Ψαλμ. κγ’ 7

Παρασκευή 7 Μαῒου  2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

"Καί τώρα πού πρόκειται ἡ κιβωτός τοῦ Θεοῦ νά εἰσαχθῇ εἰς τόν ναόν, ἀνοίξατε τάς πύλας, ὤ ἄρχοντες, πού τάς κρατεῖτε ἀπό μέσα κλεισμένας. Καί σεῖς ὦ πύλαι, πού δέν πρόκειται νά καταλυθῆτε ποτέ, πλατύνθητε καί γίνετε ὑψηλότεραι ἀπό ὅ,τι εἶσθε, διά νά εἰσέλθη ἐν τῷ ναῷ ὁ βασιλεύς τῆς δόξης" ( Ἀπό τήν "ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας", τ. 10ος, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")

ΣΧΟΛΙΟ

    "Τὁ ἰσραηλιτικὸν ἔθνος ἐπανηγύριζε. Ἡ Ἱερουσαλὴμ εἶχε προσλάβει ὄψιν ἑορταστικήν. Ὁ λαός, προεξάρχοντος τοῦ βασιλέως Δαβίδ, ἐσκίρτα ἀπὸ ἀγαλλίασιν. Ἡ Κιβωτὸς τῆς Διαθήκης, τὸ αἰσθητόν αὐτὸ καὶ ὁρατόν σύμβολον της παρουσίας τοῦ Θεοῦ ἐν μέσῳ τοῦ περιουσίου λαοῦ, μετεφέρετο εἰς τὴν Σιών,τὴν ἔνδοξον πρωτεύουσαν τοῦ ἔθνους, διὰ νὰ ἀποτεθῆ εἰς τὴν σκηνὴν ἡ ὁποία εἶχε στηθῆ ἀπὸ τὸν βασιλέα Δαβὶδ ἐπὶ τοῦ ὄρους Σιών. Ἡ ὅλη τελετὴ ἦτο κατ’ ἐξοχὴν πανηγυρικὴ καὶ μεγαλοπρεπὴς καὶ ἐξαιρετικῶς χαρμόσυνος, τόσον ἀπὸ θρησκευτικῆς ὅσον καὶ ἀπὸ ἐθνικῆς ἀπόψεως. Ἑπτὰ χοροὶ ἱερέων ἐκράτουν ἐκ περιτροπῆς τὴν ἱεράν Κιβωτόν. Ὁ βασιλεὺς Δαβίδ, ἐνδεδυμένος πολυτελῆ στολήν, προεπορεύετο. Ἠκολούθουν ἑβδομήκοντα χιλιάδες νέων Ἰσραηλιτῶν. Καὶ κατόπιν αὐτῶν ἤρχετο ὁ ὑπόλοιπος λαός. Ἡ ὅλη πομπὴ εἶχε φθάσει πρὸ τῶν πυλῶν τοῦ φρουρίου, τοῦ ὁποίου αἱ πύλαι ἦσαν κλεισμέναι. Οἱ ἱερεῖς ἔξωθεν ζητοῦν τότε ἀπό τούς ἐντὸς τοῦ φρουρίου συναδέλφους των νὰ ἀνοίξουν τάς θύρας, διὰ νὰ εἰσέλθη ὁ ἐπί τῆς Κιβωτοῦ ἐπαναπαυόμενος Κύριος. «Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καί εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης». Ἀνοίξατε τάς αἰωνίους πύλας, αἱ ὁποῖαι δὲν πρόκειται νὰ καταλυθοῦν ποτέ, σεῖς ποὺ τάς κρατεῖτε κλεισμένας, διὰ νὰ εἰσέλθη ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης. Οἱ ἱερεῖς πού εὑρίσκοντο ἐντὸς ἐρωτοῦν: «Τὶς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;» Καὶ λαμβάνουν τὴν ἀπάντησιν: Εἶναι ὁ κραταιὸς καὶ δυνατός, ὁ ἀνίκητος εἰς τοὺς πολέμους, ὁ Κύριος καὶ βασιλεὺς τῶν ἀγγελικῶν στρατιῶν, τῶν ἀσωμάτων οὐρανίων δυνάμεων.
 «Ἄρατε πύλας…»
    Τύπος ἦσαν ἐκεῖνα καὶ σκιά, σύμβολα καὶ προεικονίσεις. Διότι ἔπειτα ἀπὸ αἰῶνας, γεγονὸς ἀσυγκρίτως σπουδαιότερον καὶ συγκλονιστικώτερον τοῦ παλαιοῦ ἐκείνου ἐπραγματοποιεῖτο. Ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος «ἔκλινεν οὐρανοὺς καὶ κατέβη», ἀνέρχεται τώρα πάλιν μαζὶ μὲ τὸ ἀνθρώπινον σῶμα Του εἰς αὐτούς. Οἱ ἄγγελοι ποὺ διηκόνησαν εἰς τὸ μυστήριον τῆς ἐνσάρκου  οἰκονομίας καὶ ὑπηρέτησαν τὸν Κύριον εἰς τὸ ἔργον τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, αὐτοὶ Τὸν συνοδεύουν καὶ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς ἐνδόξου Ἀναλήψεώς Του καὶ ἀναφωνοῦν πρὸς τάς ἀνωτέρας οὐρανίας δυνάμεις, αἱ ὁποῖαι φρουροῦν τάς πύλας τοῦ οὐρανοῦ: «Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης». Δὲν εἰσέρχεται ἡ σκιώδης κιβωτός, ἀλλ’ αὐτὸς οὖτος ὁ πανίσχυρος καὶ παντοκράτωρ Βασιλεύς. Δὲν εἶναι ὁ τύπος καὶ τὸ σύμβολον, ἀλλ’ εἶναι αὐτὴ αὕτη ἡ πραγματικότης.
       Ἀποροῦν καὶ ἐκπλήττονται οἱ ἀρχάγγελοι καὶ οἱ ταξιάρχαι τῶν ἄνω δυνάμεων. «Τὶς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;» Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ μὲ σῶμα ἀνθρώπινον ἔρχεται νὰ διαπεράση τάς πύλας τοῦ οὐρανοῦ καὶ νὰ εἰσέλθη εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ οὐρανίου παραπετάσματος; Ὢ ἀδελφέ μου, μὴ ἀπορῆς. Τὸ μυστήριον τῆς διὰ τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέγει ὅτι ἦτο «ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῷ». Καὶ ἐφυλάσσετο κρυμμένον, «ἵνα γνωρισθῆ νῦν ταῖς ἀρχαῖς καί ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφεσ. γ’ 9-10). Καὶ πῶς λοιπὸν νὰ μὴ ἐκπλήττωνται αἱ οὐράνιαι δυνάμεις, ὅταν βλέπουν τὸν Κύριον νὰ ἀναλαμβάνεται μὲ τὸ θεωθὲν πλέον καὶ ἔνδοξον καὶ ἄφθαρτον ἀνθρώπινον σῶμα Του, διὰ νὰ καθήση «ἐν δεξιᾷ τῆς μεγαλωσύνης ἐν ὑψηλοῖς»; (Ἑβρ. α’ 3).
 «Ἄρατε πύλας…»
     Ἀλλά ποὶα συγκατάβασις, ποὶα συγκλονιστικὴ ἐκδήλωσις ἀγάπης! Αὐτὸς ποὺ ἔνδοξος διεπέρασε τάς οὐρανίους πύλας καὶ ὡς Θεὸς παντοκράτωρ ἐξουσιάζει οὐρανόν καὶ γῆν, ἀπευθύνει Αὐτὸς τώρα πλέον τὴν προτροπὴν καὶ ζητεῖ νὰ Τοῦ ἀνοίξουν κάποιοι ἄλλοι τάς πύλας των. Καταδέχεται Αὐτός, εἰς τὸν ὁποῖον ἀνήκει τὸ σύμπαν ὁλόκληρον, νὰ κρούη τὴν θύραν τῆς ψυχῆς μας, διὰ νὰ Τοῦ ἀνοιχθῆ. Σὲ ἔκαμα ἄρχοντα, μᾶς λέγει. Σοῦ ἔδωσα τὸ πολύτιμον δῶρον τῆς ἐλευθέρας θελήσεως. Σὺ ἐξουσιάζεις τὸ μέλλον σου, σὺ κανονίζεις τὴν μελλοντικήν σου κατάστασιν. «Ἰδοὺ ἔστηκα ἐπί τὴν θύραν καὶ κρούω» (Ἀποκ. γ’ 20).
«Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν». Ἀνοίξατε διάπλατα τάς θύρας τῆς ψυχῆς σας, διὰ νὰ εἰσέλθω καὶ νὰ κατοικήσω εἰς αὐτήν. Εἶμαι ὁ κραταιὸς καὶ δυνατός. Ἐὰν μοῦ ἀνοίξετε νὰ εἰσέλθω,ἐγώ θὰ σᾶς ἐνισχύω καὶ θὰ σάς ἐνδυναμώνω εἰς τοὺς πνευματικούς σας ἀγῶνας. Ἐγώ θὰ σάς στηρίζω εἰς τάς ὥρας τῆς ἀδυναμίας σας. Ἐγώ θὰ σᾶς παρηγορῶ εἰς τοὺς πόνους καὶ τάς θλίψεις σας. Εἶμαι ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης. Ἐγώ θὰ σᾶς δοξάζω καὶ θὰ σᾶς τιμῶ μὲ δόξαν καὶ τιμὴν οὐρανίαν. Ἐγώ θὰ σᾶς χαρίζω χαρὰν καὶ εἰρήνην ἀπερίγραπτον. Τί περιμένετε διστακτικοί; Τί ἀναβάλλετε; «Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν», καὶ εἰσελεύσομαι ἐγώ, «ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης».
    Κύριε, τόση λοιπὸν εἶναι ἡ ἀγαθότης Σου; Τόση ἡ ἀγάπη Σου; Διὰ νὰ μὲ δοξάσης καὶ νὰ μὲ κάμης εὐτυχῆ καί μακάριον, μοῦ ζητεῖς νὰ Σοῦ ἀνοίξω τὴν θύραν τῆς ψυχῆς μου, καθ’ ὅν χρόνον Σὺ ἐξουσιάζεις τὰ πάντα. Ὢ Κύριέ μου! Ἰδική Σου εἶναι ἡ ψυχή μου, ἰδική Σου ἡ καρδία μου, ἰδική Σου ἡ θέλησίς μου. Σύ μοῦ τὰ ἔδωκες ὅλα αὐτά. Ὅ,τι ἔχω, ὅ,τι εἶμαι, ὅ,τι θὰ γίνω, τῆς ἀγάπης Σου δῶρα εἶναι, τῆς μεγαλωσύνης Σου ἐκδηλώσεις, τῆς ἀγαθότητός Σου χάριτες καὶ εὐλογίαι. Ἄνοιξε, Κύριε, Σὺ τάς θύρας τῆς ψυχῆς μου διάπλατα, διὰ νὰ ἔμβης εἰς αὐτὴν καὶ νὰ κατοικήσης ὡς μόνος Κύριος καὶ ἐξουσιαστής. Τί ἄλλο θὰ ἠμποροῦσε, Κύριε, νὰ κάμη ἕνα πτωχὸν καὶ ἀδύνατον πλάσμα Σου, παρὰ νὰ Σοῦ παραδοθῆ ὁλόκληρον; Κράτει Σύ, Κύριε, τὰ κλειδιὰ τῆς ψυχῆς μου καὶ μένε μονίμως εἰς αὐτήν, διὰ νὰ μὲ ἀνυψώσης μίαν ἡμέραν ἐκεῖ ὅπου αἰώνιος θριαμβευτὴς ἀνῆλθες διὰ τῆς ἐνδόξου θριαμβευτικῆς Ἀναλήψεώς Σου. Ἀμήν." (Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ. Χριστοφ.Παπουτσοπούλου "Χριστός ἀναστάς", ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ").