Δευτέρα 26 Ἰουλίου 2010
ΚΕΙΜΕΝΟ
"Εἶπε, καὶ ἔστη πνεῦμα καταιγίδος, καὶ ὑψώθη τὰ κύματα αὐτῆς… καὶ ἐπέταξε τῇ καταιγίδι, καὶ ἔστη εἰς αὔραν, καὶ ἐσίγησαν τὰ κύματα αὐτῆς"
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
"Διέταξεν αὐτός· καί ἐσηκώθη ἀσυγκράτητος ἄνεμος σφοδρός ἀγρίας καταιγίδος καί ὑψώθησαν τεράστια τά κύματα τῆς θαλάσσης… Καί διέταξε τήν καταιγίδα νά καταπαύσῃ καί αὐτή μετεστράφη εἰς αὔραν καί εἰς ἄνεμον ἥσυχον καί δροσιστικόν καί κατεσιγάσθησαν τά κύματά της" (Ἀπό τήν "ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας", τ. 10ος, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")
ΣΧΟΛΙΟ (β)
"Ἄς ἔλθουμε ὅμως τώρα καί στήν ἐφαρμογή τῆς ὡραίας αὐτῆς εἰκόνας στήν ζωή μας. Μέ τήν ἐμπνευσμένη αὐτή παράστασι παρουσιάζονται μέ ἀπαράμιλλο τρόπο οἱ θλιβερές ἤ οἱ εὐχάριστες καταστάσεις, μέσα στς ὁποῖες ζοῦμε ὅλοι μας. Ἄλλοτε χαρές καί ἄλλοτε λύπες. Ἄλλοτε πόνοι καί θλίψεις καί συμφορές καί ἄλλοτε ἄνεσις καί εὐφροσύνη καί ἀγαλλίασις. «Πάντες τήν αὐτήν πλέομεν θάλατταν», γράφει καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «καί κυμάτων καί ἅλμης ἐκτός εἶναι ἀμήχανον» (ΕΠΕ 12, 476). Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πλέομε στήν ἴδια θάλασσα τῆς ζωῆς καί εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατον νά μή συναντήσωμε κύματα. Κανενός τό ταξίδι στό πέλαγος αὐτῆς τῆς ζωῆς δέν εἶναι διαρκῶς γαλήνιο. Τά κύματα τῶν θλίψεων καί τῶν κάθε εἴδους πειρασμῶν ἔρχονται συχνά νά μᾶς ἀναστατώσουν καί μᾶς ἀνεβοκατεβάζουν σάν καρυδότσουφλο.
Σύμφωνα ὅμως μέ τά λόγια τοῦ Ψαλμῳδοῦ ὁ Κύριος εἶναι Ἐκεῖνος πού μέ τήν σοφία Του κανονίζει πότε καί πόσο θά θλιβοῦμε, θά πονέσουμε καί θά ὑποφέρουμε, ὅπως συνέβη ἐπί παραδείγματι μέ τόν Ἰώβ. Κι Ἐκεῖνος πάλι μέ τήν ἀγάπη Του στέλνει τήν ἠρεμία, τήν λύτρωσι καί τήν ἀναψυχή. Ἀκόμη καί τότε πού ὑποφέρουμε τυχόν ἐξ αἰτίας τῆς δικῆς μας ἀπροσεξίας, πάλι ὁ Κύριος, πού παρακολουθεῖ τά πάντα, θά εἶναι ὁ ρυθμιστής τῆς δοκιμασίας μας.
Ὅπως δέ δέν εἶναι μόνιμη στήν θάλασσα ἡ ταραχή καί ἡ τρικυμία, ἔτσι δέν εἶναι συνεχεῖς καί οἱ πειρασμοί καί οἱ θλίψεις μας. Τά ἄγρια κύματα, πού μᾶς κτυποῦν ἀπό παντοῦ κάποτε καί μᾶς κάνουν καί ζαλιζόμαστε καί τά χάνουμε ἴσως καί νομίζουμε ὅτι θά καταποντισθοῦμε ψυχικά καί σωματικά, κοπάζουν ὕστερα ἀπό λίγο. Καί νοιώθουμε τότε τήν λεπτή αὔρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά πνέη μέσα μας χαρίζοντάς μας «ἀνάπαυσιν σώματος καί ψυχῆς».
Ποτέ δέν πρέπει νά τό ξεχνοῦμε αὐτό, ἀδελφέ μου, στίς δύσκολες ὧρες μας! Ἀλλά νά θυμώμαστε πάντα ὅτι καί τά πιό θλιβερά περιστατικά μᾶς εἶναι «περαστικά», σάν τά διαβατάρικα κύματα, πού προκαλεῖ στήν ἐπιφάνεια τῆς θαλάσσης ὁ ἄνεμος. Περνοῦν σύντομα καί δίνουν τήν θέσι τους στήν ἠρεμία καί γαλήνη.
Γιά νά μποροῦμε ὅμως νά ἀντιμετωπίζουμε ἔτσι τά πράγματα, πρέπει νά μάθουμε νά διακρίνουμε πίσω καί πάνω ἀπό τά κύματα καί τίς θλίψεις τῆς ζωῆς Ἐκεῖνον, πού κρατεῖ τά σύμπαντα στήν παλάμη Του καί μετρᾶ σάν σέ ποτῆρι καί τήν θάλασσα. Τόν Κύριο δηλαδή Ἰησοῦ Χριστό, πού διά μέσου τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μᾶς κάμνει καί σήμερα γνωστή τήν δύναμί Του στόν κόσμο. Κι ἄν ἐξασφαλίσουμε αὐτήν τήν δύναμί Του ὑπέρ ἡμῶν, δέν πρόκειται νά ταραχθοῦμε οὔτε κι ἀπό τά πιό μανιασμένα κύματα." (Ἀπό Περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ" τόμος 1986, σ. 669).