«Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε» (β)

Σάββατο 24  Ἰουλίου 2010

«Ἁγίου Λουκᾶ Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας Λόγοι καί Ὁμιλίες τόμος Β΄»

«Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε» (β)

    «Πολλὲς φορὲς κρίνουμε τοὺς μοναχοὺς καὶ λέμε ὅτι δὲν ἔχουν ἀρκετὰ αὐστηρὴ νηστεία. Πῶς μποροῦμε νὰ τοὺς κατακρίνουμε γιὰ τὸ ὅτι δὲν τρῶνε μόνο ψωμὶ μὲ νερὸ τὴν στιγμὴ ποὺ οἱ ἴδιοι κάθε μέρα τρῶμε καὶ πίνουμε χωρὶς μέτρο; Δὲν νιώθουμε τὸ δοκάρι στὸ δικό μας μάτι, ἀλλὰ τὸ σκουπιδάκι στὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ τὸ βλέπουμε. Κατακρίνουμε τοὺς μοναχοὺς καὶ δὲν καταλαβαίνουμε ὅτι εἴμαστε πιὸ ἁμαρτωλοὶ ἀπ’   αὐτούς. Πάντα προσέχουμε πολὺ τὶς ἁμαρτίες τοῦ πλησίον καὶ δὲν βλέπουμε τὸ δοκάρι στὸ δικό μας μάτι.
    Ἔτσι ἦταν καὶ τὴν ἐποχὴ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Οἱ γραμματεῖς, οἱ μορφωμένοι Ἰουδαῖοι ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, κατηγοροῦσαν τὸν Κύριο καὶ τοὺς μαθητὲς του ὅτι δὲν τηροῦν τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου, τρῶνε μὲ ἄνιφτα χέρια καὶ συναναστρέφονται μὲ τοὺς ἀμαρτωλοὺς καὶ δὲν ἔβλεπαν τὶς δικές τους βαριὲς ἀμαρτίες γιὰ τὶς ὁποῖες τοὺς ἔλεγχε ὁ Κύριος.
    Τότε τὸ νὰ μὴν κατακρίνουμε τὸν ἀδελφό μας σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ βλέπουμε σιωπηλῶς πῶς αὐτὸς πνίγεται μέσα στὴν ἁμαρτία; Νὰ βλέπουμε μὲ ἀδιαφορία τὶς ἁμαρτίες τῶν συνανθρώπων μας; Ἀσφαλῶς ὄχι. Μόλις ἀκούσαμε τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου ποὺ λέει στὸν ἀγαπημένο μαθητή του, τὸν ἐπίσκοπο Τιμόθεο, ὅτι πρέπει νὰ ἐλέγχει καὶ νὰ ἐπιπλήττει τούς ἁμαρτάνοντας. Δηλαδὴ πρέπει νὰ ἐλέγχουμε καὶ νὰ ἐπιπλήττουμε. Ὅμως ἄλλο πράγμα εἶναι νὰ κατακρίνεις καὶ ἄλλο νὰ ἐλέγχεις.»  (Τά κείμενα τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ πού δημοσιεύονται σέ συνέχειες στήν ἱστοσελίδα μας εἶναι παρμένα ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῶν ἐκδόσεων «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»)