Ψαλμ. 115, 3

Σάββατο 7 Αὐγούστου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Τί ἀνταποδώσω τῷ Κυρίῳ περὶ πάντων, ὧν ἀνταπέδωκέ μοι;"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

"Εἰς τόν Θεόν προσέφυγα καί ἐπροστατεύθην. Τί νά ἀνταποδώσω εἰς τόν Κύριον δι’ ὅλα τά ἀγαθά καί τάς προστασίας, τάς ὀποίας ὡς νά μοῦ τάς ἐχρεώστει πλουσίως ἔδωκεν εἰς ἐμέ;" (Ἀπό τήν "ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας", τ. 10ος, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")

ΣΧΟΛΙΟ (β)

    "Ὁ θεόπνευστος ὅμως Ψαλμῳδός, ἀδελφέ μου, δέν μένει μόνο στήν ἀπορία ὡς πρός τό τί νά ἀνταποδώση στόν Κύριο γιά τίς πολλές Του εὐεργεσίες. Ἀποφασίζει νά ἐνεργήση καί νά κάνη ὅ,τι ἠμπορεῖ. Προχωρεῖ στήν πρᾶξι τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Βεβαιώνει ὅτι θά ἐκπληρώση τά ταξίματα, πού ἔκανε στόν Θεό, ὅτι θά «λάβη ποτήριον σωτηρίου» πρός δόξαν Κυρίου καί θά ἐπικαλεσθῆ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ μέ εὐγνωμοσύνη. Καί ἀναγνωρίζει καί διακηρύσσει ὅτι εἶναι «δοῦλος» δικός Του, ἀφωσιωμένος σ’ Ἐκεῖνον.
    Ἔτσι δείχνει στόν καθένα μας καί τόν δρόμο, πού πρέπει νά βαδίσουμε γιά νά ἀνταποκριθοῦμε κάπως στίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ μας. Καί ὁ δρόμος αὐτός, ὅπως φαίνεται ἀπό τά λεγόμενά του, ξεκινάει μέσα ἀπό τήν καρδιά μας. Ἐκεῖ βρίσκεται ἡ ἀφετηρία του. Ἄν δηλαδή κάνουμε μυστική συμφωνία μέσα στήν καρδιά μας μέ τόν Θεό μας ὅτι θ’ ἀνήκουμε σ’ Ἐκεῖνον καί θά Τόν δοξάζουμε ἀληθινά καί ἔμπρακτα καί ὅτι θά τηροῦμε ὅλες μας τίς ὑποχρεώσεις ἀπέναντί Του, βρισκόμαστε στόν σωστό δρόμο τῆς ἐξοφλήσεως τῶν δανείων, πού μᾶς ἔκανε μέ τίς εὐεργεσίες Του.
    Αὐτό δέ τό δόσιμο τῆς καρδιᾶς μας στόν Κύριο Τόν εὐχαριστεῖ περισσότερο ἀπό ὅλα τά ἀγαθά μας. Τό ζητεῖ ἄλλως τε ὁ Ἴδιος καί ἱκανοποιεῖται πλήρως μ’ αὐτό. «Δός μοι, υἱέ, σήν καρδίαν», φωνάζει στόν καθένα μας ἀπό τά παλιά τά χρόνια (Παροιμ. κγ’ 26). Θέλει τήν καρδιά μας, γιά νά τήν ἐξαγνίση καί νά τήν κάνη θρόνο Του. Καί θεωρεῖ τόν Ἑαυτό Του πληρωμένο, θά λέγαμε, γιά ὅσα ἔκανε καί κάνει γιά μᾶς, ὅταν Τοῦ παραδώσουμε τά κλειδιά τῆς καρδιᾶς μας. Ὅταν ἀφήσουμε στά χέρια Του ὅλη μας τήν ὕπαρξι. Ὅταν τοῦ ζητοῦμε νά δίνη Ἐκεῖνος τήν κατεύθυνσι στήν πορεία τῆς ζωῆς μας. Ὅταν ζοῦμε, ὅπως προστάζει ὁ Νόμος Του, χωρίς ἐπιφυλάξεις καί κρατούμενα.
   Ἆραγε, ἀγαπητέ ἀναγνῶστα, θά φανοῦμε τόσο ἔξυπνοι καί θά ἐκμεταλλευθοῦμε τήν εὐκαιρία, ὥστε μ’ αὐτή τήν τόσο μικρή προσφορά νά ἐξοφλήσουμε τά πολλά καί μεγάλα χρέη μας πρός τόν Θεό μας, πού σημαίνει νά πληθύνουμε σέ ἀφάνταστο βαθμό τίς δωρεές του;" ( Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ»  τόμος 1987 σ. 43)