Ψαλμ. 96, 10

Κυριακή 4 Ἰουλίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Οἱ ἀγαπῶντες τὸν Κύριον, μισεῖτε πονηρά· φυλάσσει Κύριος τὰς ψυχὰς τῶν ὁσίων αὐτοῦ, ἐκ χειρὸς ἁμαρτωλῶν ρύσεται αὐτούς"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

    "Ὅσοι ἀγαπᾶτε τόν Κύριον, μισεῖτε ἄνευ διακοπῆς καί χαλαρώσεώς τινος οἱονδήποτε ἔργον πονηρόν. Μή ζητεῖτε νά ὑπερασπίσετε ἑαυτούς  ἀνταποδίδοντες κακά εὶς τούς ἀδικοῦντας ὑμᾶς. Ὁ Κύριος φυλάσσει τάς ψυχάς τῶν ἀφωσιωμένων, θά ἐλευθερώσῃ αὐτούς ἀπό τάς κακοποιούς χεῖρας τῶν ἀμαρτωλῶν" (Ἀπό τήν "ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας", τ. 10ος, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ"

ΣΧΟΛΙΟ (β)

    "Φαίνεται ἴσως κάπως παράξενος ὁ συνδυασμός αὐτός τοῦ μίσους μέ τήν ἀγάπη. Πῶς δηλαδή εἶναι δυνατόν κάποιος πού ἀγαπᾶ κάτι, νά ἔχη καί μῖσος στήν καρδιά του γιά κάτι ἄλλο; Μποροῦν νά συνυπάρξουν μέσα στήν ἴδια καρδιά αὐτά τά δύο ἀντίθετα συναισθήματα;
    Ἕνας Ἑρμηνευτής γράφει ὅτι οἱ δύο αὐτές καταστάσεις σχετίζονται μεταξύ τους, ἐπειδή ἡ ἀγάπη πρός τόν Κύριο κατορθώνεται μέ τό μῖσος καί τήν ἀποστροφή «παντός πονηροῦ».
    Ὅταν δηλαδή ἀποστρέφεσαι κάθε μολυσμό τῆς ἁμαρτίας, δείχνεις ἔμπρακτα ὅτι ἀγαπᾶς τόν Κύριο, πού δέν ἔχει καμμία ἀπολύτως σχέσι μέ τήν ἁμαρτία.
     Γιά τόν Ἴδιο ἄλλως τε τόν Θεό, πού εἶναι ἡ πηγή κάθε ἀγαθοῦ καί αὐτή ἡ Ἀγάπη, ἡ Ἁγία μας Γραφή χρησιμοποιῶντας ἀνθρώπινες ἐκφράσεις γράφει ὅτι «ἠγάπησε δικαιοσύνην καί ἐμίσησεν ἀνομίαν» (Ἑβρ. α’ 9). Ὁ Θεός δηλαδή, πού εἶναι ἡ ἀπόλυτος Ἀγάπη καί ἀγαπᾶ τούς πάντας καί τά πάντα, ἀποστρέφεται καί βδελύσσεται αὐτό, πού εἶναι ἄξιο μόνο γιά νά τό μισή καί νά τό ἀποστρέφεται κανείς.
    Πολύ σχετικά μέ τό θέμα μᾶς εἶναι καί τά ὅσα γράφει ὁ σοφός Σειράχ: «Πᾶν βδέλυγμα ἐμίσησε Κύριος, καί οὐκ ἔστιν ἀγαπητόν τοῖς φοβουμένοις αὐτόν» (Σ. Σοφ. ιε’ 13). Δέν ἠμποροῦν δηλαδή οἱ πιστοί καί θεοφοβούμενοι ἄνθρωποι νά ἀγαποῦν ὅ,τι βδελύσσεται ὁ Κύριος. Ἀφοῦ Τόν ἀγαποῦν, θά ἀποστρέφωνται καί θά μισοῦν καί αὐτοί ὅ,τι καί Ἐκεῖνος. «Λοιπόν», σημειώνει συμπερασματικά ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «ὅποιος θέλει νά ἀγαπήση τόν Θεόν πρέπει καί αὐτός νά μιμῆται τόν Θεόν, καί νά μισῆ μέν τά κακά, νά ἀγαπᾶ δέ τά ἀγαθά, ἵνα ὅμοιον ἑνωθῆ μέ τό ὅμοιον» (Ἑρμ εἰς ιστ’ Ψαλμ.).
    Δέν εἶναι δυνατόν νά δουλεύη κάποιος συγχρόνως σέ δύο κυρίους, μᾶς εἶπε ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς. «Ἤ γάρ τόν ἕνα μισήσει καί τόν ἕτερον ἀγαπήσει, ἤ ἑνός ἀνθέξεται καί τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει» (Ματθ. στ’ 24). Ἡ ἴδια καρδιά, ὁ ἴδιος ἄνθρωπος καί θά ἀγαπᾶ καί θά μισῆ. Θά ἀγαπᾶ τόν Κύριο μισῶντας τήν ἁμαρτία καί θά μισῆ τό κακό ἀγαπῶντας τό ἀγαθό.
    Τήν ἴδια ἀλήθεια τονίζει καί ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος μέ τούς λόγους του• «ἀποστυγοῦντες τό πονηρόν, κολλωμενοι τῷ ἀγαθῷ» (Ρωμ. ιβ’ 9). Μᾶς συμβουλεύει δηλαδή μέ ὅλη τήν δύναμι τῆς καρδιᾶς μας νά ἀποστρεφώμαστε τό κακό καί νά εἴμαστε προσηλωμένοι στό ἀγαθό.
    Ἔφ’ ὅσον δέν ὑπάρχει «κοινωνία φωτί πρός σκότος», καί δέν εἶναι δυνατόν νά συνυπάρχουν ἡ «δικαιοσύνη μέ τήν ἀνομίαν» (Β’ Κορ. στ 14), εἶναι αὐτονόητο ὅτι καί ἡ ἀγάπη θά ἀντιδρᾶ πάντα εἰς τό μῖσος. Καί ἐφ’ ὅσον εἶναι λογικός ὁ ἄνθρωπος, θά ἀγαπᾶ τό φῶς, δηλαδή τήν ἀρετή, καί θά μισῆ τό σκοτάδι, δηλαδή τήν ἀνομία.
    Τό καταλαβαίνουμε πολύ καλό αὐτό, ἀδελφέ μου, ὅλοι μας. Τό βλέπουμε καί τό παραδεχόμαστε ὅτι ἔτσι ἔχουν τά πράγματα. Ἐκεῖ ὅμως πού σκοντάφτουμε καί δυσκολευόμαστε, εἶναι ἡ ἐφαρμογή. Βάζει δέ καί ὁ Σατανᾶς τό πόδι του καί τά φέρνει ὅλα ἄνω  κάτω. 
     Γί  αὐτό καί πολλοί ἄνθρωποι ἀγαποῦν τά πονηρά, πού ἔπρεπε νά μισοῦν, καί ἀποστρέφονται τά ἀγαθά καί θεάρεατα, πού ἔπρεπε νά ἀγαποῦν. Ἀκολουθοῦν τόν πλατύ καί εὔκολο δρόμο, πού ὁδηγεῖ στήν καταστροφή, καί ἀποφεύγουν τό στενό καί δύσβατο μονοπάτι, πού φέρνει στήν αἰώνια χαρά τοῦ Θεοῦ.
     Ἄς παρακαλοῦμε λοιπόν τόν Κύριο νά μᾶς φωτίζη, ὥστε νά καταλαβαίνουμε ὅτι τό συμφέρον μας τό αἰώνιο ἀπαιτεῖ νά καίη ἄσβηστο μέσα μας τό μῖσος ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας καί νά μή σβήση ποτέ ἡ φωτιά τῆς ἀγάπης μας πρός Ἐκεῖνον. Τότε καί μόνον τά αἰώνια καί ἀνεκτίμητα ἀγαθά, πού ἔχει καί ὑπόσχεται ὁ Κύριος σ’ ὅσους Τόν ἀγαποῦν, στρέφοντας τά νῶτα πρός τήν ἁμαρτία, πού εἶναι ἄρνησι τοῦ Θεοῦ, θά γίνουν καί δικά μας."  (Ἀπό Περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ" τόμος 1986, σ. 310).