«Ἡ θέα τοῦ Χριστοῦ» Β΄

Σάββατο 19  Ἰουνίου 2010

Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ  «Ἀσκητικές ἐμπειρίες Α’»

«Ἡ θέα τοῦ Χριστοῦ»  Β΄

    «Ἂν κάνεις τὸ ἁμαρτωλό σου θέλημα, καταπατώντας ἔτσι τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές, τότε ὁ Κύριος θὰ σὲ συναριθμήσει ἀνάμεσα σ’ ἐκείνους ποὺ δὲν Τὸν ἀγαποῦν. «Αὐτὸς ποὺ δὲν μὲ ἀγαπᾶ», λέει, «δὲν ἀκολουθεῖ τὰ λόγια μου».
     Ἐξέτασε μὲ ἐπιμέλεια τὰ ἐνδύματά σου. Μὴ βιάζεσαι νὰ πᾶς στὸν γάμο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ φορώντας σὰν ἀσύνετος βρωμερὰ παλιοκούρελα, μολονότι εἶσαι καλεσμένος σ’ αὐτὸν τὸν γάμο ὅπως κάθε χριστιανός. Ὁ Βασιλιὰς τοῦ οὐρανοῦ ἔχει ὑπηρέτες, ποὺ θὰ σοῦ δέσουν τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια καὶ θὰ σὲ πετάξουν ἔξω, στὸ σκοτάδι, μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Οἱ δαίμονες εἶναι οἱ ὑπηρέτες στοὺς ὁποίους θὰ παραδοθεῖ ὁ ἀδιάντροπος ἀναζητητὴς τῆς ἀγάπης καὶ ἄλλων ὑψηλῶν πνευματικῶν καταστάσεων, ποὺ δὲν καθαρίστηκε μὲ τὴ μετάνοια, ἀλλά φούσκωσε ἀπό οἴηση καὶ ὑψηλοφροσύνη. Σκοτάδι εἶναι ἡ τύφλωση τοῦ πνεύματος τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τὴν ἐμπάθεια καὶ τὴ σαρκικότητα. Ὅοιος βρίσκεται σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση, ἔχει χάσει τὴν πνευματική του ἐλευθερία, εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Τὸ δέσιμο τῶν ποδιῶν καὶ τῶν χεριῶν σημαίνει τὴν ἀπώλεια τῆς ἱκανότητας γιὰ θεάρεστη ζωὴ καὶ πνευματικὴ προκοπή. Ἀπ’ αὐτὴ τὴν τραγικὴ κατάσταση ἀπελευθερώνεται ὁ ἄνθρωπος, ἄν, ἀφοῦ παραδεχθεῖ καὶ ἀπορρίψει τὴν πλάνη του, μπεῖ στὸ σωτήριο στάδιο τῆς μετάνοιας.
     Δύσκολη εἶναι ἡ ἔξοδος ἀπό τὴν πλάνη. Φρουρὰ στέκεται στὴν πόρτα, πόρτα ἀσφαλισμένη μὲ μεγάλη κλειδαριὰ κι ἀμπάρες, πόρτα σφραγισμένη μὲ τὴ σφραγίδα τὴν ἄσπαστη τοῦ ἅδη. Κλειδαριὰ κι ἀμπάρες εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια, ποὺ βρίσκεται βαθιὰ κρυμμένη στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ἡ κενοδοξία, ποὺ ἀποτελεῖ τό κίνητρο κάθε δραστηριότητάς του, ἡ ὑποκρισία καὶ ἡ πονηριά, μὲ τὶς ὁποῖες κατορθώνει νὰ βάλει τὴ μάσκα τῶν καλῶν προθέσεων, τῆς ταπεινοφροσύνης καὶ τῆς ἁγιότητας, σκεπάζοντας τὴν ὑπερηφάνεια καὶ τὴν κενοδοξία του. Σφραγίδα ἄσπαστη, πάλι, εἶναι ἡ ἀποδοχὴ τῶν ἐνεργειῶν τῆς πλάνης ὡς ἐνεργειῶν θείων καὶ εὐλογημένων.
    Μπορεῖ, ἄραγε, ὁ ἄνθρωπος ποὺ βρίσκεται σὲ πλάνη, στὴν περιοχὴ τοῦ ψεύδους καὶ τῆς ἀπάτης, νὰ γίνει τηρητής τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ ἀλήθεια ἀπό τὴν Ἀλήθεια; Ὅποιος δέχεται τὸ ψεῦδος, ὅποιος εὐχαριστιέται μὲ τὸ ψεῦδος, ὅποιος ταυτίζεται μὲ τὸ ψεῦδος, ὅποιος ἑνώνεται μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ ψεύδους, μπορεῖ νὰ ἀγαπήσει τὴν ἀλήθεια; Ὄχι, θὰ τὴ μισήσει, θὰ γίνει φανατικὸς ἐχθρὸς καὶ διώκτης της». (Τά κείμενα πού δημοσιεύονται σέ συνέχειες στήν ἱστοσελίδα μας εἶναι παρμένα ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῶν ἐκδόσεων Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου)