Ψαλμ. 95,13

Παρασκευή 2 Ἰουλίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

    "Χαρήσεται τά πεδία καί πάντα τά ἐν αὐτοῖς· τότε ἀγαλλιάσονται πάντα τά ξύλα τοῦ δρυμοῦ ἀπό προσώπου τοῦ Κυρίου, ὅτι ἔρχεται, ὅτι ἔρχεται κρῖναι τὴν γῆν. κρινεῖ τὴν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ καὶ λαοὺς ἐν τῇ ἀληθείᾳ αὐτοῦ"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

    "Τότε θά σκιρτήσουν ἀπό ἀγαλλίασιν ὅλα τά δένδρα τοῦ πυκνοῦ δάσους, ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, διότι ἔρχεται, ἔρχεται διά νά κρίνῃ τήν γῆν καί νά βασιλεύσῃ ἐπ’ αὐτῆς. Θά κρίνῃ τήν οἰκουμένην μέ δικαιοσύνην καί τούς λαούς μέ τήν φιλαλήθειάν του καί τήν πιστήν τήρησιν τῶν ὑποσχέσεων καί ἀπειλῶν του" (Ἀπό τήν "ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας", τ. 10ος, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ"

ΣΧΟΛΙΟ (β)

    "Ἡ προσοχή μας πλέον στρέφεται τώρα στό δεύτερο «ἔρχεται». Στήν ἀναμονή δηλαδή τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου, πού εἶναι γεγονός ἐξίσου βέβαιο, ὅπως καί ἡ πρώτη ἔλευσίς Του.
    Καί ὅπως δέν διεψεύσθη ἡ προσδοκία καί βεβαιότης τῶν ἀνθρώπων γιά τόν ἐρχομό τοῦ Μεσαίου, ἔτσι δέν πρόκειται νά διαψευσθῆ κανείς πιστός, πού περιμένει   τόν Κύριο σάν Κριτή.
Εἴτε τό πιστεύουν ὡρισμένοι εἴτε ὄχι, εἴτε τό θέλουν ἄλλοι εἴτε ὄχι, ὁ Κύριος θά ἔλθη ὁπωσδήποτε.
     Τό διεκήρυξε ὁ Ἴδιος, πού εἶναι ἡ Πηγή τῆς Ἀληθείας, καί τό ἀναφέρει σέ πολλά σημεῖα ἡ Ἁγία μας Γραφή, πού μόνο τήν ἀλήθεια γράφει πάντοτε, καί δέν χωρεῖ ἑπομένως καμμιά ἀμφισβήτησι.
    Δέν θά μᾶς ρωτήση ἄλλως τε ὁ Κύριος  γι’ αὐτό. Θά ἔλθη, ὅταν Ἐκεῖνος τό κρίνη, σάν ἐξουσιαστής, γιά νά ζητήση λογαριασμό ἀπό τόν καθένα μας γιά τό τί ἔπραξε στήν ζωή, πού Ἐκεῖνος μᾶς χάρισε, καί πῶς διεχειρίσθη τά ἀγαθά, πού Ἐκεῖνος μᾶς ἐμπιστεύθηκε. Δέν ξέρουμε βέβαια τό πότε ἀκριβῶς θά ἔλθη. Αὐτό νομίζουν πώς τό ξέρουν οἱ «Μάρτυρες τοῦ Γιεχωβᾶ», πού ὥρισαν μάλιστα καί ὁρίζουν καί ἡμερομηνίες, ἀλλ’ ἔγιναν καί γίνονται καταγέλαστοι.
    Ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι, τό μόνο πού ξέρουμε, εἶναι ὅτι θά ἔλθη. Καί ὅτι θά ἔλθη ξαφνικά. Ἐκεῖ πού δέν θά τό περιμένη κανείς. « Ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτί οὕτως ἔρχεται», μᾶς λέει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος (Α’ Θεσ. ε’ 2).
    Μποροῦμε ὅμως νά προσδιορίσουμε ὅτι γιά κάθε ἄνθρωπο τό πολύ σέ ἑκατό χρόνια γίνεται πραγματικότης ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Ἀφοῦ σπανιώτατα ὁ ἄνθρωπος ξεπερνᾶ τήν ἡλικία τῶν ἑκατόν ἐτῶν καί ἐφ’ ὅσον δέν ὑπάρχει μετάνοια πέραν τοῦ τάφου, εἶναι φανερό ὅτι δέν εἶναι καί τόσο ἄγνωστος ὁ χρόνος τῆς Δευτέρας Παρουσίας γιά ὅλους μας.
    « Ἀπόκειται τοῖς ἀνθρώποις ἅπαξ ἀποθανεῖν, μετά δέ τοῦτο κρίσις», μᾶς φωνάζει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ (Ἑβρ. θ’ 27). Κάποτε θά πεθάνη ὁ καθένας μας. Καί τό μόνο πού μᾶς ἀπομένει κατόπιν, εἶναι ἡ Κρίσις.
     Ἄν σκεφτώμαστε, ἀδελφέ μου, τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, θά παίρνουμε στά σοβαρά πλέον τά θέματα τῆς ζωῆς μας, καί «ἤ οὐδέν παντελῶς ἤ ἐλάχιστα» θά ἁμαρτάναμεν, ὅπως ἔλεγε καί ὁ Μέγας Βασίλειος (Ρ.G. 32, 649). Ἡ σκέψι αὐτή θά μᾶς συγκρατοῦσε σάν φρένο δυνατό ἀπό τόν κατήφορο τῆς ἁμαρτίας.
    Εὐτυχισμένοι πραγματικά ὅσοι τά σκέφτονται αὐτό καί βλέπουν μέ τά μάτια τῆς πίστεως τόν Κύριον «καί πάλιν ἐρχόμενον κρίναι ζῶντας καί νεκρούς».
    Αὐτοί προσέχουν στήν ζωή τους καί ζοῦν σύμφωνα μέ τό θέλημα Ἐκείνου, πού θά μᾶς κρίνη, καί μποροῦν νά τοῦ ψάλλουν μέ ἐνθουσιασμό μαζί μέ τήν Ἐκκλησία μας: «Ὡσαννά ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» (Ἀπό Περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ" τόμος 1986, σ. 294).