Σάββατο 19 Ἰουνίου 2010
ΚΕΙΜΕΝΟ
«Ἐπίρριψον ἐπὶ Κύριον τὴν μέριμνάν σου, καὶ αὐτός σε διαθρέψει· οὐ δώσει εἰς τὸν αἰῶνα σάλον τῷ δικαίῳ»
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Ρῖψε, ὦ ψυχή μου, ἐπί τοῦ Κυρίου τήν φροντίδα καί μέριμναν περί τῆς ἀσφαλείας καί σωτηρίας σου, καί αὐτός θά σέ διαθρέψῃ· δέν θά ἐπιτρέψῃ ἐκεῖνος νά καταλάβῃ τόν δίκαιον ταραχή καί δοκιμασία μέ ἔχουσα τέλος καί αἰσίαν ἔκβασιν» ( Ἀπό τήν ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» , τ. 10ος, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΣΧΟΛΙΟ
«Ἄν φέρουμε στὸ νοῦ μας τὶς συνθῆκες, μέσα στὶς ὁποῖες γράφηκε ὁ πεντηκοστὸς τέταρτος Ψαλμός, δὲν μποροῦμε παρὰ νὰ θαυμάσουμε τὸν θεόπνευστο Δαβίδ, τὴν μεγάλη ἐκείνη ψυχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ὁ γυιὸς του ὁ Ἀβεσσαλώμ εἶχε ἐπαναστατήσει ἐναντίον του καί εἶχε ριχθῆ στὸ ἀνόσιο ἔργο τῆς ἐξοντώσεως τοῦ πατέρα του. Μαζί του, σύμβουλο καὶ βοηθό του, εἶχε τὸν ὡς τότε πιὸ ἔμπιστο φίλο τοῦ Δαβίδ. Τὸν περίφημο Ἀχιτόφελ ποὺ εἶχε κλέψει τὴν ἐμπιστοσύνη καὶ ἀγάπη του, ἀλλ’ ἀπεδείχθη τελικὰ προδότης, φίδι φαρμακερό.
Ποιὸς ἀλήθεια ἄνθρωπος δὲν θὰ γέμιζε μὲ φόβους καὶ ἀνησυχία γιὰ τὴν ζωή του σὲ τέτοιες δύσκολες στιγμές; Ποιὸς δὲν θὰ τὰ ἔχανε ἢ δὲν θὰ κατέφευγε σὲ ἀπεγνωσμένες καί σπασμωδικὲς ἐνέργειες, προκειμένου νὰ σωθῆ;
Ἄνθρωπος ἦταν καὶ ὁ Δαβίδ κι ἔνοιωσε κι αὐτὸς πολὺ ἄσχημα στὴν περίπτωσι αὐτή, ὅπως φαίνεται ἀπό ὡρισμένους στίχους τοῦ Ψαλμοῦ. Ἔνοιωσε σὰν κυνηγημένο πουλὶ καὶ ἀναζητοῦσε «πτέρυγας ὡσεί περιστερᾶς», γιὰ νὰ πετάξη καί νὰ γλυτώση ἀπό τούς ἐχθρούς του.
Παρὰ τὴν τραγικότητα ὅμως τῆς καταστάσεώς του δὲν ἔχασε τὴν πίστι καὶ τὴν ἐλπίδα του. Καί τὸν βλέπουμε πρὸς τὸ τέλος τοῦ Ψαλμοῦ νὰ δίνη ὁ ἴδιος θάρρος στὸν ἑαυτό του καὶ νὰ λέη: «Ἐπίρριψον ἐπί Κύριον τὴν μέριμνάν σου, καὶ αὐτὸς σὲ διαθρέψει· οὐ δώσει εἰς τὸν αἰῶνα σάλον τῷ δικαίῳ» (Ψαλμ. νδ’ 23). Ρῖξε δηλαδή, ψυχή μου, τὴν φροντίδα σου στὸν Κύριο καὶ αὐτὸς θὰ σὲ διαθρέψη. Δὲν θὰ ἐπιτρέψη Ἐκεῖνος νὰ κυριευθῆ ὁ δίκαιος ἀπό σάλο καί ἀναστάτωσι.
Τὸ νόημα τῶν λόγων αὐτῶν, ὅπως παρατηρεῖ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, εἶναι «ὅμοιον» πρὸς τὸ «Μὴ μεριμνήσητε τί φάγητε, ἢ τί πιητε, ἢ τί ἐνδύσησθε», πού μᾶς εἶπε χίλια περίπου χρόνια κατόπιν ὁ κατὰ σάρκα ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς (Ἐξηγ. εἰς νδ’ Ψαλμ.).
Τὰ ἴδια σχεδὸν λόγια χρησιμοποίησε ἀργότερα καὶ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Πέτρος, γιὰ νὰ προτρέψη τὸν καθένα μας νὰ ἐμπιστευώμαστε στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. «Πᾶσαν τήν μέριμναν ὑμῶν ἐπιρρίψαντες ἐπ’ αὐτόν, ὅτι αὐτῷ μέλει περὶ ὑμῶν», γράφει στὴν πρώτη ἐπιστολὴ του (ε’ 7).
Εἶναι ἑπομένως φανερό, ἀδελφέ μου, ὅτι δὲν εἶναι λόγια ἀνθρώπινα, λόγια ἁπλῶς τοῦ Δαβίδ, τὰ λόγια αὐτά. Εἶναι λόγοι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ φώτιζε τὴν διάνοιά του καὶ θέρμαινε τὴν καρδιά του καὶ τὸν ἐνέπνεε νὰ γράφη ἀλήθειες, ποὺ ἰσχύουν αἰώνια, γιὰ κάθε ἄνθρωπο καὶ γιὰ κάθε ἐποχή.
Καί λέει σ’ ὅλους μας τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν προτροπὴ αὐτή ὅτι πρέπει νὰ ἐμπιστευθοῦμε τὴν ζωή μας μὲ ὅλα της τὰ προβλήματα στὴν πατρικὴ φροντίδα καὶ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι μιὰ σωτήρια προτροπή, ποὺ δὲν ἀφήνει νὰ χάσουμε τὸν ἔλεγχο τῆς ζωῆς μας καὶ νὰ ναυαγήσουμε ποτέ. Θὰ μπορούσαμε μάλιστα νὰ ποῦμε ὅτι βάζει τὰ πράγματα στὴ θέσι τους καὶ μᾶς προσγειώνει. Μᾶς βοηθεῖ νὰ τὰ βλέπουμε ὅλα ἀπό τὴν σωστὴ ὀπτικὴ γωνία καὶ μὲ τὶς ὀρθὲς διαστάσεις τους.
Πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ νομίζουν ὅτι τὰ πάντα στὴ ζωὴ τους ἐξαρτῶνται ἀπό τὶς δικές τους δυνάμεις καὶ ἱκανότητες. Ὅτι ἡ ἐργασία καὶ ἡ δραστηριότητά τους καὶ μόνο εἶναι ἐκεῖνα, ποὺ θὰ τοὺς ἀναδείξουν καὶ θὰ τοὺς κάνουν ἐπιτυχημένους στὴ ζωή. Γι’ αὐτὸ κι ὅταν τυχὸν ἀρρωστήσουν καὶ καθηλωθοῦν στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου, μαραίνονται, μαραζώνουν καὶ ἀπελπίζονται. Ἢ ὅταν ἐλθουν ἀλλες ἀντίξοες περιστάσεις καὶ χάσουν τὴν οἰκονομική τους εὐχέρεια, χάνουν μαζὶ καὶ κάθε δημιουργικὴ διάθεσι καὶ τὴν ὅποια ζωντάνια τους.
Ὅταν ὅμως νοιώσουμε βαθειὰ μέσα στὴν καρδιά μας ὅτι πάνω ἀπό ὅλα καὶ ἀπό ὅλους στέκει σὰν Πατέρας Τροφοδότης ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, τὰ πράγματα παρουσιάζονται τελείως διαφορετικά. Ἀνοίγονται ἐμπρός μας νέοι ὁρίζοντες, γιατί βλέπουμε πιὰ τὸ ἀνοικτὸ χέρι τοῦ Θεοῦ νὰ σκορπᾶ τὰ ἀγαθὰ Του στὸν κόσμο. Καὶ κάνουμε στὸ ἑξῆς τὴν ὁποιαδήποτε δουλειά μας χωρὶς ἄγχος καὶ ἀγωνία καὶ βασανιστικὴ μέριμνα. Δουλεύουμε ὄχι σὰν δοῦλοι καὶ σκλάβοι, ἀλλὰ σὰν τὰ παιδιὰ ἑνὸς καλοῦ καὶ πλούσιου πατέρα, ποὺ μοιράζει μὲ δικαιοσύνη καὶ ἀγάπη στὰ παιδιὰ του τὰ πλούτη του.
Πόσο ὡραιότερη καὶ ἠρεμώτερη θὰ γινόταν πραγματικὰ ἡ ζωή μας, ἂν ὑπολογίζαμε περισσότερο αὐτὴ τὴν ἀλήθειαί. Ἀπό πόσες καὶ πόσες δυσάρεστες ἐπιπτώσεις, ποὺ προκαλεῖ ἡ μέριμνα, δὲν θὰ γλυτώναμε·
Συμφέρον μας λοιπὸν νὰ ἐμπιστευθοῦμε πιὸ πολὺ σ’ Ἐκεῖνον, ποὺ ἔθρεψε ἐπί σαράντα ὁλόκληρα χρόνια ἑκατοντάδες χιλιάδες λαοῦ στὴν ἔρημο. Σ’ Ἐκεῖνον ποὺ χόρτασε μὲ πέντε ψωμιὰ καὶ δυὸ ψάρια χιλιάδες ἄνδρες καὶ γυναικόπαιδα. Στὸν Κύριο καὶ Θεό μας, στὸν Ὁποῖο συχνὰ πυκνά μᾶς παρακινεῖ καὶ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία νὰ παραθέτωμε «ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν». Ὅπως τὸ ἔκαναν οἱ πατέρες μας στὰ μαῦρα χρόνια τῆς Κατοχῆς. Ὅπως τὸ κάνουν καὶ τόσοι ἀλλοι σήμερα, ποὺ πιστεύουν ἀληθινὰ «εἰς ἕνα Θεὸν Πατέρα, Παντοκράτορα» (Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ»τ. 1984, σ.685).