Πέμπτη 10 Ἰουνίου 2010
ΚΕΙΜΕΝΟ
« Θυγατέρες βασιλέων ἐν τῇ τιμη σου· παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένη»
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Ἡγεμονίδες καί θυγατέρες βασιλεών ἀποτελοῦν τήν τιμητικήν συνοδείαν σου. Καί ἐκ δεξιῶν σου ἐξόχως τιμημένη ὑπό σοῦ παρέστη ἡ βασίλισσα Ἐκκλησία σου, μέ ἱματισμῶν ἀρετῶν καί ἄλλων χαρίτων τοῦ Πνεύματος διάχρυσον περιβεβλημένη καί ποικιλόμορφον στολισμόν φοροῦσα». ( Ἀπό τήν ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» , τ. 10ος, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΣΧΟΛΙΑ
Γεμᾶτος λυρισμὸ καὶ συναίσθημα εἶναι ὁ τεσσαρακοστὸς τέταρτος Ψαλμός. Φαινομενικὰ μὲν ἀναφέρεται στοὺς γάμους ἑνὸς ἐνδόξου βασιλιᾶ τοῦ Ἰσραήλ. Στὴν οὐσία ὅμως μιλάει προφητικὰ γιὰ τὴν μυστικὴ ἕνωσι τοῦ βασιλέως Χριστοῦ μὲ τὴν ἐκλεκτὴ νύμφη Του.
«Παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένῃ», ἀναφωνεῖ ὁ Ψαλμωδὸς βλέποντας μὲ θαυμασμὸ τὸ ἔκτακτο αὐτὸ ζεῦγος (Ψαλμ. μδ’ 10). Ἡ βασίλισσά σου, ἡ νύμφη σου, στέκεται στὰ δεξιά σου στολισμένη μὲ ὁλόχρυσα φορέματα.
Ποιὰ εἶναι ἆραγε αὐτὴ ἡ βασίλισσα; Ποιὰ εἶναι αὐτή, πού ἀξιώθηκε νὰ ἑνωθῆ μὲ τὸν «ὡραῖον κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων»; Ποιὰ εἶναι ἐκείνη, πού ἔγινε νύμφη τοῦ δυνατοῦ αὐτοῦ βασιλέως, «ὁ θρόνος» τοῦ ὁποίου μένει ἀσάλευτος «εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος»;
«Βασίλισσα μέν», ἀπαντᾶ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, «ἡ Ἐκκλησία ὡς νύμφη γενομένη τοῦ μεγάλου βασιλέως. Ἡ δὲ στάσις ἡ ἐκ δεξιῶν τὴν τιμὴν σημαίνει» (Ἐξηγ. εἰς μδ’ Ψαλμ.).
«Περὶ τῆς Ἐκκλησίας διαλέγεται», συμπληρώνει ὁ Μέγας Βασίλειος. Ὁ δὲ διάχρυσος ἱματισμὸς τῆς εἶναι τὰ «πεποικιλμένα καὶ καθυφασμένα νοερὰ δόγματα», μὲ τὰ ὁποῖα «σοβαρῶς ἑαυτήν καὶ ἱεροπρεπῶς κατακοσμεῖ» (Ὁμ. εἰς μδ’ Ψαλμ.).
«Μεταφορικῶς κέχρηται τῷ λόγῳ», προσθέτει καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «ὥσπερ ἐν εἰκόνι τὴν ἐκκλησίαν ὑπογράφων» (Ὁμ. εἰς μδ’ Ψαλμ.).
«Βασίλισσαν ἐδῶ», συνοψίζει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «ὀνομάζει τὴν ἐκκλησίαν καί συνάθροισιν τῶν πιστῶν» (Ἑρμ. εἰς μδ’ Ψαλμ.).
Νύμφη λοιπὸν καὶ βασίλισσα, σύμφωνα μὲ τοὺς ἁγίους Πατέρας, εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία ποὺ προῆλθε ἀπὸ τὴν λογχευθεῖσα πλευρὰ τοῦ βασιλέως τῆς δόξης, ὅταν ἐκρεμάσθη ἐπί τοῦ Σταυροῦ. Ἡ Ἐκκλησία ποὺ περιλαμβάνει τοὺς πιστοὺς ὅλων τῶν αἰώνων.
Ἐπειδὴ ὅμως «τὸ κορύφωμα τῶν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας», ὅπως σημειώνει ὁ ἀείμνηστος π. Ἰωήλ Γιαννακόπουλος στὴν Ἑρμηνεία τοῦ Ψαλτηρίου, «εἶναι ἡ Θεοτόκος», τὰ ὅσα λέγονται ἐδῶ ἐπαινετικῶς γιὰ τὴν νύμφη τοῦ βασιλέως, «ἐφαρμόζονται κατὰ ὅλως ἰδιαίτερον τρόπον καί εἰς τὴν Θεοτόκον. Διὰ τοῦτο ἀναφέρομεν τοῦτο κατὰ τὴν Προσκομιδὴν εἰς τὴν μερίδα τῆς Θεοτόκου».
Ὅπως ἀσφαλῶς εἶναι γνωστόν, ὅταν τελῆται ἡ Προσκομιδὴ στὸ Ἅγιον Βῆμα καὶ βγάζη ὁ Λειτουργὸς ἀπὸ τὸ πρόσφορο τὶς μερίδες καί τὶς τοποθετῆ στὸ Ἅγιο Δισκάριο, βγάζοντας τὴν μερίδα τῆς Θεοτόκου ἀναφέρει αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν στίχο τοῦ Ψαλμοῦ. Καὶ τὴν τοποθετεῖ κα¬τόπιν στὰ δεξιά τοῦ Ἀμνοῦ, τοῦ τεμαχίου δηλαδὴ τοῦ ἄρτου ποὺ ἔχει ἐπάνω του τὴν σφραγίδα «Ἰησοῦς Χριστὸς νικᾷ». Ἐκεῖ δέ, στὸ Ἅγιο Δισκάριο, ἔχουμε κατὰ τρόπο μυστικὸ ὅλη τὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν Κεφαλὴ της στὸ κέντρον, δηλαδὴ τὸν Χριστὸ καί δεξιά Του τὴν Παναγία. Τὴν βασίλισσα τῶν οὐρανῶν.
Ἡ λειτουργικὴ μὲ ἄλλα λόγια πρᾶξι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἔχει ἐφαρμόσει τὸν στίχο αὐτὸ στὸ ὑπερευλογημένο Πρόσωπο τῆς Ἀειπαρθένου. Ἐκείνης ποὺ εἶναι ἡ «Ἀνύμφευτος Νύμφη», ἡ στολισμένη σὰν μὲ ἄλλο διάχρυσο ἱματισμὸ μὲ ὅλες τὶς ἀρετὲς τῆς Χάριτος.
Ἄλλως τε καὶ στίς Παρακλήσεις τῆς Παναγίας, ποὺ τελοῦνται κατὰ τὸ δεκαπενταύγουστο, ἕνας στίχος τοῦ ἰδίου Ψαλμοῦ, ὁ τελευταῖος, «μνησθήσομαι τοῦ ὀνόματός σου ἐν πάσῃ γενεᾷ καί γενεᾷ», ἀκούεται καί πάλι πρὸς τιμὴν της Θεοτόκου. Ἐπειδή, ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ὁ λόγος αὐτὸς εἶναι «πρόσρησις τῇ Θεοτόκῳ προσήκουσα καί παρ’ αὐτῆς λαβοῦσα τὸ πέρας» (Ἁγ. Νικόδημου, Ἑρμ. εἰς τοὺς Ψαλμούς). Ἐφαρμόζονται δηλαδὴ τὰ λόγια ποὺ εἶπε ἡ Ἴδια, ὅταν συναντήθηκε μὲ τὴν Ἐλισάβετ, «ἀπό τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί» (Λουκ. α’ 48).
Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ὅμως προσθέτουν ἀκόμη ὅτι Νύμφη καί Βασίλισσα δὲν εἶναι μόνο γενικῶς ἡ Ἐκκλησία μέ πρώτη τὴν Θεοτόκο, ἀλλά καί κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Κάθε πιστὸς ποὺ ἀποτελεῖ κύτταρο τοῦ μυστικοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ποὺ λέγεται Ἐκκλησία, παίρνει θέσι τιμητικὴ στὰ δεξιά τοῦ Κυρίου! Μυστήριο καὶ θαῦμα ἀνερμήνευτο!
Καί σὺ ἑπομένως κι ἐγώ, ἀδελφέ μου, ποὺ βαπτισθήκαμε στὸ Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, βρισκόμαστε στὰ δεξιὰ Του! Ἡ ψυχή μας ἔγινε νύμφη τοῦ Παντοκράτορος. Ἐκείνου ποὺ μὲ τὰ «ἠκονημένα βέλη» Του κατακτᾶ τὴν μία μετὰ τὴν ἄλλη τὶς ψυχές.
Πόσο θὰ πρέπη νὰ μᾶς συγκινῆ ἡ τιμή, πού μᾶς κάνει ἀλήθεια ὁ Κύριος! Ἀλλά καί πόσο χρειάζεται νὰ προσέχουμε, ὥστε νὰ διατηροῦμε πάντοτε θερμὸ τὸν δεσμό μας μ’ Ἐκεῖνον καί συνεχῶς ἀστραφτερὴ τὴν στολή μας! Ἡ δὲ ὁλόχρυση αὐτὴ στολὴ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπό τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Γιατί δταν βαπτιζώμαστε, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, ἐνδυόμαστε τὸν Χριστὸ (Γαλ. γ’ 27). Γινόμαστε ἕνα μαζί Του.
Ἂν λοιπὸν φροντίζουμε νὰ ἔχουμε τὶς ἀρετὲς τοῦ Χριστοῦ καί νὰ ζοῦμε ὅπως ζοῦσε Ἐκεῖνος, θὰ νοιώθουμε κι ἐμεῖς πάντα τὴν εὐφροσύνη, ποὺ νοιώθει στὰ δεξιά τοῦ Βασιλέως, ντυμένη στὰ χρυσᾶ, ἡ «Νύμφη» Του. (Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ»τ. 1984, σ.453-454)