Σάββατο 8 Μαῒου 2010
Ὁ Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός κοιμήθηκε τό 749 μ.Χ. Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης 1260 χρόνων ἀπό τήν Κοίμησή του δημοσιεύουμε σέ συνέχειες τό ἔργο του «Ἔκδοσις ἀκριβής Ὀρθοδόξου Πίστεως». Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ Ἀρχ.Δωροθέου Πάπαρη, καί εἶναι παρμένη ἀπό τήν ἰστοσελίδα www.phys.uoa.gr. Ἡ μετατροπή στό σύστημα πολυτονικῆς γραφῆς εἶναι δική μας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 96 (Α)
Ἐναντίον τῶν Ἰουδαίων, σχετικὰ μὲ τὸ Σάββατο
Ἡ ἕβδομη ἡμέρα ἔχει ὀνομασθεῖ Σάββατο καὶ φανερώνει τὴν ξεκούραση· διότι αὐτὴ τὴν ἡμέρα «ὁ Θεὸς ἀναπαύθηκε ἀπὸ τὰ ἔργα του», ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Γι’ αὐτὸ ὁ ἀριθμὸς (τῶν ἡμερῶν) προχωρεῖ μέχρι τὸ ἑπτά, ἐπανέρχεται καὶ ἀρχίζει πάλι ἀπὸ τὴν πρώτη ἡμέρα. Ὁ ἀριθμὸς αὐτὸς εἶναι σεβαστὸς στοὺς Ἰουδαίους, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς πρόσταξε νὰ τὸν σέβονται –ὄχι μὲ χαλαρότητα–, ἀλλὰ καὶ μὲ πολὺ αὐστηρὲς τιμωρίες σὲ περίπτωση παραβάσεως. Καὶ δὲν τὸ διέταξε αὐτὸ χωρὶς λόγο, ἀλλὰ γιὰ κάποιους λόγους ποὺ γίνονται ἀντιληπτοὶ μὲ μυστικὸ τρόπο ἀπὸ τοὺς προχωρημένους πνευματικὰ καὶ τοὺς διορατικούς. Ὅπως, λοιπόν, ἐγὼ ὁ ἀμαθὴς γνωρίζω –γιὰ νὰ ἀρχίσω ἀπὸ τὰ κατώτερα καὶ χονδροειδή–, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς γνώριζε τὴν ἀναισθησία, τὴ φιλοσαρκία καὶ τὴ ροπὴ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ πρὸς τὴν ὕλη, καὶ συγχρόνως τὴν ἀδιακρισία του, γι’ αὐτὸ πρῶτα (καθιερώνει τὴν ἀνάπαυση τῆς ἑβδόμης ἡμέρας) «γιὰ ν’ ἀναπαύονται οἱ δοῦλοι καὶ τὰ μεταφορικὰ ζῶα», ὅπως λέει ἡ Γραφή, ἐπειδὴ «ὁ δίκαιος ἄνθρωπος λυπᾶται τὰ ζῶα του»· καὶ παράλληλα, γιὰ νὰ διακόπτουν τὴν ἀπασχόλησή τους μὲ τὰ ὑλικὰ καὶ νὰ συγκεντρώνονται νὰ ὑμνήσουν τὸ Θεὸ «μὲ ψαλμούς, ὕμνους καὶ πνευματικὰ ἄσματα»· μὲ τὴ μελέτη τῶν θείων Γραφῶν νὰ περνοῦν ὅλη τὴν ἕβδομη ἡμέρα καὶ ν’ ἀναπαύονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν, δηλαδή, δὲν ὑπῆρχε νόμος, δὲν ὑπῆρχε οὔτε θεόπνευστη Γραφὴ οὔτε τὸ Σάββατο ἦταν ἀφιερωμένο στὸ Θεό. Ὅταν ὅμως ἡ θεόπνευστη Γραφὴ δόθηκε μὲ τὸ Μωϋσῆ, τότε καὶ τὸ Σάββατο ἀφιερώθηκε στὸ Θεό, γιὰ νὰ ἐντρυφοῦν στὴ μελέτη τῆς κατὰ τὴ διάρκειά του (τοῦ Σαββάτου) ὅσοι δὲν ἀφιερώνουν ὅλη τους τὴ ζωὴ στὸ Θεὸ καὶ ὅσοι δὲν ὑπηρετοῦν μὲ πόθο τὸ Θεὸ ὡς Πατέρα· ἀλλά, σὰν ἀχάριστοι δοῦλοι, κι ὅταν ἀκόμη ἀφιερώνουν ἕνα μικρὸ καὶ ἐλάχιστο μέρος τῆς ζωῆς τοὺς στὸ Θεό, τὸ ἀφιερώνουν ἀπὸ φόβο γιὰ τὶς εὐθύνες τῆς παραβάσεως καὶ τὶς τιμωρίες.
Βέβαια, «δὲν ὑφίσταται νόμος γιὰ τὸν δίκαιο», ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἀδίκους. Ὅταν πρῶτος ὁ Μωϋσῆς ἔμεινε κοντὰ στὸ Θεὸ σαράντα ἡμέρες καὶ πάλι ἄλλες σαράντα ἡμέρες ἔμεινε νηστεύοντας, ὁπωσδήποτε νήστευε καὶ τὰ Σάββατα καὶ ταλαιπωροῦσε τὸν ἑαυτό του, παρόλο ποὺ ὁ νόμος πρόσταζε νὰ μὴν ταλαιπωροῦν τὸν ἑαυτὸ τοὺς τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Ἂν ὅμως ἰσχυρισθοῦν ὅτι αὐτὸ γινόταν πρὶν ἀπὸ τὸ νόμο, τί θὰ ποῦν γιὰ τὸ Θεσβίτη Ἠλία, ὁ ὁποῖος διήνυσε δρόμο σαράντα ἡμερῶν μ’ ἕνα γεῦμα; Αὐτός, δηλαδή, ταλαιπώρησε τὸν ἑαυτό του καὶ κατάργησε τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου ὄχι μόνον μὲ τὴ νηστεία, ἀλλὰ καὶ μὲ σαρανταήμερη πορεία καὶ τὶς ἡμέρες τοῦ Σαββάτου· καὶ ὁ Θεός, ποὺ ἔδωσε τὸ νόμο, δὲν θύμωσε μαζί του, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐπιβραβεύσει τὴν ἀρετή του, τοῦ ἐμφανίσθηκε στὸ (ὅρος) Χωρήβ.