Παρασκευή 18 Ἰουνίου 2010
ΚΕΙΜΕΝΟ
«Ἰδοὺ γὰρ ὁ Θεὸς βοηθεῖ μοι, καὶ ὁ Κύριος ἀντιλήπτωρ τῆς ψυχῆς μου»
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Ἀλλ’ ἠπατήθησαν οἰκτρῶς, διότι ἰδού, ὁ Θεός μέ βοηθεῖ· καί ὁ Κύριος εἶναι ὐποστηρικτής καί προστάτης τῆς ζωῆς μου» ( Ἀπό τήν ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» , τ. 10ος, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΣΧΟΛΙΟ
«Λίγοι ἄνθρωποι δοκίμασαν στὴ ζωὴ τοὺς τὶς θλίψεις καὶ ταλαιπωρίες, ποὺ ἀντιμετώπισε ὁ προφήτης καὶ βασιλεὺς Δαβίδ. Ἕνα μεγάλο μέρος τῆς ζωῆς του τὸ πέρασε καταδιωγμένος ἀπὸ τὸ ἄσβηστο μῖσος τοῦ Σαούλ, ποὺ κάθε τόσο ξεσποῦσε ἐναντίον του.
Μιὰ τέτοια ἀκριβῶς κατάστασι στάθηκε καὶ σὰν ἀφορμή, γιὰ νὰ γραφῆ ὁ πεντηκοστὸς τρίτος Ψαλμός. Φεύγοντας κάποτε ἀπὸ τὴν μανία τοῦ Σαοὺλ κατέφυγε στὴν ἐρημο Ζίφ, πιὸ κάτω ἀπὸ τὴν Χεβρών. Οἱ Ζιφαῖοι ὅμως τὸν κατέδωσαν ἀμέσως στὸν Σαοὺλ κι ἐκεῖνος ὥρμησε μὲ στρατὸ ἐναντίον του, γιὰ νὰ τὸν συλλάβη καὶ τὸν ἐξοντώση.
Ζῶντας λοιπὸν σὲ μιὰ τέτοια ἀτμόσφαιρα ζητεῖ μὲ τὸν Ψαλμὸ του τὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου. Βέβαιος δὲ γιὰ τὴν συμπαράστασί Του ὑπόσχεται νὰ Τοῦ προσφέρη θυσίες καὶ ἄσματα δοξολογητικά.
Ἡ βεβαιότης του γιὰ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ φαίνεται ἀπό τὰ λόγια του: «Ἰδοὺ γὰρ ὁ Θεὸς βοηθεῖ μοι, καὶ ὁ Κύριος ἀντιλάπτωρ τῆς ψυχῆς μου» (Ψαλμ. νγ’ 6). Ὁτιδήποτε δηλαδὴ καὶ νὰ κάνουν οἱ ἐχθροί μου ἐναντίον μου, δὲν πρόκειται νὰ μὲ νικήσουν, διότι βοηθὸς καὶ συμπαραστάτης μου εἶναι ὁ δίκαιος καὶ παντοδύναμος Θεός.
Ὁ τρόπος μάλιστα, μὲ τὸν ὁποῖον ἐκφράζεται ἐδῶ ὁ Ψαλμωδός, ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, φανερώνει τὴν πεποίθησί του ὅτι «θέλει λάβει τὴν τοιαύτην βοήθειαν καί ἀντίληψιν ὄχι μετὰ παρέλευσιν πολλοῦ καιροῦ, ἀλλά τώρα» (Ἑρμ. εἰς νγ’ Ψαλμ.).
Τὸ μήνυμα ποὺ ἀναπηδᾶ γιὰ μᾶς μέσα ἀπὸ τὰ λόγια αὐτά, εἶναι ὅτι πρέπει νὰ ἀποκτήσουμε ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ καὶ βεβαιότητα γιὰ τὴ βοήθειά Του.
Ἔχουμε ὁπωσδήποτε κι ἐμεῖς τοὺς ἐχθρούς μας. Ἐχθροὺς ὁρατοὺς καὶ ἀόρατους. Ἀνθρώπους καὶ δαίμονας ποὺ θέλουν νὰ μᾶς ἐξοντώσουν καί νὰ ἁρπάξουν ὅ,τι πολυτιμότερο ἐχουμε: τὴν ζωὴ καὶ τὴν ψυχή μας.
Ἔρχονται δὲ στιγμὲς στὴ ζωή μας, ποὺ τὸ πᾶν γύρω μας παρουσιάζεται ἀντίθετο. Εἶναι σὰν νὰ βαδίζουμε μέσα σὲ ναρκοπέδιο καί νὰ βρισκώμαστε παγιδευμένοι ἀπό κάθε μας πλευρά.
Τί θὰ γίνη λοιπὸν σ’ αὐτὲς τὶς στιγμές; Τί θὰ κάνουμε καί πῶς θὰ σταθοῦμε; Πῶς θὰ ἠμπορέσουμε νὰ μή λυγίσουμε καί νὰ μὴ ἀπελπισθοῦμε; Τί εἶναι ἐκεῖνο ποὺ θὰ μᾶς σώση ἀπό τὸν πανικὸ καὶ τὴν καταστροφή;
Ἡ ἀπάντησι βρίσκεται στὰ γεμάτα πίστι λόγια τοῦ Δαβίδ. Ἐκεῖνο ποὺ θὰ μᾶς στηρίξη στὶς δύσκολες ὧρες μας, εἶναι ἡ πίστι στὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ μας. Στὴ βοήθεια καὶ συμπαράστασι Ἐκείνου, πού, σὰν Παντοδύναμος ποὺ εἶναι, ἠμπορεῖ ν’ ἀνοίξη διεξόδους καὶ στὰ πιὸ στεγανὰ ἀδιέξοδά μας.
Ἡ βεβαιότης αὐτὴ δὲν εἶναι ἀνεδαφικὴ καὶ ἀστήρικτη. Δὲν μοιάζει μὲ χίμαιρα καὶ οὐτοπία. Ἔχει βάσι καὶ ἐγγύησι τὰ ἴδια τὰ λόγια Ἐκείνου, ποὺ εἶναι ὁ ἀψευδὴς καὶ ἀξιόπιστος καὶ παναληθής. «Οὐ μὴ σὲ ἀνῶ οὐδ’ οὐ μὴ σὲ ἐγκαταλίπω», μᾶς εἶπε (Ἑβρ. ιγ’ 5). Δὲν πρόκειται νὰ σὲ ἀφήσω καί νὰ σὲ ἐγκαταλείψω ποτέ. Ὅπου κι ἂν βρεθῆς. Ὅσα ἐμπόδια κι ἂν συναντήσης. Ὅσους ἐχθροὺς κι ἂν ἀντιμετωπίσης. Θὰ εἶμαι πάντα μαζί σου. Συνοδοιπόρος σου. Γιά νὰ σὲ προστατεύω ἀπό τὶς ἐπιθέσεις τῶν ἐχθρῶν σου. Γιὰ νὰ σὲ γλυτώνω ἀπό τὴν μοχθηρία τους. Γιὰ νὰ σὲ σώζω ἀπό τὶς ἁρπακτικὲς διαθέσεις τους.
Ὑπάρχει ἆραγε, ἀγαπητὲ ἀναγνῶστα, εὐτυχέστερη κατάστασι ἀπό αὐτήν, μέσα στὴν ὁποία ζῆ καὶ κινεῖται ὁ ἄνθρωπος πού αἰσθάνεται ὅτι ἔχει βοηθὸ του τὸν Κύριο; Ἂν νοιώθη ἀσφαλὴς καὶ εὐτυχής αὐτός, πού ἔχει προστάτη του κάποιο ἰσχυρὸ πρόσωπο τῆς γῆς, πόσο εὐτυχέστερος πρέπει νὰ εἶναι αὐτός, πού ἔχει συμπαραστάτη του τὸν Κύριο τοῦ σύμπαντος;
Ὁ Κύριος ἄλλως τε δὲν μοιάζει μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ συχνὰ ἀλλάζουν διαθέσεις καὶ ἀθετοῦν τὶς ὑποσχέσεις τους καὶ παρουσιάζονται κάποτε ἀδύνατοι νὰ ἐκπληρώσουν τὰ ὅσα ὑποσχέθηκαν. Εἶναι ἀναλλοίωτος καί παντοδύναμος καὶ τηρεῖ πάντοτε τὶς ὑποσχέσεις Του.
Μᾶς βοηθεῖ δέ, χωρὶς νὰ περιμένη ὁ Ἴδιος κάποιο κέρδος καὶ ὄφελος ἀπό μᾶς. Κινεῖται πρὸς βοήθειάν μας ἀπό μόνη τὴν ἄπειρη ἀγάπη Του. Τὸ μόνο πού μᾶς ζητεῖ, εἶναι ἡ ἀγάπη μας καί ἡ ἀφοσιωσί τῆς καρδιᾶς μας εἰς Ἐκεῖνον.
Τὸ συμπέρασμα λοιπὸν μετὰ ἀπό ὅλα αὐτὰ εἶναι αὐτονόητο: Νὰ μάθουμε καλὰ τὸ μάθημα τῆς ἐμπιστοσύνης στὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου. Εἶναι ἀπό τὰ πιὸ ἀπαραίτητα ἐφόδια γιὰ τὴν ζωή μας. Καί ἄς ἐπα-ναλαμβάνουμε συχνὰ καὶ μὲ θερμότητα τὰ αἰτήματα τῆς Ἐκκλησίας μας:« Ἀντιλήπτωρ τῆς ψυχῆς μου γενοῦ, ὁ Θεός, ὅτι μέσον διαβαίνω παγίδων πολλῶν» καὶ «ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι» (Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ»τ. 1984, σ.662).