Ψαλμ. ξζ’ 19

Τετάρτη 30   Ἰουνίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Ἀνέβης εἰς ὕψος, ᾐχμαλώτευσας αἰχμαλωσίαν, ἔλαβες δόματα ἐν ἀνθρώποις, καὶ γὰρ ἀπειθοῦντας τοῦ κατασκηνῶσαι»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

«Ὦ Ὕψιστε· ἐδείχθης μέγας καί ὑψηλός· ἀνέβης εἰς τοῦ οὐρανοῦ τό ὕψος, ἀφοῦ κατήγαγες αἰώνιον θρίαμβον, ἠχμαλώτευσας πλῆθος αἰχμαλώτων, τούς ὁποίους σύρεις δεμένους ὄπισθέν σου, ἔλαβες πλούσια δῶρα ἐν μέσῳ τῶν ἀνθρώπων ὡς φόρον ὐποτελείας των πρός σέ· ἔλαβες δέ ταῦτα ὄχι μόνον  ἀπό ἐκείνους πού εὐπειθῶς σέ ἀναγνωρίζουν βασιλεά των, ἀλλά καί παρά τῶν ἀπειθούντων ἔτι καί δυστροπούντων, ἵνα καί μεταξύ αὐτῶν κατασκηνώσῃς ὡς κυριάρχης των» ( Ἀπό τήν ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ  μετά συντόμου ἑρμηνείας» , τ. 10ος, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»)

ΣΧΟΛΙΟ

    «Πολεμικός καὶ θριαμβευτικὸς ὁ ἑξηκοστὸς ἕβδομος Ψαλμός. Στὸ πρῶτο μέρος του κάνει λόγο γιὰ τὶς νίκες καὶ τοὺς θριάμβους τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος ἐβάδιζε ἐπὶ κεφαλῆς τοῦ λαοῦ Του καὶ τὸν ὡδηγοῦσε ἀπὸ νίκη σὲ νίκη. Στὸ δεύτερο μιλάει προφητικὰ γιὰ τὸ λαμπρὸ μέλλον τοῦ βασιλείου τοῦ θριαμβευτοῦ Κυρίου. Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας βλέπουν στὸν Ψαλμὸ αὐτὸ προτύπωσι καὶ προεικόνισι τοῦ θριάμβου τοῦ Κυρίου ἐπὶ ὅλων τῶν νοητῶν ἐχθρῶν Του. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος συγκεκριμένα σημειώνει ὅτι ὁ Προφήτης καὶ βασιλεὺς Δαβὶδ «ἐν τούτῳ τῷ ψαλμῷ τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου σημαίνει καὶ τῶν νοητῶν ἐχθρῶν καθαίρεσιν» (Ἐξήγ. εἰς ξζ’ Ψαλμ.).
    Γι’ αὐτὸ ἄλλως τε καὶ κατὰ τὴν ἀναστάσιμη περίοδο, ὁπότε  ἑορτάζομε τὸν θρίαμβο τοῦ Θεανθρώπου, ἀκούονται συχνότατα στὴν Λατρεία μας οἱ πρῶτοι στίχοι αὐτοῦ τοῦ Ψαλμοῦ: «Ἀναστήτω ὁ Θεός, καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ» καὶ «ὡς ἐκλείπει καπνός, ἐκλιπέτωσαν».
    Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος μάλιστα στὴν πρὸς Ἐφεσίους ἐπιστολὴ του (δ’ 8) ἐφαρμόζει τὸν τελευταῖο στίχο τοῦ πρώτου μέρους τοῦ Ψαλμοῦ στὴν θριαμβευτικὴ Ἀνάληψη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. «Ἀνέβης εἰς ὕψος, ἠχμαλώτευσας αἰχμαλωσίαν, ἔλαβες δόματα ἐν ἀνθρώποις, καὶ γὰρ ἀπειθοῦντας τοῦ κατασκηνῶσαι», λέει ὁ στίχος (Ψαλμ. ξζ’ 19). Ἀνέβης δηλαδή, ὕψιστε Κύριε, στὴν Σιών, ἀνέβης καὶ στὰ ὕψη τοῦ οὐρανοῦ, ἀφοῦ κατενίκησες τοὺς ἐχθρούς σου καὶ αἰχμαλώτισες πλῆθος ἀντιπάλων σου. Πῆρες πλούσια δῶρα ἀπό τούς ὑποτελεῖς σου, ἀκόμη κι ἀπό ἐκείνους ποὺ ἀντιδροῦσαν ἀρχικά, ἀλλὰ τελικὰ ἀναγκάσθηκαν νὰ σκύψουν ντροπιασμένοι ἐμπρός σου τὸ κεφάλι τους.
    Πόσο παραστατικὰ μιλάει πράγματι ἐδῶ ὁ θεόπνευστος Ψαλμωδὸς γιὰ τὸν θρίαμβο τοῦ Κυρίου. Καὶ πόσο ἐντυπωσιακὴ παρουσιάζει τὴ νίκη Τοῦ ἐπὶ τῶν ἐχθρῶν Τουι
    Τὰ προφητικό του μάτια βλέπουν πολὺ μακρύτερα ἀπό τὰ γεγονότα τῆς ἐποχῆς του. Ἄπο τὶς μάχες καὶ τὶς νίκες ἐναντίον τῶν Ἄμμωνιτων ἡ ὁποιωνδήποτε ἄλλων ἐχθρῶν του Θεοῦ καὶ τοῦ λαοῦ Του περνοῦν διεισδυτικὰ στὴν πιὸ μεγάλη μάχη καὶ νίκη τῶν αἰώνων. Στὴν μάχη δ ποὺ κατενικήθη ὄχι ἕνας συνηθισμένος ἐχθρός, ἀλλ’ ὁ κοσμοκράτορας τοῦ σκότους. Ὁ μισάνθρωπος Διάβολος, ὁ στυγνότερος ἀπό ὅλους τους τυράννους, ὁ σκληρότερος ἐχθρός του κόσμου.
    Καί βλέπουν τὰ προφητικὰ μάτια τὸν Κύριο νὰ χτυπάη, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁ- γιορείτης, «μὲ τὸ κοντάρι τοῦ Σταυροῦ» καί νὰ κρημνίζη ἀπὸ τὴν θέσι του τὸν τύραννο καὶ νὰ τοῦ παίρνει ὅσους ἦσαν ἕως τότε «ὑπόδουλοι εἰς τὴν ἐξουσίαν του» (Ἑρμ. εἰς ξζ’ Ψαλμ.).
    Τὸν βλέπουν ἐπίσης ν’ ἀνεβαίνη ψηλὰ καὶ νὰ στήνη τὸν θρόνο Του ἐπάνω σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Στὶς καρδιὲς ἐκείνων ποὺ θὰ τὸν πιστεύουν καὶ θὰ ἐκφράζουν τὴν εὐγνωμοσύνη τους πρὸς Ἐκεῖνον, ποὺ τοὺς ἐλύτρωσε. Ἀλλά καὶ σ’ ἐκείνους ποὺ ἦταν προηγουμένως ἀπείθαρχοι καὶ ἀνυπάκουοι στὸ θέλημά Του καὶ ἀναγκάσθηκαν ἀπό τὰ πράγματα ν’ ἀναγνωρίσουν τὸ μεγαλεῖο Του φωνάζοντας τὸ «νενίκηκάς με, Ναζωραῖε» τοῦ Ἰουλιανοῦ.
    Τὸν βλέπουν λοιπὸν τὰ θεοφώτιστα προφητικὰ μάτια τὸν Κύριο ὅπως εἶναι: Νικητὴν καὶ θριαμβευτὴν. Νικητὴν τοῦ Ὁποίου ἡ νίκη καὶ ὁ θρίαμβος ἔχει ἀνυπολόγιστες συνέπειες γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Γιατί εἶναι νίκη ποὺ χάρισε στοὺς ἀνθρώπους τὴν πιὸ ἀκριβῆ ἐλευθερία. Τὴν ἐλευθερία ἀπό τὰ δεσμὸ τοῦ θανάτου. Τὴν λύτρωσι ἀπό τὴν σκοτεινὴ φυλακὴ τοῦ Ἅδου.
    Ἡ νίκη αὐτὴ ἔγινε καὶ εἶναι ἀπό τότε ἡ χαρὰ καὶ ἡ ἀγαλλίασι καὶ ἡ εὐφροσύνη τῶν πιστῶν. Ἔγινε καὶ εἶναι τὸ ἀσταμάτητο σκίρτημα τῆς καρδίας τους καὶ τὸ ἀδιάκοπο τραγούδι τῶν χειλέων τους. Συγχρόνως ὅμως ἡ νίκη αὐτὴ τοῦ Κυρίου ἔγινε καὶ εἶναι καὶ ἡ πέτρα καὶ τὸ σκληρὸ καρφί, ὅπου σκόνταψαν καὶ σκοντάφτουν, μάτωσαν καὶ ματώνουν ὅσοι θέλησαν καὶ θέλουν νὰ πέσουν ἐπάνω Του ἐχθρικά.
    Αὐτὴ τὴν μεγάλη νίκη μᾶς θυμίζει κάθε χρόνο, ἀγαπητὲ ἀναγνῶστα, ἡ Ἐκκλησία μας μὲ τὶς ἑορτὲς τοῦ Πάσχα καὶ τῆς Ἀναλήψεως. Μᾶς τὴν θυμίζει ὅμως ὄχι μόνο σὰν κάποιο μακρινὸ ἱστορικὸ γεγονός, ἀλλά σὰν πραγματικότητα σημερινή, ποὺ μποροῦμε νὰ τὴν ψηλαφήσουμε καὶ νὰ τὴν ζήσουμε καὶ οἱ ἴδιοι. Σὰν γεγονὸς ποὺ μποροῦμε νὰ τὸ δοῦμε νὰ συντελῆται καί μέσα μας. Στὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας, στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας.
    Μὲ μία ὅμως προϋπόθεσι. Ὑπό τὸν ὅρο ὅτι θὰ προϋπάρξη ἕνωσις μὲ τὸν Νικητὴ καὶ Θριαμβευτή. Ἐὰν δηλαδὴ ἑνωθοῦμε μέσω τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ κατενίκησε τὶς δυνάμεις τοῦ Σατανᾶ καὶ ἀνυψώθηκε ἔνδοξος στοὺς οὐρανούς, θὰ δοῦμε χειροπιαστὴ αὐτὴ τὴ νίκη. Θὰ νικήσουμε κι ἐμεῖς μαζί Του. Θὰ συντρίψουμε τὶς ἀόρατες δαιμονικὲς δυνάμεις, ποὺ ἐπιτίθενται μὲ λύσσα ἐναντίον μας, καὶ θὰ θριαμβεύσουμε. Θὰ ἀνυψωθοῦμε καὶ θὰ καθήσουμε κι ἐμεῖς στὸν ἔνδοξο θρόνο τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος μας, τοῦ Λυτρωτοῦ τοῦ κόσμου» ( Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ», τόμος 1985, σ.314).