Πέμπτη 12 Αὐγούστου 2010
ΚΕΙΜΕΝΟ
"Κύριε, ρῦσαι τὴν ψυχήν μου ἀπὸ χειλέων ἀδίκων καὶ ἀπὸ γλώσσης δολίας"
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
"Κύριε, καθώς ἄλλοτε, οὕτω καί τώρα λύτρωσε τήν ψυχήν μου ἀπό χείλη ἄδικα καί συκοφαντικά καί ἀπό γλῶσσαν πλέκουσαν δόλους" (Ἀπό τήν "ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας", τ. 10ος, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")
ΣΧΟΛΙΟ (α)
Μέ τόν ἑκατοστό δέκατο ἔνατο Ψαλμό ἀρχίζει μία ὁμάδα 15 Ψαλμῶν, πού εἶναι γνωστή μέ τήν ὀνομασία: «Αἱ ὠδαί τῶν Ἀναβαθμῶν». Εἶναι Ψαλμοί σύντομοι, γεμᾶτοι λυρισμό καί ἱερά σκιρτήματα τῆς καρδιᾶς τοῦ Ψαλμῳδοῦ, μέ κύρια χαρακτηριστικά τήν πίστι στόν Κύριο, τήν οἰκειότητα πρός Ἐκεῖνον καί τήν δίψα καί λαχτάρα τῆς ψυχῆς νά ἐπικοινωνήση μαζί Του καί νά Τόν λατρεύση.
Οἱ Ψαλμοί αὐτοί διαβάζονται στούς Ἱερούς Ναούς μας, ὅταν τελῆται ἡ Θεία Λειτουργία τῶν «Προηγιασμένων», καί ὀνομάζονται ἀπό τίς πρῶτες λέξεις τοῦ πρώτου Ψαλμοῦ τῆς ὁμάδος τῶν Ἀναβαθμῶν «Τά πρός Κύριον».
Ἀπό λέξεις καί στίχους καί νοήματα τῶν Ψαλμῶν αὐτῶν ἐνεπνεύσθη ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης καί συνέθεσε τούς περίφημους 75 «Ἀναβαθμούς» τῶν 8 ἡχων, πού ψάλλονται μέ τήν σειρά τίς Κυριακές στόν Ὄρθρο λίγο πρίν ἀπό τό Ἑωθινό Εὐαγγέλιο.
Σάν πρῶτο Μήνυμα ἀπό τίς ᾠδές τῶν Ἀναβαθμῶν παίρνουμε αὐτό, πού λέει ὁ εὐλογημένος Ψαλμῳδός γιά τά ἄδικα χείλη καί τήν δολία γλῶσσα. Παρακαλεῖ τόν Θεό νά τόν γλυτώση ἀπό ἐκείνους, πού μιλοῦν μέ δολιότητα καί ὑφαίνουν ἀδικίες μέ τό στόμα τους. «Κύριε, ρῦσαι τήν ψυχήν μου ἀπό χειλέων ἀδίκων καί ἀπό γλώσσης δολίας», ἱκετεύει μέ θέρμη ψυχῆς (Ψαλμ. ριθ’ 2).
«Χείλη ἄδικα», γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «εἶναι τά τῶν συκοφαντῶν καί ἁπλῶς ὅλων τῶν παρανόμων. Γλῶσσα δέ δολία εἶναι τῶν αὐτῶν συκοφαντῶν καί παρανόμων» καί αὐτῶν πού ἔχουν κακούς σκοπούς (Ἑρμ. εἰς ριθ’ Ψαλμ.).
Πρῶτο – πρῶτο αἴτημα τοῦ Ψαλμῳδοῦ μέσα στήν θλῖψι του εἶναι νά τόν σώση ὁ Κύριος ἀπό τήν ἄδικη καί συκοφαντική καί ὕπουλη γλῶσσα. Καί ἔχει δίκαιο, θά μπορούσαμε νά ποῦμε, νά προτάσση αὐτό τό αἴτημα, διότι δέν ὑπάρχει χειρότερη συμφορά καί βαρύτερη θλῖψι καί μεγαλύτερο κακό ἀπό τοῦ νά πέσης στό στόμα δολίων καί συκοφαντῶν ἀνθρώπων. «Τούτου γάρ τοῦ πειρασμοῦ οὐδέν ἴσον, ἀγαπητέ», λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Διότι ὁ δολερός ἄνθρωπος εἶναι «καί θηρίου χαλεπώτερος (= φοβρώτερος). Τό θηρίο «ὅπερ ἐστί φαίνεται». Παρουσιάζεται ὅπως εἶναι. Ὁ δολερός ὅμως ἄνθρωπος κρύβει συνήθως «τόν ίόν» (= τό δηλητήριο) «παραπετάσματι ἐπιεικείας» (= μέ προκάλυμμα ὑποκριτικῆς καλωσύνης). Καί στήνει τήν ἐνέδρα του γιά νά ρίξη σέ βάραθρο ἐκεῖνον πού προχωρεῖ «ἀφυλάκτως» (ΕΠΕ 6, 614).
Πόσο ἀληθινά πράγματι βγαίνουν κάθε μέρα τά λόγια αὐτά! Καί πόσο φοβερές πληγές ἀνοίγουν μερικά μελιστάλακτα κατά τά ἄλλα χείλη! Σοῦ κάνουν τόν φίλο καί χτυποῦν ἔπειτα ὕπουλα καί γίνονται αἰτία νά διαλυθοῦν σπιτικά καί νά κονιορτοποιηθοῦν ἐπιχειρήσεις. Γι’ αὐτό καί ἔλεγε καί παρακαλοῦσε πολύ σωστά κάποιος: «Θεέ μου, φύλαξε μέ ἀπό τούς φίλους μου, γιατί τούς ἐχθρούς μου τούς ξέρω, τούς βλέπω καί φυλάγομαι καί μόνος μου».
Καί βρίσκουν σ’ αὐτές τίς περιπτώσεις αἰώνια ἐφαρμογή τά θεόπνευστα ἐκεῖνα λόγια τοῦ προφήτου Ἱερεμίου: «Ἐνέτειναν τήν γλῶσσαν αὐτῶν ὡς τόξον… βολίς τιτρώσκουσα ἡ γλῶσσα αὐτῶν, δόλια τά ρήματα τοῦ στόματος αὐτῶν τῷ πλησίον αὐτοῦ λαλεῖ εἰρηνικά καί ἐν ἑαυτῷ ἔχει τήν ἔχθραν» (Ἱερ. θ’ 3-8). Πόσο μοιάζουν πράγματι τά προφητικά λόγια μέ τά λόγια τοῦ Ψαλμῳδοῦ! Ἀλλά καί πῶς νά μή μοιάζουν, ἀφοῦ τούς κινεῖ καί τούς δύο τό Πνεῦμα τό Πανάγιο;" ( Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ» τόμος 1987 σ. 141) (ἡ συνέχεια αὔριο)