάρας τάς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτούς». Ἐσήκωσε τὰ χέρια Του καὶ τοὺς εὐλόγησε. Κάτι παρόμοιον εἶχε κάμει πρὸ χιλιάδων ἐτῶν καὶ ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ὅταν προτοῦ ἀποθάνη, εὐλόγησε τοὺς ἀπογόνους του. Τὸ ἴδιον αὐτὸ ἔκαμε καὶ ὁ ἔνδοξος προφήτης Μωὑσῆς, ὁ ἀρχηγὸς τοῦ περιουσίου λαοῦ. Αὐτὸ ἔκαμνε καὶ ὁ ἀρχιερεύς τῶν Ἰουδαίων κατὰ διαταγὴν τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ μεταδίδη εἰς τὸν λαὸν τὴν παρὰ τοῦ Θεοῦ ζύλογιαν (Λευἱτ. θ’ 22). Ἀλλ’ ἐδῶ τώρα δὲν εἶναι κανεὶς ὅμοιος μὲ αὐτούς. Εἶναι ὁ μέγας, ὁ αἰώνιος, ὁ ἀδιάδοχος Ἀρχιερεύς, ὁ ὁποῖος διὰ τῆς λυτρωτικῆς θυσίας Του συνεφιλίωσε τὴν ἔνοχον ἀνθρωπότητα μὲ τὸν δίκαιον καὶ ἅγιον Θεόν. Εἶναι ὁ μέγας Ἀρχιερεύς, ὁ ὁποῖος διήνοιξε τοὺς οὐρανοὺς καὶ κατέστησε βατὴν τὴν ὁδόν ἡ ὁποία ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν γῆν τῆς ἐξορίας, ἀπὸ τὴν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος, εἰς τὴν οὐρανίαν, τὴν μόνιμον, τὴν πανευτυχῆ πατρίδα μας, τὸν Οὐρανόν.
      Καὶ ὁ Ἰησοῦς τώρα ἐκεῖ κατευθύνεται. Διότι «ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ’ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν». Σκηνὴ μοναδική, θείου καὶ οὐρανίου μεγαλείου. Βλέπουν ἔκθαμβοι οἱ μαθηταὶ τὸν Διδάσκαλόν των νὰ χωρίζεται ἀπὸ αὐτούς, νὰ ὑψώνεται ἀπὸ τὸ ἔδαφος καὶ νὰ ἀναβαίνη εἰς τὸν οὐρανόν. Τὰ πανάγια χέρια, ποὺ ἔφεραν ἀκόμη «τὸν τύπον τῶν ἥλων», ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι ἐκτεταμένα εἰς εὐλογίαν. Καὶ μὲ τὴν στάσιν αὐτὴν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ εὐλογοῦντος οἱ μαθηταὶ Τὸν παρηκολούθουν ἀναλαμβανόμενον, ἕως ὅτου «νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτὸν ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν» (Πράξ. α’ 9). Τὸν ἔκρυψεν ἀπό τὰ μάτια των.
      Ποὶα ὑπέροχος σκηνή! Εὐλογῶν τούς μαθητάς Του, εὐλογῶν τὴν Ἐκκλησίαν Του, εὐλογῶν τούς πιστοὺς ὀπα¬δούς Του, εὐλογῶν τὴν γῆν ὁλόκληρον ἀναβαίνει ἐκ τῆς γῆς πρὸς τὸν οὐρανόν. Ὁ χωρισμὸς τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τὴν γῆν ἔγινε κατὰ τρόπον ποὺ ἐκδηλώνει τὰ τρυφερὰ αἰσθήματα τοῦ Θεανθρώπου πρὸς τοὺς κατοίκους της. Δὲν ἔφυγεν ὠργισμένος διὰ τὴν σκληροκαρδίαν μας. Δὲν ἀνελήφθη ἀπογοητευμένος διὰ τὴν ἀδιαφορίαν μας. Μὲ τὸ στόμα Του μᾶς ἐβεβαίωσεν ὅτι εἶναι μαζί μας, μαζὶ μὲ τοὺς πιστοὺς ὀπαδούς Του, «πᾶάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη’ 20). Μὲ τάς χεῖρας Του ἐξακολουθεῖ νὰ μᾶς εὐλογῆ ἀπό τὸν οὐράνιον θρόνον Του. Καὶ ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τοῦ Πατρὸς Του εὑρισκόμενος, δὲν παύει νὰ μεσιτεύη ὑπὲρ ἡμῶν καὶ ὡς  Ἀρχιερεύς αἰώνιος νὰ προσφέρη ἀναιμάκτως τὴν σωτήριον θυσίαν τοῦ σταυροῦ Του.
     Ποῖον θάρρος, ποὶαν ἐλπίδα μας παρέχει τὸ γεγονὸς ὅτι εὐλογῶν τούς μαθητάς, τὴν Ἐκκλησίαν, τὴν γῆν ὁλόκληρον ἀνελήφθη ὁ Κύριος εἰς τὸν οὐρανόν! Ὤ, δὲν εἶναι λοιπὸν μακρὰν ἀπό ἡμᾶς. Κοντά μας εἶναι. Εἰς τὸ πλευρόν μας εὑρίσκεται. Μὲ στοργὴν ἀπέραντον μᾶς περιβάλλει. Μᾶς παρακολουθεῖ. Μᾶς βλέπει. Μᾶς ἀκούει. Γνωρίζει τοὺς πόνους μας καὶ τάς ἀνάγκας μας, τοὺς κινδύνους καὶ τάς θλίψεις μας. Καὶ μᾶς εὐλογεῖ. Μᾶς εὐλογεῖ συνεχῶς, διὰ νὰ ἠμποροῦμεν νὰ ἀντεπεξερχώμεθα εἰς ὅλα τὰ δεινά, εἰς ὅλας τάς δυσκολίας ποὺ συναντῶμεν εἰς τὴν ἐπίγειον ζωήν μας.
    Ἄς μᾶς λειώνη ὁ πόνος. Ἄς θολώνουν τὰ μάτια μας ἀπὸ τοὺς ποταμοὺς τῶν δακρύων. Ἄς διαπερᾶ καὶ ἂς  ξεσχίζη τὴν καρδίαν μας ἡ ρομφαία τῶν θλίψεων. Ὅλα αὐτὰ γίνονται κάτω ἀπὸ τὴν εὐλογίαν τοῦ Ἰησοῦ! Τί θαυμαστόν! Τί παράδοξον!
Χριστιανοί, διατὶ ἀθυμεῖτε; Ὁ Χριστὸς δὲν μάς ἔχει λησμονήσει. Ἀνελήφθη ἀφ’ ἡμῶν εἰς τοὺς οὐρανοὺς μὲ τάς χεῖρας Του ὑψωμένας εἰς εὐλογίαν. Τὴν θείαν Του εὐλογίαν ἄς ζητῶμεν πάντοτε, μὲ τὴν βεβαίαν ἐλπίδα ὅτι καὶ ἡμᾶς θὰ μᾶς παραλάβη ἐκεῖ ὅπου «πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν εἰσῆλθεν (Ἑβρ. ς’ 20), διὰ νὰ μᾶς καταστήση μετόχους καὶ κληρονόμους αἰωνίου δόξης καὶ μακαριότητος. Διὰ νὰ μᾶς μεταδώση τὰ ἀνέκφραστα ἀγαθά της θείας Του εὐλογίας" (Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ. Χριστοφ.Παπουτσοπούλου "Χριστός ἀναστάς", ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ").